Μια πολύ δύσκολη προσπάθεια έχουν μπροστά τους οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών για να περιορίσουν το ύψος των νέων «κόκκινων» δανείων που δημιουργεί η πανδημία. Τα αναλυτικά στοιχεία που δημοσίευσε χθες, για πρώτη φορά, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (EBA) και συνθέτουν μια «ακτινογραφία» για τα δάνεια που μπήκαν σε αναστολή λόγω της πανδημίας δείχνουν ότι σχεδόν τα μισά από τα δάνεια των ελληνικών τραπεζών που έχουν «παγώσει» και ανέρχονται συνολικά σε 22,2 δισ. ευρώ είναι ήδη μη εξυπηρετούμενα ή κινδυνεύουν να γίνουν στο άμεσο μέλλον.
Το ύψος των νέων, μη εξυπηρετούμενων δανείων, που θα δημιουργήσει η πανδημία και θα προέλθουν από το τμήμα των δανείων που μετά τον Μάρτιο «πάγωσαν» προσωρινά, θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την ταχύτητα εξυγίανσης των τραπεζικών χαρτοφυλακίων. Προς το παρόν, δεν υπάρχει επαρκής ορατότητα για τα δάνεια που θα περάσουν σε καθυστέρηση μετά τη λήξη των αναστολών, ενώ έχουν διατυπωθεί αποκλίνουσες εκτιμήσεις από τις διοικήσεις των τραπεζών και την Τράπεζα της Ελλάδος:
- Οι τραπεζικές διοικήσεις, στις τελευταίες ενημερώσεις των αναλυτών εμφανίσθηκαν αισιόδοξες ότι τα νέα, μη εξυπηρετούμενα δάνεια που θα δημιουργηθούν από πανδημία μετά τη λήξη των αναστολών θα είναι της τάξεως των 5 - 6 δισ. ευρώ, δηλαδή θα «κοκκινήσουν» περίπου ένα στα τέσσερα δάνεια που έχουν «παγώσει» προσωρινά.
- Λιγότερο αισιόδοξη, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει εκτιμήσει το ύψος των νέων, μη εξυπηρετούμενων δανείων σε 8 - 10 δισ. ευρώ, δηλαδή περιμένει ότι σχεδόν τα μισά δάνεια σε αναστολή θα περάσουν στην κατηγορία των «κόκκινων».
Τα στοιχεία που δημοσίευσε η EBA συνάδουν περισσότερο με τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις της ΤτΕ, καθώς επιβεβαιώνουν ότι στην «επικίνδυνη ζώνη» βρίσκονται δάνεια ύψους 10,98 δισ. ευρώ επί συνόλου 22,2 δισ. ευρώ δανείων που έχουν τεθεί σε αναστολή.
Παρ' όλα αυτά, οι τραπεζικές διοικήσεις εκτιμούν ότι το πρόβλημα μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο με την οικονομική ανάκαμψη που αναμένεται φέτος, αλλά και με την αξιοποίηση εργαλείων που προσφέρει η κυβέρνηση για να εξισορροπηθούν οι πιέσεις που θα δημιουργήσει η λήξη των αναστολών, όπως το πρόγραμμα «Γέφυρα» για την επιδότηση δόσεων για εννέα μήνες, το οποίο ήδη εφαρμόζεται για στεγαστικά δάνεια και σύντομα θα επεκταθεί σε δάνεια μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Η γενική διαπίστωση της EBA, από την πρώτη καταγραφή που κάνει για τα δάνεια σε αναστολή των ευρωπαϊκών τραπεζών, είναι ότι αυτά μειώθηκαν αρκετά (περίπου κατά 27%) μεταξύ δεύτερου και τρίτου τριμήνου του 2020, υποχωρώντας από τα 810 στα 587 δισ. ευρώ. Η EBA σημειώνει, πάντως, την αύξηση των κινδύνων για τις τράπεζες, καθώς τα δάνεια σε αναστολή που βρίσκονται στο δεύτερο στάδιο, σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, δηλαδή βρίσκονται ένα στάδιο πριν να χαρακτηρισθούν μη εξυπηρετούμενα, αυξήθηκαν από 16,7% σε 20,2%.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, τα στοιχεία που παραθέτει η EBA δεν δικαιολογούν εφησυχασμό:
- Το ύψος των δανείων σε αναστολή ανήλθε σε 22,2 δισ. ευρώ στο τέλος του β' τριμήνου του 2020 και παρέμεινε αμετάβλητο και στη λήξη του τρίτου τριμήνου. Τα περισσότερα δάνεια σε αναστολή ήταν επιχειρηματικά (55,5%).
- Τα δάνεια του δεύτερου σταδίου, που κινδυνεύουν να καταστούν μη εξυπηρετούμενα, αντιστοιχούσαν στο τέλος τρίτου τριμήνου σε ποσοστό 32% των δανείων που βρίσκονταν σε αναστολή. Αυτά τα δάνεια, ύψους 7,1 δισ. ευρώ, θα έχει κρίσιμη σημασία για τις τράπεζες να μην περάσουν στο τρίτο στάδιο, δηλαδή να μην γίνουν μη εξπηρετούμενα, μετά τη λήξη της περιόδου αναστολής.
- Οι ελληνικές τράπεζες έχουν, με πολύ μεγάλη διαφορά, το υψηλότερο ποσοστό δανείων σε αναστολή που ήδη κατατάσσονται στα μη εξυπηρετούμενα. Το ποσοστό τους φθάνει το 17,5%, έναντι μέσου όρου μόλις 3% για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Από αυτά τα δάνεια, ύψους 3,9 δισ. ευρώ περίπου, οι τράπεζες είναι βέβαιο ότι θα υποστούν απώλειες, καθώς, σύμφωνα με την EBA, το ποσοστό κάλυψης με προβλέψεις ήταν 24,1% στο τέλος του τρίτου τριμήνου. Έτσι, θα χρειασθεί να σχηματίσουν νέες προβλέψεις για να φθάσουν και για αυτά τα δάνεια στο μέσο όρο κάλυψης, που διαμορφώθηκε σε 44,9% στο τέλος του τρίτου τριμήνου.
- Σε ό,τι αφορά τα δάνεια που ήδη εξήλθαν από την αναστολή στο τέλος του τρίτου τριμήνου, αυτά ανέρχονταν σε 5,4 δισ. ευρώ και ήταν κυρίως (ποσοστό 67,4%) δάνεια νοικοκυριών. Η εξέλιξη αυτών των δανείων δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, καθώς σχεδόν ένα στα τρία (32,5%) πέρασαν στο δεύτερο στάδιο, ενώ ποσοστό 28% των δανείων αυτών κατατάχθηκαν στα μη εξυπηρετούμενα. Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί μέσοι όροι ήταν πολύ χαμηλότεροι, 17% και 2,6%, αντίστοιχα.