Γεμάτο προκλήσεις προμηνύεται το πρώτο εξάμηνο του 2021 για τους κατόχους δεξαμενόπλοιων, αναφέρει πλειάδα αναλυτών του ναυτιλιακού κλάδου, καθώς οι προβλέψεις για την ζήτηση πετρελαίου κάνουν λόγο για περαιτέρω κάμψη, απόρροια της διατήρησης των μέτρων περιορισμού της πανδημίας σε πλειάδα χωρών ανά την υφήλιο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομική δραστηριότητα.
Σε σχετική της ανάλυση, η S&P Global Platts Analytics προβλέπει ότι η ζήτηση πετρελαίου θα ανακάμψει μεν κατά 6,3 εκατ. βαρέλια ημέρα, αλλά θα παραμείνει 2,4 εκατ. βαρέλια/ημέρα χαμηλότερα από το επίπεδο του 2019. Μπορεί, η ζήτηση στην Ασία και άλλες χώρες της Άπω Ανατολής να ανέκαμψε ταχύτερα σε σχέση με την Δύση, ωστόσο, ενδέχεται και εκεί τελικά να υπάρξει πτώση, καθώς το τελευταίο διάστημα έχει προκύψει αναζωπύρωση των κρουσμάτων σε χώρες, όπως η Ιαπωνία και η Ν. Κορέα.
Ως εκ τούτου, οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ανάκαμψη της αγοράς δεν θα πρέπει να αναμένεται πριν το δεύτερο εξάμηνο του 2021, όταν θα έχει προχωρήσει και η διαδικασία του μαζικού εμβολιασμού του παγκόσμιου πληθυσμού.
Ακόμα όμως και με την ζήτηση για πετρέλαιο να κινείται σε υψηλότερο επίπεδο από το 2020, η ναυλαγορά δεν αναμένεται να επωφεληθεί ιδιαίτερα. Η επικείμενη αύξηση των φορτίων δεν πρόκειται να ενισχύσει τα έσοδα των πλοιοκτητών, ιδίως μετά και την πρόσφατη απόφαση του ΟΠΕΚ να περιορίσει εκ νέου την παραγωγή πετρελαίου, προκειμένου να ωθήσει τις τιμές προς τα πάνω.
Σε πρόσφατη εβδομαδιαία του ανάλυση, ο κ. Γιάννης Βαμβακάς, της Allied Shipbroking ανέφερε ότι «για το 2021, προβλέπουμε ότι η σταδιακή ανάκαμψη της ζήτησης, θα παράσχει καλύτερη υποστήριξη και στο μέτωπο των εσόδων των πλοίων, ωστόσο, όχι νωρίτερα από το δεύτερο εξάμηνο του έτους». Ο αναλυτής της Allied εκτίμησε και ότι φέτος αναμένονται και μικρότερες διακυμάνσεις στην ναυλαγορά, η οποία διέγραψε μια ξέφρενη πορεία το 2020, με υπερβολικά υψηλούς και στη συνέχεια πολύ χαμηλούς ναύλους, οι οποίοι παρέμειναν για μεγάλο μέρος του έτους.
Εν τω μεταξύ, τυχόν οφέλη από την αυξημένη ζήτηση, είναι πιθανό να αντισταθμιστούν από την απότομη άνοδο της διαθεσιμότητας τάνκερ. Αυτήν την περίοδο, μια σειρά από δεξαμενόπλοια, που είναι ναυλωθεί ως πλωτές «αποθήκες» αργού πετρελαίου, ήδη από την περίοδο του πρώτου κύματος της πανδημίας, επιστρέφουν σταδιακά στην αγορά. Με τις τιμές του πετρελαίου να αυξάνονται τις τελευταίες ημέρες, όσοι πόνταραν στο σενάριο αυτό, σπεύδουν να ρευστοποιήσουν τις θέσεις τους τώρα, με αποτέλεσμα τα συγκεκριμένα πλοία να καθίστανται διαθέσιμα ξανά.
Παράλληλα, η ζήτηση από την Ασία έχει καταγράψει άνοδο, λόγω του χειμώνα. Έτσι, οι ποσότητες πετρελαίου που είναι αποθηκευμένες στο νερό υποχώρησαν κάτω από τα 80 εκατ. βαρέλια για πρώτη φορά από τον περασμένο Απρίλιο. Αν στα πλοία αυτά προστεθούν και όσα παραδίδονται από τα ναυπηγεία, είναι προφανές ότι η υπερπροσφορά δύσκολα θα πάψει να αποτελεί πρόβλημα στο άμεσο μέλλον, παρά την σχετική συγκράτηση υποβολής νέων παραγγελιών κατά την διετία 2019-2020. Στο πλαίσιο αυτό, όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στις διαλύσεις δεξαμενόπλοιων, οι οποίες προβλέπεται να αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια.
Πάντως, μια «νότα αισιοδοξίας» για τους πλοιοκτήτες αναμένεται να προέλθει από το μέτωπο των ναυτιλιακών καυσίμων. Η υψηλή διαθεσιμότητα των νέων, πιο «πράσινων» καυσίμων (με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο), η χρήση των οποίων είναι υποχρεωτική ήδη από την 1η Ιανουαρίου του 2020, θα συνεχιστεί και κατά το 2021. Έτσι, οι τιμές τους θα παραμείνουν σε χαμηλό επίπεδο και με τον τρόπο αυτό θα μειώσουν το λειτουργικό κόστος των πλοίων, προσφέροντας μια σημαντική «ανάσα» στους εφοπλιστές.