Στα μεγάλα οφέλη που μπορούν να προσφέρουν στην ελληνική οικονομία τα 72 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και τον Προϋπολογισμό της ΕΕ, εστίασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας σε ομιλία του στην εκδήλωση του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου «Ελληνική οικονομία : Εξελίξεις, Προκλήσεις και Ευκαιρίες από την κρίση της Πανδημίας».
Όπως τόνισε και βάσει των εκτιμήσεων της ΤτΕ η πλήρης, έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης, ύψους 32 δισ. ευρώ θα συμβάλει σε αύξηση του επιπέδου του πραγματικού ΑΕΠ πάνω από 2% κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2021-2026, και θα οδηγήσει σε αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών της παραγωγής και υψηλότερη δυνητική ανάπτυξη για όλη την επόμενη δεκαετία.
Ως εκ τούτου ότι ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας εντός της επόμενης 10ετίας μπορεί να φθάσει στο 3,5% δεν είναι ουτοπικός, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, με δεδομένο ότι το συνολικό ποσό που θα διοχετευθεί σε αυτήν θα φθάσει στα 72 δισ.
«Η Ελλάδα, όπως ήδη αναφέρθηκε, αναμένεται να εισπράξει 32 δισεκ. ευρώ από το νέο μέσο ανάκαμψης (NGEU) την περίοδο 2021-2026, εκ των οποίων 19,3 δισεκ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 12,7 δισεκ. ευρώ σε εξαιρετικά χαμηλότοκα δάνεια (σε σταθερές τιμές του 2018). Οι πόροι αυτοί για την Ελλάδα ανέρχονται σε 4,26% του συνολικού ποσού, δηλαδή σε ποσοστό υπερδιπλάσιο από την ‘κλείδα’ της Ελλάδας που χρησιμοποιείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τις αγορές Ελληνικών κρατικών ομολόγων. Οι διαθέσιμοι πόροι του NGEU αποτελούν μια πολύ μεγάλη ευκαιρία καθώς μπορούν να χρηματοδοτήσουν τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο εξωστρεφές πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης μέσω της επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων, της βελτίωσης των υποδομών, του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους και της οικονομίας, της επίτευξης βασικών περιβαλλοντικών προτεραιοτήτων και της μετάβασης στην πράσινη ενέργεια», τόνισε χαρακτηριστικά.
Με δεδομένο, όμως, ότι το 57% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης αναμένεται να κατευθυνθεί στους δύο τομείς της ψηφιακής και της πράσινης οικονομίας, ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ότι θα πρέπει να δοθεί μεγάλη βαρύτητα στα ακόλουθα:
- Καινοτομία και εκπαίδευση: «Ο μελλοντικός αναπτυξιακός σχεδιασμός της χώρας θα πρέπει να δώσει έμφαση στις επενδύσεις που σχετίζονται με το λεγόμενο τρίγωνο της γνώσης, δηλαδή την έρευνα, την καινοτομία και την εκπαίδευση καθώς και την αναβάθμιση των ψηφιακών δεξιοτήτων του πληθυσμού προκειμένου να αξιοποιηθούν οι νέες τεχνολογίες που σχετίζονται με την 4η Βιομηχανική Επανάσταση».
- Ενθάρρυνση της καινοτομίας: «Ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να δραστηριοποιηθεί αναλαμβάνοντας πρώτος πρωτοβουλίες και επιχειρηματικά ρίσκα που θα αποφέρουν κέρδη σε βάθος χρόνου. Για το σκοπό αυτό απαιτείται βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και διευκόλυνση της εισόδου νέων καινοτόμων επιχειρήσεων στην αγορά. Θα πρέπει να δοθεί περισσότερος χώρος στην ερευνητική και επιχειρηματική δραστηριότητα και να δημιουργηθεί ένα αξιόπιστο, απλό και ευέλικτο θεσμικό υπόβαθρο για την ανάπτυξη τεχνοβλαστών και νεοφυών επιχειρήσεων (spin-offs και start-ups). Η ανάπτυξη και η μεγέθυνση των νέων τεχνολογικά καινοτόμων επιχειρήσεων, που συχνά δεν έχουν επαρκείς εμπράγματες εγγυήσεις για να λάβουν τραπεζική χρηματοδότηση, θα μπορούσε να διευκολυνθεί μέσω ταμείων παροχής εγγυήσεων και χρηματοδοτήσεων, επιχειρηματικών κεφαλαίων (venture capitals), επιχειρηματικών αγγέλων (business angels) και τη δυνατότητα έκδοσης χρέους που θα είναι μετατρέψιμο σε μετοχές».
- Πράσινη ανάκαμψη: «Οι πόροι του νέου μέσου ανάκαμψης (NGEU) παρέχουν μια μοναδική ευκαιρία για μία πράσινη ανάκαμψη από την πανδημία, μία ανάκαμψη με το διπλό όφελος της ταυτόχρονης αντιμετώπισης της υγειονομικής και της κλιματικής κρίσης. Το 37% των πόρων του NGEU αναμένεται να διατεθεί σε πολιτικές που συνδέονται με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, σε συνέχεια της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της στρατηγικής της ΕΕ, ώστε η Ευρώπη να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος έως το 2050. Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα στηρίξει τις επενδύσεις που θα χρειαστούν για την επίτευξη των στόχων και τη μετάβαση στην κλιματικά ουδέτερη οικονομία. Αντίστοιχα, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης θα στηρίξει τη μετάβαση περιοχών ιδιαίτερα εξαρτημένων από τον άνθρακα σε νέες μορφές οικονομικής δραστηριότητας, καθώς είναι σημαντικό στην πορεία προς το 2050 για μία κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη να μην μείνει κανείς πίσω. Επομένως, η Ευρώπη και κατ’ επέκταση και η Ελλάδα μπορούν να αναδειχθούν ισχυρότερες από την πανδημία μέσα από την πράσινη ανάκαμψη, επενδύοντας κυρίως στην λεγόμενη κυκλική οικονομία, την εξοικονόμηση ενέργειας, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις βιώσιμες μεταφορές και την καθαρή τεχνολογία, δημιουργώντας πράσινες θέσεις εργασίας».