Πακέτο ελαφρύνσεων δρομολογεί η κυβέρνηση με στόχο την σταδιακή μείωση του φορολογικού βάρους στην οικονομία που θα οδηγήσει σε ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων και περιορισμό του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις. Το μείγμα των μέτρων που περιλαμβάνει μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών αναμένεται να ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στα εγκαίνια της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με πληροφορίες στο τραπέζι του οικονομικού επιτελείου βρίσκονται:
- Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών σωρευτικά κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες για εργαζομένους και εργοδότες το 2021. Το κόστος για το δημόσιο υπολογίζεται σε περίπου 800 εκ. ευρώ και η κυβέρνηση ποντάρει στη κάλυψη του από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης καθώς θα περιλάβει το μέτρο στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που θα υποβάλλει τον Οκτώβριο στη Κομισιόν. Σύμφωνα με παράγοντα του υπουργείου Οικονομικών η μείωση του μη μισθολογικού κόστους περιλαμβάνεται στις επιλέξιμες για χρηματοδότηση δαπάνες από τα ευρωπαϊκά προγράμματα καθώς συμβάλλει στη τόνωση της απασχόλησης και της ανταγωνιστικότητας και στη μείωση της αδήλωτης εργασίας. Το ψαλίδισμα των εισφορών θα οδηγήσει σε αυξήσεις στο καθαρό ποσό του μηνιαίου μισθού που λαμβάνουν οι εργαζόμενοι η οποία θα κυμαίνεται από 8 έως 81 ευρώ ανάλογα με το ύψος των αποδοχών. Από την πλευρά τους, οι εργοδότες θα έχουν όφελος από 9 έως 93 ευρώ. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η μείωση των εισφορών δεν αφορά τις συντάξεις και συνεπώς δεν θα επηρεάσει το ύψος τους.
- «Κούρεμα» της εισφοράς αλληλεγγύης που επιβαρύνει πάνω από 2,3 εκατομμύρια φορολογούμενους με ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ. Το ένα σενάριο προβλέπει οριζόντια μείωση κατά 30% για τα εισοδήματα από την 1η Ιανουαρίου 2021, νέα μείωση το 2022 ενώ το 2023 η εισφορά αλληλεγγύης θα έχει καταργηθεί. Αυτό σημαίνει ότι μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 13.000 ευρώ θα έχει όφελος περίπου 7 ευρώ για εισόδημα 20.000 ευρώ το όφελος ανέρχεται σε 53 ευρώ ετησίως, μισθωτός με εισόδημα 30.000 θα έχει όφελος 203 ευρώ. με εισόδημα 40.000 ευρώ θα έχει 398 ευρώ, ενώ για κάποιον που έχει εισόδημα 50.000 ευρώ το όφελος ανέρχεται στα 623 ευρώ περίπου. Το δεύτερο σενάριο προβλέπει την κατάργηση της εισφοράς για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ με παράλληλη μείωσή κατά 10%-20% για τα υψηλότερα. Με βάση το σενάριο αυτό για εισόδημα 20.000 ευρώ το όφελος θα είναι 176 ευρώ και για ετήσιο εισόδημα έως 30.000 ευρώ η μείωση θα είναι 276 ευρώ. Επισημαίνεται ότι για την επιβολή της εισφοράς αλληλεγγύης λαμβάνεται υπόψη το ετήσιο συνολικό καθαρό ατομικό εισόδημα, πραγματικό ή τεκμαρτό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο του φυσικού προσώπου. Εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής της οι μακροχρόνια άνεργοι που είναι εγγεγραμμένοι στα μητρώα ανέργων του ΟΑΕΔ, καθώς και όσοι λαμβάνουν επίδομα ανεργίας από τον εν λόγω οργανισμό, εφόσον κατά τον χρόνο της βεβαίωσης δεν έχουν πραγματικά εισοδήματα. Ο υπολογισμός της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης γίνεται με προοδευτική κλίμακα, στην οποία ισχύουν συντελεστές από 2,2% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 12.001 έως 20.000 ευρώ και φθάνουν το 10% για το τμήμα ετήσιου εισοδήματος από 220.001 ευρώ και άνω, ως εξής:
0.0% | για εισόδημα έως 12.000 ευρώ |
2.2% | για εισόδημα 12.000 έως 20.000 ευρώ. |
5.0% | για το τμήμα του εισοδήματος από 20.001 έως 30.000 ευρώ |
6.5% | για το τμήμα του εισοδήματος από 30.001 έως 40.000 ευρώ |
7.5% | για το τμήμα του εισοδήματος από 40.001 έως 65.000 ευρώ |
9.0% | για εισόδημα από 65.001 έως 220.000 ευρώ |
10.0% | για εισόδημα άνω των 220.000 ευρώ |
- Μείωση κατά 50% του τέλους επιτηδεύματος που καταβάλλουν περίπου 611.000 επαγγελματίες και επιχειρήσεις. Αυτό σημαίνει πως το τέλος θα μειωθεί από 650 ευρώ σε 325 ευρώ για τους ελεύθερους επαγγελματίες και σε 500 ευρώ για τις επιχειρήσεις. Υπενθυμίζεται ότι το μέτρο εφαρμόστηκε το 2011, μαζί με την έκτακτη εισφορά.
- Ψαλίδι στον ΕΝΦΙΑ 8%-10% ενώ σύμφωνα με τις προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη αναμένονται αλλαγές στην κλίμακα και τους συντελεστές υπολογισμού του κύριου φόρου και κατάργηση του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ, ο οποίος επιβάλλεται στους έχοντες ακίνητα αξίας άνω των 250.000 ευρώ. Στις προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι η μείωση του φόρου για τα μικρά νησιά.
Τα στοιχεία δείχνουν υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης, άνιση κατανομή των βαρών με το κέντρο βάρους να πέφτει στους έμμεσους φόρους και αδυναμία του φοροελεγκτικού και εισπρακτικού μηχανισμού να χτυπήσει τη φοροδιαφυγή.
Από έκθεση του ΣΕΒ προκύπτει ότι η μεσαία εισοδηματική τάξη (διαθέσιμο εισόδημα 20.000 ευρώ τετραμελούς οικογένειας) καταβάλλει το 51% των φορολογικών εσόδων, ενώ πριν από την κρίση κατέβαλλε το 39,3%. Αντίστοιχα, η υψηλότερη εισοδηματική τάξη καταβάλλει το 38,1% των φορολογικών εσόδων έναντι άνω του 50% που κατέβαλλε πριν από την κρίση.
Την ίδια ώρα σε σύγκριση με την ευρωζώνη, η Ελλάδα υπολείπεται σημαντικά στα έσοδα από άμεσους φόρους (10,2% έναντι 13,3% του ΑΕΠ), έχει δυσανάλογα υψηλότερα έσοδα από έμμεσους φόρους (17,1% έναντι 9,9% του ΑΕΠ) και σημαντικά υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση στην εργασία (έμμεσος φορολογικός συντελεστής 43,2% έναντι 38,6%), στην ακίνητη περιουσία και στα ενεργειακά.