Κάτι παραπάνω από αρνητική είναι η επίπτωση της πανδημίας στην αγορά εργασίας, κυρίως κατά το διάστημα Ιανουαρίου - Ιουλίου 2020, το οποίο, βάσει στοιχείων που παραθέτει η Alpha Bank σε έκθεσή της ήταν το χειρότερο επτάμηνο από το 2014.
Παράλληλα έχουν καταγραφεί σημαντικές αλλαγές στον εργασιακό τομέα, με σημαντική αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, όπως η εργασία εξ αποστάσεως και η μετατροπή των συμβάσεων εργασίας από πλήρη σε μερική και εκ περιτροπής απασχόληση, αντανακλώντας μια σημαντική μείωση των ωρών εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, ως συνέπεια της κάθετης πτώσης της παραγωγικής δραστηριότητας.
Όπως τονίζεται στην έκθεση παρά την άνοδο των προσλήψεων το δίμηνο Ιουνίου-Ιουλίου, συνολικά το πρώτο επτάμηνο του 2020, το ισοζύγιο των ροών απασχόλησης διαμορφώθηκε σε 111,3 χιλ., που αποτελεί τη χαμηλότερη επίδοση πρώτου επτάμηνου από το 2014. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία, δεν προκύπτει ότι η ανάκαμψη των προσλήψεων, τους τελευταίους μήνες, είναι ικανή να αντισταθμίσει τις επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας.
Σαφώς κρίσιμος παράγοντας για την τελική «μορφή» της αγοράς εργασίας θα είναι, σύμφωνα πάντα με την Alpha Bank, η εξέλιξη της πανδημίας, η οποία θα καθορίσει και το ακριβές ύψος της ανεργίας. Η νόσος COVID-19 καθυστέρησε σημαντικά τις εποχικές προσλήψεις και εν τέλει συμπίεσε το συνολικό ετήσιο αριθμό τους. Η μείωση αυτή, ωστόσο, κρίνεται ότι είναι σχετικά μικρών διαστάσεων, δεδομένης της σημασίας που έχει ο τουριστικός κλάδος για την απασχόληση στη χώρα μας. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται, σε σημαντικό βαθμό, στα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων αλλά και εργαζομένων που έθεσε σε εφαρμογή η ελληνική κυβέρνηση, επικουρικά με το πρόγραμμα SURE της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφορά στη χρηματοδότηση εργασίας με μειωμένο ωράριο ή παρόμοιων μέτρων με στόχο την προστασία της απασχόλησης.
Συγκεκριμένα, στο πακέτο μέτρων περιλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, η δυνατότητα αναστολής σύμβασης εργασίας και η αποζημίωση ειδικού σκοπού προς τους εργαζομένους που εντάσσονται στο καθεστώς αυτό, η οποία μάλιστα επεκτάθηκε χρονικά για τις επιχειρήσεις του τουρισμού και των μεταφορών, καθώς και το πρόγραμμα «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ» που προβλέπει τη μείωση του χρόνου εργασίας των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων και των εποχικά εργαζομένων, με αναπλήρωση σημαντικού μέρους των αποδοχών από το κράτος.
Η εικόνα της αγοράς εργασίας
Στο τρίμηνο Μαρτίου-Μαΐου 2020, πραγματοποιήθηκαν 250,8 χιλ. προσλήψεις, έναντι 807,9 χιλ., το αντίστοιχο διάστημα του 2019, εξέλιξη που κατά κύριο λόγο οφείλεται στο μειωμένο αριθμό εποχικών προσλήψεων σε κλάδους οικονομικής δραστηριότητας που σχετίζονται με τον τουρισμό. Στη συνέχεια, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, παρατηρείται ότι μέρος των απωλειών σε θέσεις εργασίας ανακτήθηκε, καθώς πραγματοποιήθηκαν 238,4 χιλ. και 306,8 χιλ. προσλήψεις, αντίστοιχα, έναντι 289,5 χιλ. τον Ιούνιο και 250,3 χιλ. τον Ιούλιο 2019.
Ειδικότερα, τον Ιούλιο, το ισοζύγιο ροών απασχόλησης, δηλαδή η διαφορά μεταξύ προσλήψεων και αποχωρήσεων, διαμορφώθηκε σε 67,9 χιλ., αυξημένο κατά 82,6 χιλ., σε σύγκριση με τον Ιούλιο 2019, με την εν λόγω θετική επίδοση να αποτελεί την υψηλότερη μηνός Ιουλίου από το 2001 έως σήμερα.
Οι κλάδοι, μάλιστα, στους οποίους σημειώθηκαν τα υψηλότερα ισοζύγια προσλήψεων-αποχωρήσεων τόσο τον Ιούλιο, όσο και τον Ιούνιο, ήταν τα καταλύματα, οι δραστηριότητες υπηρεσιών εστίασης, το λιανικό εμπόριο αλλά και η βιομηχανία τροφίμων. Επιπλέον, τα μεγαλύτερα θετικά ισοζύγια ροών απασχόλησης σημειώθηκαν στο διάστημα αυτό σε τουριστικές περιοχές, όπως η Κρήτη, το Νότιο Αιγαίο και τα Ιόνια Νησιά.
Η πτώση των προσλήψεων, στο διάστημα Μαρτίου-Μαΐου 2020, αποτυπώθηκε και στα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της μηνιαίας έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ. Κατά τους πρώτους μήνες εξάπλωσης της πανδημίας COVID-19 στη χώρα μας, δηλαδή τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης της απασχόλησης επιβραδύνθηκε σημαντικά, σε 0,4% και 0,1% αντίστοιχα, έναντι 2%, που καταγράφηκε, κατά μέσο όρο, από τις αρχές του 2015 έως και τον Ιανουάριο 2020.
Στη συνέχεια, τον Απρίλιο και τον Μάιο, διάστημα κατά το οποίο ήταν σε ισχύ τα μέτρα περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της πανδημίας, ο αριθμός των απασχολούμενων μειώθηκε, σε ετήσια βάση, κατά 1,3% και 4,9%, αντίστοιχα. Παράλληλα, το ποσοστό της ανεργίας διαμορφώθηκε σε 17% τον Μάιο, στο υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από τον Ιούλιο 2019 (17,1%), σημειώνοντας οριακή πτώση σε ετήσια βάση (-0,2 της ποσοστιαίας μονάδας) και άνοδο σε σύγκριση με τον Απρίλιο 2020, της τάξης της 1,3 ποσοστιαίας μονάδας. Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι η ανεργία στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ-27) αυξήθηκε, σε ετήσια βάση, τον Μάιο, κατά 0,3 της ποσοστιαίας μονάδας.
Εκτός, όμως, από την απώλεια των θέσεων εργασίας, οι επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19 στην αγορά εργασίας έχουν αποτυπωθεί και σε άλλα πεδία. Μεταξύ αυτών, είναι η αύξηση του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού, καθώς αρκετά άτομα που δεν εργάζονταν και αναζητούσαν εργασία δήλωσαν ότι δεν είναι άμεσα διαθέσιμα να εργαστούν. Ως εκ τούτου, ο αριθμός των ανέργων συνέχισε να μειώνεται.
Συγκεκριμένα, τον Μάιο, ο οικονομικά μη ενεργός πληθυσμός σημείωσε αύξηση κατά 6,4%, σε ετήσια βάση, ενώ οι άνεργοι κατέγραψαν ισοποσοστιαία μείωση. Σημειώνεται ότι η αναλογικά μεγαλύτερη μείωση του αριθμού των ανέργων, σε ετήσια βάση, σε σύγκριση με την οριακή πτώση, αντίστοιχα, του ποσοστού της ανεργίας, εξηγείται από τη μετακίνηση πληθυσμού από την ανεργία στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό και την επακόλουθη μείωση του εργατικού δυναμικού, δηλαδή του παρονομαστή του κλάσματος του ποσοστού της ανεργίας.