Σημαντικά είναι τα ποσά από το ΕΣΠΑ τα οποία δεν έχουν ακόμη κατορθώσει να διοχετευθούν στην πραγματική οικονομία, ενώ παράλληλα θα πρέπει να υπάρξει σαφής αλλαγή στον τρόπο διαχείρισής του, όπως τονίστηκε σε διαδικτυακή συζήτηση που διοργάνωσαν ο ΣΕΒ και η διαΝΕΟσις.
Οι «λιμνάζοντες» πόροι από το τρέχον ΕΣΠΑ φθάνουν στα 13,5 δισ., ενώ 5,7 δισ. εξ αυτών θα διατεθούν στο πλαίσιο αντιμετώπισης των συνεπειών της υγειονομικής κρίσης.
Στη συζήτηση, η οποία είχε τίτλο «Ποιο ΕΣΠΑ χρειάζονται οι επιχειρήσεις στη μετά-COVID εποχή», υπογραμμίστηκε ακόμη ότι το νέο ΕΣΠΑ θα πρέπει να «περιβάλλεται» από λιγότερη γραφειοκρατία, περισσότερα οφέλη για την οικονομία και ταχύτερη ανάπτυξη των επιχειρήσεων.
Υπογραμμίστηκε ακόμη ότι το ασαφές αναπτυξιακό αποτέλεσμα των 160 δισ. ευρώ, (όσο το ΑΕΠ της χώρας δηλαδή), που έχουν εισέλθει στην Ελλάδα από τα ευρωπαϊκά ταμεία από το 1980, συνηγορεί στην παραπάνω κατεύθυνση, αλλά το ίδιο ισχύει και για την εκτέλεση (η εκταμίευση των πόρων στην πραγματική οικονομία) του τρέχοντος ΕΣΠΑ που είναι στο 35% (5η χειρότερη επίδοση στην ΕΕ) στις αρχές του 2020.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η διαδικτυακή συζήτηση διαρθρώθηκε σε τρεις ενότητες.
Στο 1ο μέρος, έγινε ένας απολογισμός της πορείας υλοποίησης του υφιστάμενου και του προηγούμενου ΕΣΠΑ, δίνοντας μια εικόνα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και αναδεικνύοντας ως σημαντικότερα τη γραφειοκρατία και την έλλειψη προγραμμάτων ικανών να καλύψουν τις ανάγκες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.
Η προσπάθεια επιστροφής στην κανονικότητα μετά την κρίση των τελευταίων μηνών αποτέλεσε το αντικείμενο του 2ου μέρους της συζήτησης, με το υπάρχον ΕΣΠΑ να έχει μετατραπεί σε βασικό εργαλείο για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων που επέφερε η κρίση του COVID-19 στις επιχειρήσεις, στηρίζοντας σε σημαντικό βαθμό τη ρευστότητά τους.
Όπως δήλωσε ο κ. Γιάννης Τσακίρης, υφυπουργός Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ: «Το ΕΣΠΑ συνιστά, διαχρονικά, τον σημαντικότερο στυλοβάτη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Η καθοριστική αυτή συμβολή του αναδείχθηκε, για ακόμη μία φορά, μέσα στην πανδημία του κορονοϊού, όπου πολλές δράσεις στήριξης και ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων σχεδιάστηκαν μέσα στο προσωρινό πλαίσιο της Ε.Ε. και συγχρηματοδοτήθηκαν από πόρους του ΕΣΠΑ. Καίριος, όμως, θα είναι ο ρόλος τόσο του τρέχοντος, όσο και του νέου ΕΣΠΑ, στην ανάταξη, αλλά και στη διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας».
Στο 3ο και τελευταίο μέρος της συζήτησης, τέθηκαν οι στόχοι που πρέπει να υιοθετήσει το νέο ΕΣΠΑ: Η παραγωγική μεγέθυνση, η αύξηση των εξαγωγών, ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος και η ενίσχυση της έρευνας και ανάπτυξης, θα πρέπει να αποτελέσουν την κύρια στόχευση του νέου προγράμματος.
Ο γενικός διευθυντής της διαΝΕΟσις κ. Διονύσης Νικολάου αναφερόμενος στην επιτακτική ανάγκη πάταξης της γραφειοκρατίας και ταχύτερης και αποτελεσματικότερης απορρόφησης κονδυλίων τόνισε χαρακτηριστικά «και αν μέχρι τώρα έχουμε τόσο μεγάλη δυσκολία να απορροφήσουμε ένα ΕΣΠΑ των 26 δισ. ευρώ, πώς θα καταφέρουμε να απορροφήσουμε ένα δυσθεώρητο πακέτο των 60 δισ., εντελώς απαραίτητο για τον μετασχηματισμό της οικονομίας μας;», ενώ έκλεισε την τοποθέτησή του υπογραμμίζοντας πως «οι νέες και σημαντικές χρηματοδοτικές ευκαιρίες που προσφέρονται σήμερα από την ΕΕ όπως το Ταμείο Ανασυγκρότησης και άλλοι πιο εξειδικευμένοι προϋπολογισμοί συνθέτουν ένα νέο ΕΣΠΑ, μια μοναδική χρηματοδοτική ευκαιρία για να αλλάξουμε τη χώρα μας».
Εξάλλου, συνοψίζοντας ο κ. Αλέξανδρος Μακρίδης, γραμματέας του ΔΣ του ΣΕΒ και συν-επικεφαλής του Φόρουμ Μεσαίων και Μικρών Επιχειρήσεων του ΣΕΒ, αναφέρθηκε στα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις στη μετά-COVID εποχή σημειώνοντας: «Μετά από 40 χρόνια στην ΕΕ, και έξι «πακέτα» ευρωπαϊκών πόρων, το μόνο σίγουρο είναι πως οι πόροι δεν έχουν λείψει από τις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις. Αυτό, όμως, που έχει λείψει είναι η αξιοποίησή τους με αναπτυξιακό πρόσημο. Οι προκλήσεις των επόμενων ετών, όπως η 4η βιομηχανική επανάσταση, η ενεργειακή εξοικονόμηση, η κυκλική οικονομία και οι σύγχρονες δεξιότητες, πρέπει να θεωρηθούν ως προτεραιότητες στο νέο ΕΣΠΑ. Αν όμως το νέο ΕΣΠΑ δεν εξελιχθεί σε εργαλείο μεγέθυνσης και ανταγωνιστικότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις, θα είναι μια ακόμα χαμένη ευκαιρία σύγκλισης της Ελλάδας με την ΕΕ σε όλες αυτές τις προτεραιότητες. Πρέπει με δύο λόγια, το νέο ΕΣΠΑ, να συμβάλει ουσιαστικά στην αναγκαία απόκτηση των επιπλέον δεξιοτήτων και μεγαλύτερων οικονομιών κλίμακος, που θα ενδυναμώσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των Ελληνικών ΜμΕ. Παράλληλα, σήμερα, η διευκόλυνση της ρευστότητας λόγω της υγειονομικής κρίσης πρέπει να συνεχιστεί και να διευρυνθεί. Βασική όμως προϋπόθεση πρέπει να είναι η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων που λαμβάνουν αυτές τις ενισχύσεις».