Σημαντικές αλλαγές στα επαγγελματικά ακίνητα αναμένεται να επιφέρει η κρίση του κορονοϊού, οδηγώντας σε αυξημένη ζήτηση για γραφεία υψηλών προδιαγραφών, αλλά και σε πίεση στις τιμές των καταστημάτων, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ).
Στην έκθεση της για τη Νομισματική Πολιτική 2019-2020, που δόθηκε στη δημοσιότητα χθες, η ΤτΕ τονίζει, ότι οι επιπτώσεις στην ευρύτερη αγορά ακινήτων από την πανδημία θα εξαρτηθούν από τη διάρκεια της παρούσας υγειονομικής κρίσης και από τους ρυθμούς ανάκαμψης της οικονομίας μετά τη λήξη της.
«Ωστόσο, μέχρι την αποκατάσταση των συνθηκών κανονικότητας, οι γενικότερες μεταβολές που συντελούνται στους παραγωγικούς τομείς και, ενδεχομένως, η στροφή προς νέες δραστηριότητες και υπηρεσίες που ανταποκρίνονται στις τρέχουσες συνθήκες και απαιτήσεις, θα μπορούσαν να αναδείξουν ευκαιρίες αποδόσεων και υπεραξιών σε διαφορετικές από τις τυπικές επενδυτικές χρήσεις ακινήτων, με διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά και σε νέες θέσεις ενδιαφέροντος», τονίζει η έκθεση.
Ειδικότερα, η αγορά των γραφείων αναμένεται να επηρεαστεί άμεσα από την υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας, το διαφαινόμενο πλήγμα στις επιχειρήσεις και τη μείωση της απασχόλησης. Σημαντική, όμως, επίδραση στην ζήτηση ενδέχεται να έχει και η ταχεία προσαρμογή των επιχειρήσεων στην τηλεργασία, όπως και η εξέλιξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και της ψηφιοποίησης σειράς δραστηριοτήτων και διαδικασιών του δημόσιου τομέα, που πραγματοποιείται το τελευταίο διάστημα.
«Βραχυπρόθεσμα αλλά και σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, εκτιμάται ότι οι ανάγκες σε χώρους ανά επιχείρηση θα βαίνουν μειούμενες, παρέχοντας ωστόσο το οικονομικό περιθώριο για αναζήτηση χώρων υψηλότερων προδιαγραφών ποιότητας και θέσης. Επομένως, οι ισχυρότερες αρνητικές επιπτώσεις αναμένονται στις αξίες των δευτερευουσών αγορών, ενώ μεσοπρόθεσμα, και υπό την προϋπόθεση της ανάκαμψης της οικονομίας, εκτιμάται ότι θα ενισχυθούν περαιτέρω οι αξίες των γραφείων υψηλών προδιαγραφών», προσθέτει η έκθεση.
Η στροφή προς την τηλεργασία είναι μια τάση που ενισχύθηκε από την πανδημία, επηρεάζοντας την αγορά εργασίας και ακινήτων, ωστόσο, χρειάζεται να φανεί κατά πόσο θα «ξεχαστεί» με την πάροδο του χρόνου ή θα παγιωθεί στην οικονομία.
Στην αγορά των καταστημάτων, τονίζει η έκθεση, ήδη διακρίνονται σημαντικές διαφοροποιήσεις στις επιπτώσεις της τρέχουσας κρίσης μεταξύ διαφόρων υποκατηγοριών, όπως τα μικρά καταστήματα λιανικής, τα εμπορικά κέντρα, οι μεγάλοι εμπορικοί χώροι (ακίνητα τύπου “big box”) και οι υπεραγορές τροφίμων (σούπερ μάρκετ).
Παράλληλα, η εξοικείωση με το ηλεκτρονικό εμπόριο που επιτυγχάνεται με ραγδαίους ρυθμούς τους τελευταίους μήνες και η επιφυλακτικότητα των καταναλωτών να βρεθούν σε κλειστούς χώρους, όπου παρατηρείται μεγάλη προσέλευση πελατών, ενδέχεται να δημιουργήσει πιέσεις στη ζήτηση και να οδηγήσει σε μεταβολή των απαιτούμενων προδιαγραφών των χώρων καταστημάτων, με αντίστοιχη αύξηση της ζήτησης για αποθηκευτικούς χώρους, σύμφωνα με την ΤτΕ.
Μια συναλλαγή κομβικής σημασίας
Την στιγμή που η αγορά παραμένει «παγωμένη», τα πρώτα συμπεράσματα για το επενδυτικό ενδιαφέρον που υπάρχει αυτή την περίοδο για σημαντικά ακίνητα γραφείων αναμένεται να εξαχθούν σύντομα από τη διαδικασία πώλησης ενός ιστορικής σημασίας ακινήτου στο κέντρο της Αθήνας.
Ειδικότερα, όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στην πώληση του ιστορικού κτιρίου στην οδό Χρήστου Λαδά, το οποίο στέγαζε τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη. Πρόκειται για ένα ακίνητο, το οποίο ανήκει πλέον στη Sodia Capital Management, συνολικής επιφάνειας 4.000 τ.μ., που αποτιμάται σε περίπου 8 εκατ. ευρώ. Οι προσφορές αναμένεται να κατατεθούν έως το τέλος Ιουλίου.