Μεγάλη βουτιά αλλά όχι καθίζηση καταγράφεται στο έσοδα του Δημοσίου τον Μάιο, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ο ρυθμός μείωσης τους κινείται στο 30%-40% σε σχέση με τον ίδιο μήνα πέρυσι.
Η πορεία των εισπράξεων, παρά την οικονομική καραντίνα, την πτώση του τζίρου σε ποσοστά πάνω 50% στην αγορά και την αναστολή πληρωμών δεν είναι καταστροφική επισημαίνουν παράγοντες του οικονομικού επιτελείου και θεωρούν ότι καταλυτικό ρόλο έπαιξαν τα μπόνους για εφάπαξ εξόφληση των φόρων και το γεγονός ότι μερίδα των φορολογούμενων επέδειξε συνέπεια στις υποχρεώσεις του.
Βέβαια συγκριτικά με τον Απρίλιο η «τρύπα» στα κρατικά ταμεία διευρύνθηκε και σχεδόν διπλασιάστηκε αφού ήταν 17,2%.Υπενθυμίζεται ότι τα καθαρά φορολογικά έσοδα του Απριλίου μειώθηκαν σε σχέση με τον αρχικό στόχο του προϋπολογισμού από τα 3,428 δισ. ευρώ στα 2,840 δισ. ευρώ.
Η απρόσμενα χαμηλή πτώση στα έσοδα δεδομένης της αρνητικής συγκυρίας στην οικονομία σε καμία περίπτωση δεν δημιουργεί εφησυχασμό στο υπουργείο Οικονομικών, καθώς και οι επόμενοι μήνες είναι κρίσιμοι για την πορεία των εισπράξεων και την έκταση της υστέρησης.
Έρχονται οι νέες υποχρεώσεις
Τα μηνύματα από την αγορά μετά την άρση του lockdown δεν είναι ενθαρρυντικά καθώς σε δύο βασικούς κλάδους το λιανικό εμπόριο κι την εστίαση ο τζίρος είναι υποτονικός λόγω του περιορισμού της κατανάλωσης, πράγμα που επηρεάζει καθοδικά τις εισπράξεις του Δημοσίου από φόρους και ταυτόχρονα δυσχεραίνει την αποπληρωμή των οφειλών.
Επιπρόσθετα, εστία κινδύνου για τα έσοδα αποτελεί το «βουνό» των φορολογικών υποχρεώσεων του δευτέρου εξαμήνου, καθώς από το τέλος του Ιουλίου θα αρχίσουν να τρέχουν οι προθεσμίες για την αποπληρωμή του φόρου εισοδήματος και του ΕΝΦΙΑ εν μέσω οικονομικής στενότητας των νοικοκυριών.
Ταυτόχρονα, τον Σεπτέμβριο λήγει η αναστολή για την πληρωμή των φόρων που έληγαν στο τρίμηνο Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου και έτσι οι επιχειρήσεις και τα φυσικά πρόσωπα θα βρεθούν μπροστά σε συσσωρευμένες οφειλές. Υπό τον φόβο μίας νέας γενιά κόκκινων χρεών στο Δημόσιο στο υπουργείο Οικονομικών εξετάζουν το ενδεχόμενο επιμήκυνσης της διάρκειας αποπληρωμής των οφειλών, αναβίωση των 120 δόσεων και θέσπιση έκτακτης ρύθμισης για τα χρέη της πανδημίας.
Ανατρέπεται το σχέδιο για ελέγχους
Αρνητικός παράγοντας είναι και η ανατροπή στο επιχειρησιακό σχέδιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) για τη διενέργεια 45.000 φορολογικών ελέγχων μέσα στο 2020. Εξαιτίας του γεγονότος ότι μία στις τρεις επιχειρήσεις από τον κλάδο της εστίασης βρίσκονται ήδη στο χείλος τους γκρεμού και πολλές χιλιάδες ακόμη από άλλους νευραλγικούς τομείς της οικονομίας κινδυνεύουν με λουκέτο, η ΑΑΔΕ αλλάζει τις προτεραιότητες στους ελέγχους, βγάζοντας από το κάδρο τους μικρούς επιχειρηματίες.
Το μπαράζ των ελέγχων στρέφεται στις εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις της τελευταίας πενταετίας. Πρόκειται υποθέσεις για τις οποίες επέρχεται παραγραφή στο τέλος του 2020, στερώντας από το Δημόσιο το δικαίωμα να επιβάλει φόρους και πρόστιμα, ακόμα και αν υπάρχει αυταπόδεικτη φοροδιαφυγή. Στο στόχαστρο βρίσκονται κυρίως μεγάλες και φρέσκες φορολογικές υποθέσεις που πρέπει να ελεγχθούν μέχρι το τέλος του έτους.
Πίεση στις δαπάνες
Την ίδια ώρα οι πιέσεις στο μέτωπο των δαπανών θα συνεχισθούν λόγω των αυξημένων χρηματοδοτικών αναγκών για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων από την πανδημία. Η εισροή πόρων από τα ευρωπαϊκά ταμεία αργεί, με αποτέλεσμα η ενεργοποίηση του πακέτου των δημοσιονομιών μέτρων να στηρίζεται αποκλειστικά σε εθνικά κονδύλια, πράγμα που επιδεινώνει το έλλειμμα και υπονομεύει τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου.
Σύμφωνα με τους παράγοντες του οικονομικού επιτελείου οι ταμειακές αντοχές της χώρας κινούνται σήμερα σε ικανοποιητικά επίπεδα αλλά δεν είναι απεριόριστες ούτε επαρκούν για να επουλώσουν τις πληγές της ύφεσης τη στιγμή μάλιστα που το τοπίο στην οικονομία παραμένει θολό και ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια το τελικό ύψος των ζημιών από τον κορονοϊό και συνεπώς τη χρηματοδοτική δύναμη πυρός για την επανεκκίνηση της οικονομίας.