Τη δυστοκία στον σχεδιασμό του τρόπου φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων αναδεικνύει η καθυστέρηση παράδοσης του σχετικού πορίσματος από την αρμόδια Ομάδα Εργασίας που είχε συστήσει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
Ήταν εξαρχής εμφανείς οι δυσκολίες του εγχειρήματος της αποτελεσματικής φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων, τις οποίες πλέον διαπιστώνει και η Ομάδα Εργασίας, ενώ την ίδια στιγμή επικρατεί φορολογικό κομφούζιο όταν μια υπόθεση με κρυπτονομίσματα φτάσει στην εφορία.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος, ενδεικτική είναι η επίσημη θέση της ΑΑΔΕ για τα crypto, όπως αυτή διατυπώθηκε από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών σε σειρά περιπτώσεων που εκδίκασε: «το κρυπτονόμισμα θεωρείται ψηφιακή μονάδα αξίας, η οποία μπορεί να ανταλλάσσεται ηλεκτρονικά και όχι νόμισμα, δηλαδή δεν είναι αποδεκτό μέσο συναλλαγής και άρα δεν είναι συνάλλαγμα».
Με νέα απόφαση που εκδόθηκε στις 22 Δεκεμβρίου και υπογράφει ο υπηρεσιακός Γραμματέας του ΥΠΕΘΟΟ, Εμμ. Αντωνόπουλος, τοποθετείται στην Ομάδα Εργασίας ένα στέλεχος της Γενικής Γραμματείας Φορολογικής Πολιτικής, γεγονός που δείχνει ότι ακόμη «υπάρχει δουλειά».
Στην Ομάδα μετέχουν ανώτερα στελέχη του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, της ΑΑΔΕ, του (πρώην) ΣΔΟΕ, της Τράπεζας της Ελλάδος, της Γενικής Γραμματείας Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, καθηγητές πανεπιστημίου, εκπρόσωποι της Μόνιμης Αντιπροσωπείας στην Ε.Ε. και της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων.
Σύμφωνα με την αρχική απόφαση, «το έργο της Ομάδας Εργασίας συνίσταται στον καθορισμό πλαισίου φορολόγησης, ελέγχου και κανονιστικής λειτουργίας των κρυπτονομισμάτων και ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων (digital assets)», έργο που από τον Μάρτιο του 2024 δεν έχει καταστεί εφικτό να ολοκληρωθεί.
Η πρώτη επιτροπή συστάθηκε τον Μάρτιο του 2024, με τον ίδιο ακριβώς σκοπό, και διαλύθηκε τον Αύγουστο του ίδιου έτους, χωρίς να καταφέρει να καταλήξει σε κάποιο πόρισμα. Στις 7 Νοεμβρίου 2024 συστάθηκε νέα επιτροπή με πιο διευρυμένη σύνθεση, ωστόσο 14 μήνες μετά δεν έχει καταλήξει σε κάποιο αποτέλεσμα.
Ο εντοπισμός τους
Το βασικό σενάριο θέλει τη φορολόγηση της υπεραξίας των κρυπτονομισμάτων με συντελεστή 15% για τα φυσικά πρόσωπα και με υψηλότερο συντελεστή για τα κέρδη των επιχειρήσεων.
Ωστόσο, η βασική δυσκολία είναι ο εντοπισμός τους, καθώς η πλειονότητα των συγκεκριμένων κεφαλαίων επενδύεται μέσω «λαβυρίνθων» χρηματοπιστωτικών φορέων που δεν μπορούν να εντοπιστούν, εφόσον οι ίδιοι οι επενδυτές δεν το επιθυμούν.
Αν ο εντοπισμός των ροών κεφαλαίων προς και από τα crypto ήταν απλός, το πλαίσιο φορολόγησης θα είχε ήδη καθοριστεί, αναφέρουν πηγές του οικονομικού επιτελείου.
Προκειμένου να καταστεί ευκολότερη η διαδικασία εντοπισμού, η στόχευση του ΥΠΕΘΟΟ κινείται στους εξής άξονες:
- την ανάπτυξη κανονιστικού πλαισίου για τη λειτουργία και την παρακολούθηση των κρυπτονομισμάτων και των λοιπών ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων,
- την ανάπτυξη πλαισίου για τη φορολογική τους μεταχείριση, λαμβάνοντας υπόψη βέλτιστες διεθνείς πρακτικές,
- την ενίσχυση του πλαισίου ελέγχου και της καταπολέμησης της χρήσης τους για παράνομες δραστηριότητες.
Κεντρική πρωτοβουλία αποτελεί η επέκταση του δικτύου χωρών για την Αυτόματη Ανταλλαγή Πληροφοριών για φορολογικούς σκοπούς, όπως ισχύει ήδη για τις τραπεζικές καταθέσεις. Εφόσον ενεργοποιηθεί πλήρως η συνεργασία αυτή, η ΑΑΔΕ θα λαμβάνει στοιχεία από άλλα κράτη-μέλη και για επενδύσεις σε κρυπτονομίσματα φορολογικών κατοίκων Ελλάδας.
Τα σημερινά… παράλογα
Σήμερα η εφορία αντιμετωπίζει τα κρυπτονομίσματα σχεδόν σαν να μην υφίστανται, όπως προκύπτει από υποθέσεις φορολογουμένων που εκδικάστηκαν από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών και αποκάλυψε το BD.
Με βάση τη θέση ότι «το κρυπτονόμισμα δεν αποτελεί νόμισμα ούτε συνάλλαγμα», έχουν καταγραφεί ενδεικτικά οι εξής περιπτώσεις:
- Σε τραπεζικό λογαριασμό φορολογούμενης βρέθηκε ποσό 12.000 ευρώ άγνωστης προέλευσης. Καθώς αποδείχθηκε ότι προερχόταν από κρυπτονομίσματα, η εφορία δεν το θεώρησε προσαύξηση περιουσίας και δεν επέβαλε φόρους ή πρόστιμα.
- Φορολογική αρχή δεν αναγνώρισε κέρδη από κρυπτονομίσματα ύψους 182,5 εκατ. ευρώ που επικαλέστηκε ζευγάρι για την απόκτηση ακινήτου.
- Φορολογούμενος δήλωσε εισόδημα 1,7 εκατ. ευρώ από πώληση Bitcoin, όμως η εφορία αρνήθηκε να τον φορολογήσει, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να νομιμοποιήσει τα κεφάλαια.
- Σε άλλη περίπτωση, επιβλήθηκε ΦΠΑ 24% σε ανταλλακτήριο νομισμάτων για συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα.