Σε υψηλά επίπεδα άνω του 20% κινείται η παραοικονομία την Ελλάδα, σύμφωνα με την έκθεση «Mind the Gap» της Κομισιόν, η οποία επισημαίνει επίσης, τον μεγάλο αριθμό και το κόστος των φοροαπαλλαγών, τα υψηλά ληξιπρόθεσμα χρέη, τη μεγάλη επιβάρυνση των έμμεσων φόρων. Καταγράφει επίσης πως η Ελλάδα υπερέχει του μέσου όρου στην ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων, ενώ όσο για την πολυπλοκότητα του φορολογικού συστήματος, υπάρχουν και χειρότερα από την Ελλάδα.
Κοντά στα 50 δισ. ευρώ υπολογίζει την παραοικονομία στην Ελλάδα έκθεση της Κομισιόν, η οποία επίσης χαρακτηρίζει υπερβολικά μεγάλο τον αριθμό των φορολογικών δαπανών, υψηλά τα ληξιπρόθεσμα χρέη, υψηλή την επιβάρυνση μέσω της έμμεσης φορολογίας, αλλά αναγνωρίζει πως έγιναν σημαντικά βήματα στην πάταξη της φοροδιαφυγής, μέσω της προώθησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Πρόκειται για την έκθεση «Mind the Gap» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία επιχειρεί μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση των φορολογικών κενών στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ και από τις διαπιστώσεις της προκύπτει πως, μόνο το εκτιμώμενο κενό συμμόρφωσης στον ΦΠΑ – δηλαδή η διαφορά μεταξύ των εσόδων που θα μπορούσαν να έχουν εισπραχθεί από τις κυβερνήσεις και των εσόδων που πράγματι εισπράχθηκαν – ανήλθε σε 128 δισ. ευρώ το 2023.
Τι αναφέρει η έκθεση για την Ελλάδα
Αναλυτικότερα σε ότι αφορά στην Ελλάδα η έκθεση αναγνωρίζει τη σημαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί στον τομέα της ψηφιοποίησης του φορολογικού συστήματος και της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, ενώ παράλληλα εντοπίζει τομείς που χρήζουν βελτίωσης, ιδίως όσον αφορά τον υπερβολικά μεγάλο αριθμό φορολογικών δαπανών και την ανάγκη θέσπισης επίσημης στρατηγικής διαχείρισης κινδύνων συμμόρφωσης.
Οι κυριότερες επισημάνσεις της έκθεσης για την Ελλάδα είναι οι ακόλουθες:
Παραοικονομία (Shadow Economy): Η παραοικονομία στην Ελλάδα εκτιμάται στο 21% του ΑΕΠ (2022), ποσοστό 3,7 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (17,6%). Παρά τη μείωση από το 24% του 2012, η πρόκληση παραμένει σημαντική, με τον τομέα των αυτοαπασχολούμενων να αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της παραοικονομίας.
Το ποσοστό αντιστοιχεί περίπου 50 δισ. ευρώ, μέγεθος στο οποίο υπολογίζουν την «γκρίζα οικονομία» το ΚΕΠΕ και ο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Κενό ΦΠΑ συμμόρφωσης ΦΠΑ (VAT Compliance Gap): Η Ελλάδα παρουσιάζει σημαντική βελτίωση στο κενό συμμόρφωσης ΦΠΑ, με συγκλίνουσα τροχιά προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το 2023, το κενό ανήλθε σε 3 δισ. ευρώ ή 11% του VTTL (θεωρητικής φορολογητέας ύλης), υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ (9,5%), αλλά σημαντικά μειωμένο σε σχέση με το 2019 (24% — μείωση 13 ποσοστιαίων μονάδων).
Ωστόσο, η έκθεση επισημαίνει ότι η ανάπτυξη του τομέα υπηρεσιών και τουρισμού ενδέχεται να επιβραδύνει την περαιτέρω σύγκλιση, καθώς οι κίνδυνοι μη συμμόρφωσης είναι γενικά υψηλότεροι στον τομέα των υπηρεσιών. Επιπλέον, οι απώλειες από απάτη MTIC (Missing Trader Intra-Community) εκτιμώνται σε 310 εκατ. ευρώ το 2023.
Κενό φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων (CIT Gap): Η ΑΑΔΕ εκτιμά το κενό φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων με top-down προσέγγιση, αν και τα αποτελέσματα δεν δημοσιεύονται.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Επιτροπής (JRC), το κενό ανέρχεται σε περίπου 7,7% των εισπραττόμενων εσόδων φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων (στοιχεία 2015), ποσοστό κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (10,9%).
Κενό φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων (PIT Gap): Η έκθεση εντοπίζει σημαντικό πρόβλημα υποδήλωσης εισοδημάτων, ιδίως μεταξύ των αυτοαπασχολούμενων και συγκεκριμένα:
- Το 67% των αυτοαπασχολούμενων δηλώνει εισόδημα κάτω από 10.000 ευρώ ετησίως (στοιχεία του 2021)
- Το 37% όλων των φορολογουμένων δηλώνει εισόδημα έως 5.000 ευρώ
- Το 79% του συνολικού δηλωθέντος εισοδήματος (84 δισ. ευρώ το 2021) προέρχεται από μισθωτούς. Αυτό σημαίνει ότι οι μισθωτοί, των οποίων το εισόδημα παρακρατείται στην πηγή, επωμίζονται δυσανάλογα υψηλή φορολογική επιβάρυνση.
Έσοδα: Τα φορολογικά έσοδα της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ ανέρχονται στο 38,9%, ελαφρώς χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ (39,0%). Όμως η Ελλάδα εξαρτάται περισσότερο από τη φορολογία κατανάλωσης σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο καθώς:
- Οι φόροι εργασίας αποτελούν το 39,7% των εσόδων (ΕΕ: 51,2%)
- Οι φόροι κατανάλωσης αποτελούν το 38,9% των εσόδων (ΕΕ: 26,9%)
- Οι φόροι κεφαλαίου αποτελούν το 21,4% των εσόδων (ΕΕ: 21,9%)
- Τα έσοδα από τον ΦΠΑ αποτελούν το 22,5% του συνόλου (ΕΕ: 18,3%) και 8,8% του ΑΕΠ (ΕΕ: 7,1%).
Υπερβολικός αριθμός φοροαπαλλαγών: Η Ελλάδα διαθέτει τον υψηλότερο αριθμό φορολογικών δαπανών στην ΕΕ, με σημαντικό δημοσιονομικό αντίκτυπο και συγκεκριμένα ανέρχονται σε 1.116, με τα διαφυγόντα έσοδα (2023) να ανέρχονται σε 18,82 δισ. ευρώ ή στο 31% των συνολικών φορολογικών εσόδων. Οι περισσότερες δαπάνες αφορούν: φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (249), φόρο νομικών προσώπων (233), τέλη χαρτοσήμου (76), ΦΠΑ (75). Επισημαίνει δε, πως «δεν υπάρχει μηχανισμός αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των φορολογικών δαπανών και θα πρέπει να συσταθεί.
Φορολογικοί ελεγκτές: Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντική έλλειψη ελεγκτικού προσωπικού, αφού μόνο το 22,16% του προσωπικού ασχολείται με ελεγκτικές λειτουργίες (ΕΕ: 32,2%), ενώ η έλλειψη προσωπικού οδηγεί σε μη εξέταση ακόμη και προτεραιοποιημένων υποθέσεων.
Πρόσθετα έσοδα από ελέγχους: Παρά την έλλειψη προσωπικού, τα πρόσθετα έσοδα από ελέγχους υπερβαίνουν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και συγκεκριμένα το 2023 ήταν στο 2,59% των καθαρών εσόδων, έναντι 1,6% στην ΕΕ, ενώ το 2028 ήταν στο 3,87% έναντι 2,77% στην ΕΕ.
Ψηφιακή εφορία: Η Ελλάδα υπερέχει του ευρωπαϊκού μέσου όρου στην ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων καθώς οι δηλώσεις φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων είναι στο 99,9% (ΕΕ: 97,1%), των φυσικών προσώπων στο 98,5% (ΕΕ: 87,1%) και στον ΦΠΑ: 100% (ΕΕ: 99,2%).
Φορολογική Πολυπλοκότητα: Η Ελλάδα έχει σχετικά χαμηλό επίπεδο φορολογικής πολυπλοκότητας, καθώς κατατάσσεται 8η μεταξύ των 27 κρατών μελών στον Δείκτη Φορολογικής Πολυπλοκότητας (Tax Complexity Index, TCI), το 49% των Ελλήνων θεωρεί εύκολη τη συμπλήρωση της φορολογικής δήλωσης (16η θέση στην ΕΕ, στον μέσο όρο) και το 55% θεωρεί επαρκή την υποστήριξη της φορολογικής διοίκησης (5η θέση στην ΕΕ).
Ληξιπρόθεσμα χρέη: Οι εκκρεμείς φορολογικές οφειλές αποτελούν σημείο ανησυχίας για την Ελλάδα, καθώς με ποσοστό 159% των συνολικών καθαρών εσόδων που εισπράχθηκαν, οι εκκρεμείς φορολογικές οφειλές παρέμειναν μεταξύ των υψηλότερων στην ΕΕ (30,7 % κατά μέσο όρο) το 2023.
Το ποσοστό των εισπρακτέων οφειλών σε σύγκριση με το σύνολο των οφειλών παρέμεινε υψηλό κατά τα έτη 2018 έως 2023, αν και σημειώθηκε μικρή μείωση (από 81,6 % σε 75,2 %).
Προκειμένου να μειωθεί ο όγκος των φορολογικών οφειλών, σε τακτά χρονικά διαστήματα θεσπίζονται νομοθετικές διατάξεις για την εισαγωγή της αποπληρωμής των οφειλών σε άτοκες δόσεις που εκτείνονται σε μακρά χρονικά διαστήματα και τη μείωση του χρέους σε περίπτωση πλήρους αποπληρωμής.
Ταυτόχρονα, ο τόκος για τις ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές ορίζεται σε 8,76 % ετησίως και, ανάλογα με το μέγεθος του χρέους και την προέλευσή του (π.χ. φορολογική απάτη), εφαρμόζονται μέτρα όπως η κατάσχεση τραπεζικών λογαριασμών και πιστώσεων σε τρίτους, η άρνηση έγκρισης μεταβίβασης περιουσίας.
Οι φορολογικές ληξιπρόθεσμες οφειλές μπορούν να μειωθούν με την εστίαση στην έγκαιρη πληρωμή. Η Ελλάδα έχει καταβάλει προσπάθειες μέσω της ψηφιοποίησης για την παροχή απρόσκοπτων διοικητικών διαδικασιών που διευκολύνουν την πληρωμή φόρων μέσω μιας μοναδικής ψηφιακής πύλης (MyAADE) για όλες τις υπηρεσίες που παρέχονται στους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Μέσω του ανανεωμένου ψηφιακού περιβάλλοντος της πύλης, οι φορολογούμενοι μπορούν να έχουν εύκολη πρόσβαση σε όλες τις ψηφιακές εφαρμογές, να βλέπουν στον λογαριασμό τους τις οφειλές, τις πληρωμές και τις επιστροφές τους και να πληρώνουν ή να διακανονίζουν τις οφειλές τους.
Επιπλέον, η Ελλάδα εισήγαγε το 2024 ένα νέο ψηφιακό σύστημα, το οποίο παρακολουθεί κεντρικά όλες τις ρυθμίσεις χρέους και ειδοποιεί έγκαιρα τους φορολογούμενους όταν κινδυνεύουν να χάσουν μια ρύθμιση χρέους. Οι οφειλέτες έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν και να διακανονίσουν τα μη διακανονισμένα χρέη τους εντός 3 μηνών, ώστε να μην χάσουν τις ρυθμίσεις χρέους τους.
Εισοδηματική ανισότητα
Η έκθεση της Κομισιόν επισημαίνει επίσης και την κοινωνική και εισοδηματική ανισότητα, σημειώνοντας, ότι το φορολογικό και κοινωνικό σύστημα στην Ελλάδα μειώνει την εισοδηματική ανισότητα σε πολύ μικρότερο βαθμό από τον μέσο όρο της ΕΕ το 2023, παρά την προοδευτική φορολογία της εργασίας.
Η επίδραση του φορολογικού και κοινωνικού συστήματος στη μείωση της συγκέντρωσης εισοδήματος στην Ελλάδα είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ (4,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2023, σε σύγκριση με τον μέσο όρο 7,7 ποσοστιαίες μονάδες στην ΕΕ).
Ακόμη, η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού στην ΕΕ-27 (26,9%, που είναι 5,9 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ).
Συνολικά, η προοδευτικότητα του ελληνικού φορολογικού συστήματος (όπως μετράται από τη διαφορά στο φορολογικό κενό μεταξύ των ατόμων με υψηλά και χαμηλά εισοδήματα) είναι σύμφωνη με τον μέσο όρο της ΕΕ.
Το φορολογικό κενό για την Ελλάδα το 2023 ήταν χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ τόσο για τα άγαμα άτομα σε διάφορα επίπεδα εισοδήματος όσο και για τους δεύτερους μισθωτούς με 67% του μέσου εισοδήματος.
Η διαφορά στη φορολογική επιβάρυνση μεταξύ των ατόμων με υψηλό εισόδημα (167% του μέσου μισθού) και των ατόμων με χαμηλό εισόδημα (67% του μέσου μισθού) είναι κατά 9,6 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ (7,8%).