Το βλέμμα στην επόμενη μέρα στρέφει η εγχώρια ανθοκομία, καθώς η φετινή χρονιά θεωρείται ήδη χαμένη. Σημαντική συμβολή στην προσπάθεια άνθησης του κλάδου αποτελεί η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εγκρίνει την καταβολή κρατικών ενισχύσεων ύψους 10,1 εκατ. ευρώ, βάσει του προσωρινού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις που ισχύει από τις αρχές Απριλίου ως μέρος της αντίδρασης της Ε.Ε. στην κρίση του κορονοϊού.
Αναλυτικότερα, μετά την παρατεταμένη περίοδο «μαρασμού» του κλάδου κατά την διάρκεια της δεκαετούς ύφεσης, όπου «χάθηκε» πάνω από το 50% των εσόδων, εφέτος δέχθηκε ακόμα ένα ισχυρό πλήγμα με την εξάπλωση της πανδημίας να επιβαρύνει εκ νέου σημαντικά τους παραγωγούς.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Αγροτικού Ανθοπαραγωγικού Συνεταιρισμού Αθηνών κ.Αθανάσιο Κελμάγερ η απώλεια εσόδων των παραγωγών από την πανδημία κυμαίνεται στο 60-70% μέχρι στιγμής, ενώ το γεγονός ότι η πλειονότητα των γάμων, βαφτίσεων και λοιπών εκδηλώσεων που είχαν προγραμματιστεί για τους καλοκαιρινούς μήνες «παγώνει», σηματοδοτεί ότι το 2020 αποτελεί μια χαμένη χρονιά για το κλάδο.
Η ενίσχυση των 10 εκατ. ευρώ θα δώσει την δυνατότητα στους παραγωγούς να στηρίξουν τις καλλιέργειες τους και ενδεχομένως επιβραδύνει το ρυθμό εγκατάλειψης της καλλιέργειας ανθέων. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Κελμάγερ «επειδή ο κλάδος μας ήταν από τους πρώτους που βίωσαν την αναγκαστική διακοπή λειτουργίας σε συνάρτηση με το γεγονός ότι δεν μπορεί να υπάρξει αποθεματοποίηση των ανθέων, αρκετοί παραγωγοί προκειμένου να μπορέσουν να εξασφαλίσουν εισόδημα προχώρησαν στην λαχανοκομία, καταστρέφοντας ένα 20-30% της καλλιέργειας άνθεων».
Η εξέλιξη αυτή ακολουθεί την περίοδο της ύφεσης όπου ο αριθμός των ανθοπαραγωγών συρρικνώθηκε. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο αριθμός των μελών του Ανθοπαραγωγικού Συνεταιρισμού Αθηνών, από περίπου 320 μέλη προ κρίσης αριθμεί πλέον 117.
Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, το πρόγραμμα στήριξης της ελληνικής ανθοκομίας, θα λάβει τη μορφή άμεσων επιχορηγήσεων, οι οποίες θα μπορούν να χορηγηθούν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Το ύψος του ποσού ενίσχυσης ορίζεται σε 1250 ευρώ ανά στρέμμα καλλιέργειας υπαίθρου, ανθέων και καλλωπιστικών δρεπτών ανθέων, φυτών κηποτεχνίας και άλλων ανθοκομικών φυτών εξωτερικού χώρου και σε 2.500 ευρώ ανά στρέμμα καλλιέργειας ανθέων υπό κάλυψη (θερμοκηπίων) ανθέων και καλλωπιστικών, δρεπτών ανθέων και γλαστρικών ανθέων εσωτερικού χώρου.
Σημειώνεται ότι οι βασικές περιοχές ανάπτυξης της ανθοκομίας βρίσκονται σε Αττική, Βόλο, Θεσσαλονίκη και Κρήτη, με το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής να συγκεντρώνεται στο λεκανοπέδιο της Αττικής.
Ωστόσο, ελέω της νέας τάξης πραγμάτων που δημιούργησε η πανδημία, οι παραγωγοί εξετάζουν διάφορες εναλλακτικές προκειμένου να διατηρήσουν βιώσιμη λειτουργία. Μια τάση που φέρεται να αποτελεί διέξοδο είναι η στροφή στην καλλιέργεια αρωματικών φυτών ενώ για τους νεοεισερχόμενους στο κλάδο προτείνεται η επιλογή της μονοκαλλιέργειας. Παράλληλα, δρομολογούνται δράσεις στήριξης των αυτόχθονων ελληνικών φυτών κυρίως στην κατεύθυνση της προσέλκυσης του ενδιαφέροντος των καταναλωτών να επιλέγουν περισσότερα εγχώρια φυτά.