Χαμηλώνει ο πήχης για τις ευρωπαϊκές μετοχές μέχρι το τέλος του έτους καθώς οι γεωπολιτικές εντάσεις, και το γεγονός ότι ήδη έχουν προβλεφθεί τα όποια κέρδη ανά μετοχή στα αποτελέσματα του εξαμήνου, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για μεγαλύτερη άνοδο.
Η Citi προειδοποιεί πως η «εύκολη» φάση της ανόδου στις διεθνείς αγορές μετοχών φαίνεται να έχει περάσει, δίνοντας τη θέση της σε μια περίοδο εντονότερης μεταβλητότητας, νευρικότητας και αβεβαιότητας. Αν και η τράπεζα εκτιμά ότι έως τα μέσα του 2026 οι αγορές θα μπορούσαν να σημειώσουν περαιτέρω άνοδο περίπου 5% από τα τρέχοντα επίπεδα, προειδοποιεί πως η επόμενη φάση θα είναι πιο δύσκολη και επιλεκτική για τους επενδυτές.
Η Citi εξακολουθεί να διατηρεί προτίμηση στους κυκλικούς κλάδους, ωστόσο υποβαθμίζει εκείνους όπου η εικόνα των κερδών ανά μετοχή (EPS) παραμένει ασαφής — όπως η αυτοκινητοβιομηχανία. Αντίθετα, ο τομέας της υγειονομικής περίθαλψης ξεχωρίζει ως ο αγαπημένος της επιλογής για επενδυτική άμυνα, χάρη στη σταθερότητα των κερδών και την ανθεκτικότητα της ζήτησης.
Παράλληλα, η περίοδος ανακοίνωσης εταιρικών αποτελεσμάτων γ’ τριμήνου βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, και ενδέχεται να φέρει νέα ερωτήματα γύρω από τις υψηλές αποτιμήσεις και το αισιόδοξο κλίμα που επικρατεί στις αγορές.
Η Citi θεωρεί ότι αυτή η περίοδος είναι κομβική για τις ευρωπαϊκές μετοχές, καθώς οι προβλέψεις για τα κέρδη ανά μετοχή φαίνεται να αγγίζουν τον «πάτο» ύστερα από συνεχείς υποβαθμίσεις. Ήδη, υπάρχουν σημάδια σταθεροποίησης και ήπιας ανάκαμψης στα EPS, κυρίως σε τομείς με εγχώριο προσανατολισμό, ενώ οι διεθνώς εκτεθειμένες εταιρείες δέχονται πιέσεις λόγω ισχυρού ευρώ και δασμολογικών κινδύνων.
Η Citi προβλέπει μικρή αποδυνάμωση του ευρώ το 2025, κάτι που θα μπορούσε να λειτουργήσει ενισχυτικά για τις εξαγωγικές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Η Citi επισημαίνει ότι οι επενδυτές στρέφονται κυρίως στους κλάδους με ισχυρή δυναμική κερδών, γεγονός που οδηγεί σε «συνωστισμό» θέσεων. Προτείνει, ωστόσο, προσοχή και επιλογή τομέων με υγιή κερδοφορία αλλά χαμηλή επενδυτική τοποθέτηση — όπως η Υγεία, το Λογισμικό, τα Τρόφιμα & Ποτά και το Λιανικό Εμπόριο Τροφίμων. Επιπλέον, οι Αμυντικοί κλάδοι θεωρούνται κατάλληλοι για αντιστάθμιση κινδύνου σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας.
Υστέρηση των ευρωπαϊκών αγορών έναντι της Wall Street
Σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg σε 18 στρατηγικούς αναλυτές, ο δείκτης Stoxx Europe 600 αναμένεται να κλείσει στις 560 μονάδες κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του 2025, περίπου 1% χαμηλότερα από το πρόσφατο κλείσιμο.
Η Societe Generale προβλέπει πτώση έως τις 530 μονάδες, ενώ η Citigroup διατηρεί πιο αισιόδοξη πρόβλεψη στις 570 μονάδες. «Οι αγορές της Ευρώπης φαίνεται να κινούνται σε εύθραυστο έδαφος, με την αβεβαιότητα γύρω από το εμπόριο και τη βιομηχανική δραστηριότητα να λειτουργεί αποτρεπτικά για νέες τοποθετήσεις», σχολίασε αναλυτής της Citi.
Παρά τα πρόσφατα ιστορικά υψηλά του Stoxx 600, η ευρωπαϊκή αγορά δείχνει να υστερεί έναντι του S&P 500, καθώς η περιορισμένη έκθεσή της στον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης δεν της επέτρεψε να επωφεληθεί από το παγκόσμιο ράλι τεχνολογίας.
Επιπλέον, η νέα εμπορική διαμάχη μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου αναζωπύρωσε τους φόβους για επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, επηρεάζοντας αρνητικά τις εξαγωγικές βιομηχανίες της Ευρώπης.
«Η Ευρώπη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την υγεία της αμερικανικής οικονομίας, ειδικά στους κλάδους των αυτοκινήτων και των μετάλλων», αναφέρει το Bloomberg Intelligence, το οποίο προβλέπει μικρή μείωση στα κέρδη των εισηγμένων για το 2025, πριν από ανάκαμψη 11% το 2026.
Ωστόσο, δεν λείπουν και οι αισιόδοξες φωνές. Η πολιτική σταθεροποίηση στη Γαλλία, μετά την επιβίωση του πρωθυπουργού Σεμπαστιάν Λεκορνί από δύο προτάσεις μομφής, φαίνεται να περιορίζει την αβεβαιότητα στις αγορές.
«Οι αποτιμήσεις των μετοχών είναι πλέον κοντά στον ιστορικό τους μέσο όρο και η τοποθέτηση των επενδυτών παραμένει ελαφριά. Αυτό αφήνει περιθώριο για βραχυπρόθεσμη ανοδική αντίδραση», σημείωσε αναλυτής της Societe Generale.
Παρά τη συγκρατημένη αισιοδοξία, οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν πως το υπόλοιπο του έτους θα είναι μια περίοδος σταθεροποίησης και προσεκτικών κινήσεων, με τις αγορές να παρακολουθούν στενά τις επόμενες εξελίξεις στο μέτωπο των εμπορικών σχέσεων ΗΠΑ–Κίνας.