Τα 120 δισ. ευρώ που θα χρησιμοποιηθούν για πρόσθετες αγορές ομολόγων, κρατικών και των ιδιωτικών επιχειρήσεων, ως το τέλος του έτους είναι ένα επαρκές εργαλείο για να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα που δημιουργεί στις οικονομίες της ευρωζώνης η επιδημία του κορονοϊού, τόνισε πριν λίγο η Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας σε δημοσιογράφους στην Φραγκφούρτη, όταν κλήθηκε να εξηγήσει γιατί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν μείωσε σήμερα τα επιτόκιά της, όπως έχουν ήδη κάνει άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες (Fed, Τράπεζα της Αγγλίας).
Η πρόεδρος της ΕΚΤ απέφυγε να αναφέρει αν υπήρξαν αντιρρήσεις στις σκέψεις για μείωση των επιτοκίων, προφανώς από τον... συνήθη ύποπτο, Γερμανό κεντρικό τραπεζίτη, Γιενς Βάιντμαν, και ξεκαθάρισε ότι οι σημερινές αποφάσεις για τα μέτρα στήριξης της οικονομίας λήφθηκαν ομόφωνα. Σύμφωνα με την κ. Λαγκάρντ, πάντως, υπάρχει θέληση από όλα τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέτρα που μπορεί να χρειασθούν για την αντιμετώπιση της κρίσης με τον κορονοϊό, μια τοποθέτηση που αφήνει ενδεχομένως ανοικτό το ενδεχόμενο μείωσης των επιτοκίων στο μέλλον.
Σχετικά με την αρνητική αρχική αντίδραση των αγορών στα μέτρα που ανακοινώθηκαν, η Κρ. Λαγκάρντ τόνισε ότι οι αγορές μπορεί να χρειάζονται χρόνο για να αναλύσουν τις αποφάσεις και να τις αποτιμήσουν και επέμεινε ιδιαίτερα στις θετικές επιδράσεις που θα έχει το αναβαθμισμένο πρόγραμμα στοχευμένης χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.
Πάντως, η επικεφαλής της ΕΚΤ ξεκαθάρισε ότι σε αυτή την κρίση οι κυβερνήσεις είναι αυτές που έχουν τον πρώτο ρόλο για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών με μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής.
Όπως προέβλεψε, αν όλοι οι παίκτες, δηλαδή και οι κυβερνήσεις, πάρουν τα σωστά μέτρα, το σοκ στην οικονομία από την επιδημία θα είναι προσωρινό και θα υπάρξει ανάκαμψη της οικονομίας, πιθανόν μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Νωρίτερα, το Business Daily μετέδωσε:
Δύο ισχυρά μέτρα παροχής πρόσθετης ρευστότητας στην αγορά ενεργοποιεί η ΕΚΤ για να αντιμετωπισθούν οι συνέπειες της επιδημίας κοροναϊού, χωρίς όμως να μειώνει περαιτέρω το ήδη αρνητικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων.
Ειδικότερα, η διοίκηση της ΕΚΤ αποφάσισε σήμερα:
- Να επεκτείνει το πρόγραμμα στοχευμένης παροχής ρευστότητας TLTRO και να το εφαρμόσει με ευνοϊκότερους όρους από Ιούνιο 2020 έως Ιούνιο 2021. Το επιτόκιο παροχής ρευστότητας στις τράπεζες για να την κατευθύνουν στις επιχειρήσεις θα είναι 0,25% χαμηλότερο από το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, δηλαδή θα είναι αρνητικό, ενώ θα αυξηθεί σημαντικά το όριο παροχής δανείων στις τράπεζες στο πλαίσιο του προγράμματος, φθάνοντας στο 50% των χορηγήσεων που είχαν στις 28 Φεβρουαρίου.
- Η ΕΚΤ προσθέτει στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (ποσοτική χαλάρωση) ένα ποσό ύψους 120 δισ. ευρώ ως το τέλος του τρέχοντος έτους, κάτι που σημαίνει ότι θα αυξηθούν σημαντικά, από 20 σε τουλάχιστον 30 δισ. ευρώ οι αγορές ομολόγων που θα γίνονται κάθε μήνα. Οι αγορές ομολόγων θα συνεχισθούν όσο χρειάζεται για να υποστηρίζεται η διευκολυντική επίδραση των χαμηλών επιτοκίων και θα σταματήσουν λίγο πριν την επόμενη αύξηση επιτοκίων.
Πάντως, η ΕΚΤ δεν προχώρησε σε μείωση των επιτοκίων της, αφήνοντας το επιτόκιο χρηματοδότησης των τραπεζών στο 0% και το επιτόκιο οριακής χρηματοδότησης στο 0,25%, ενώ το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων παραμένει στο -0,50%.
Σύμφωνα, εξάλλου, με το Bloomberg η κεντρική τράπεζα προχωρά και σε προσωρινή χαλάρωση των κανόνων για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, στο πλαίσιο των μέτρων αντιμετώπισης της αναταραχής που έχει προκαλέσει η επιδημία.