Βαρύτατο λογαριασμό φόρων και προστίμων καλείται να πληρώσει δικηγόρος της Αθήνας, που δήλωνε εισόδημα εξαθλίωσης, κάτω από 6.000 ευρώ, αλλά αποκαλύφθηκε από έλεγχο που έγινε στις τραπεζικές του καταθέσεις ότι έκρυψε από την εφορία εισοδήματα σχεδόν 1,3 εκατ. ευρώ. Οι φόροι που καλείται να πληρώσει μετά τον έλεγχο ξεπερνούν τα 1,1 εκατ. ευρώ, δηλαδή ο δικηγόρος έχασε το 85% των εισπράξεων που έκρυψε!
Πρόκειται για μια άκρως διδακτική ιστορία φοροδιαφυγής, που εξηγεί γιατί η κυβέρνηση επανέφερε εσπευσμένα ένα μοντέλο τεκμαρτής φορολόγησης των επαγγελματιών, αλλά ταυτόχρονα δείχνει ότι ούτε και το νέο σύστημα αρκεί για να χτυπηθεί πραγματικά η σοβαρή φοροδιαφυγή από επαγγελματίες με υψηλά εισοδήματα:
- Ο δικηγόρος - πρωταγωνιστής σε αυτή την ιστορία φοροδιαφυγής δήλωνε λιγότερα από 6.000 ευρώ εισόδημα και, αν ίσχυε τότε το νέο σύστημα τεκμαρτής φορολόγησης, σίγουρα θα είχε πληρώσει φόρο για μεγαλύτερο εισόδημα (14.196 ευρώ, τα οποία προβλέπονται με τις προσαυξήσεις για έναν επαγγελματία με περισσότερα από 13 χρόνια δραστηριότητας). Προφανές είναι, ότι ο φόρος θα ήταν μεν μεγαλύτερος, αλλά όχι πολύ. Και πάντως όχι σε βαθμό που να πλησιάζει στο ελάχιστο στα κρυμμένα εισοδήματα του δικηγόρου.
- Στην πραγματικότητα, ο μόνος τρόπος για να φορολογηθούν δίκαια επαγγελματίες αυτής της κατηγορίας, δηλαδή με πολύ υψηλά κρυμμένα εισοδήματα και... απεριόριστη θρασύτητα έναντι της Εφορίας, είναι να ακολουθηθεί ο δύσκολος δρόμος του φορολογικού ελέγχου, με έμφαση στις τραπεζικές καταθέσεις και σε άλλα στοιχεία που μπορούν να προδώσουν τη φοροδιαφυγή. Το τεκμαρτό μοντέλο υπολογισμού του φόρου θέτει μεν ένα ελάχιστο όριο για τα φορολογητέα εισοδήματα, αλλά το πρόβλημα της φοροδιαφυγής είναι πολύ ευρύτερο και δεν αντιμετωπίζεται παρά μόνο με ελέγχους.
Υπενθυμίζεται ότι, ειδικά οι δικηγόροι φαινόταν πριν επιβληθούν τα νέα μέτρα για τον τεκμαρτό υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος ότι δήλωναν στην Εφορία εξαιρετικά χαμηλά εισοδήματα. Για το 2021 είχαν καταγραφεί 39.519 δικηγόροι, εκ των οποίων κέρδη είχαν δηλώσει οι 26.715. Τα μέσα ακαθάριστα έσοδά τους ήταν 26.371 ευρώ και τα καθαρά αποτελέσματα ήταν μόλις 14.405 ευρώ, για τα οποία πλήρωσαν, κατά μέσο όρο, φόρο 4.531 ευρώ. Ασφαλώς, ανάμεσα σε αυτούς τους δικηγόρους υπάρχουν και αρκετοί, ιδιαίτερα νέοι, που τα βγάζουν πέρα δύσκολα, όμως τα πολύ χαμηλά μέσα ποσά φανερώνουν ότι υπάρχει και μεγάλος αριθμός δικηγόρων με σημαντικά κρυμμένα εισοδήματα.
Ένας θρασύτατος φοροφυγάς...
Χαρακτηριστική περίπτωση ακραίας φοροδιαφυγής από δικηγόρο είναι αυτή που παρουσιάζει σήμερα το BD και αφορά δικηγόρο της Αθήνας, ο οποίος τελικά πλήρωσε πολύ ακριβά την απόκρυψη από την εφορία, εισπράξεων από πελάτες του, ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ. Η σοβαρή αυτή υπόθεση φοροδιαφυγής εντοπίστηκε μέσα από τις ηλεκτρονικές διασταυρώσεις των τραπεζικών λογαριασμών που διενεργεί η ΑΑΔΕ.
Ο έλεγχος αφορούσε στο φορολογικό έτος 2017 και το εντυπωσιακό εύρημα ήταν πως ο εν λόγω φορολογούμενος για το ίδιο έτος δήλωσε ατομικό εισόδημα μόλις 5.961,01 ευρώ, ενώ ο φορολογικός έλεγχος, με τον συνυπολογισμό των τραπεζικών καταθέσεων ανέβασε το εισόδημα 172 φορές πάνω (!) και το προσδιόρισε στο ποσό των 1.025.468,34 ευρώ, δηλαδή μια διαφορά της τάξεως των 1.019.507,33 ευρώ.
Ο φόρος εισοδήματος και τα πρόστιμα που καταλογίστηκαν, ανήλθαν σε 763.991,17 ευρώ. Παράλληλα, όμως, βεβαιώθηκε και ΦΠΑ, ύψους 346.148,64 ευρώ. Δηλαδή το συνολικό ποσό που του βεβαιώθηκε από την εφορία, ανήλθε σε 1.110.139,81 ευρώ.
Όπως προκύπτει από το ιστορικό της υπόθεσης, που περιγράφεται σε σχετική απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ), ο εν λόγω δικηγόρος έλαβε τις συγκεκριμένες αμοιβές από 42 κατηγορούμενους για μια υπόθεση απάτης, η οποία εκδικάστηκε στο Εφετείο το 2015.
Πώς εντοπίστηκε η φοροδιαφυγή
Ο δικηγόρος εντοπίστηκε από τις κινήσεις των τραπεζικών του λογαριασμών από το Ειδικό Λογισμικό Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας, το οποίο χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της συνολικής καθαρής ατομικής/οικογενειακής τραπεζικής περιουσίας για κάθε ΑΦΜ και τη σύγκρισή της, με τα δηλωθέντα ατομικά/οικογενειακά εισοδήματα κατ' έτος, έτσι ώστε να εξάγεται εκτίμηση αποκρυβείσας ή μη φορολογηθείσας ύλης.
Στο πλαίσιο του ελέγχου που διενήργησε η Υπηρεσία Ελέγχου και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ) Αττικής το 2021, επεξεργάστηκε τα τραπεζικά δεδομένα που αφορούν στους λογαριασμούς στους οποίους ο προσφεύγων είναι δικαιούχος ή συνδικαιούχος και διαπίστωσε για το φορολογικό έτος 2017 ότι είχαν γίνει 101 πιστώσεις/καταθέσεις αδιευκρίνιστης προέλευσης συνολικού ποσού 1.292.889,19 ευρώ.
Ο φορολογούμενος δικαιολόγησε ένα μέρος των συγκεκριμένων πιστώσεων και ο φορολογικός έλεγχος προσδιόρισε το εισόδημά του για το φορολογικό έτος 2017, στο ποσό των 1.025.468,34 ευρώ.
Τον Οκτώβριο του 2023, με την Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φόρου Εισοδήματος φορολογικού έτους 2017, του Προϊστάμενου του 1ου ΕΛ.ΚΕ. Αττικής, καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος διαφορά φόρου ποσού 444.195,56 ευρώ, πλέον προστίμου φόρου (άρθρου 58 Κ.Φ.Δ.) ποσού ύψους 222.097,78 ευρώ και πλέον διαφοράς ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης ποσού 97.697,83 ευρώ, με αποτέλεσμα το σύνολο φόρων, τελών και εισφορών για καταβολή να ανέλθει σε 763.991,17.
Συγχρόνως, εκδόθηκε και Οριστική Πράξη Διορθωτικού Προσδιορισμού Φ.Π.Α., φορολογικής περιόδου 01/01/2017 – 31/12/2017, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος του προσφεύγοντος, διαφορά χρεωστικού υπολοίπου ΦΠΑ ποσού 230.575,38 ευρώ, πλέον προστίμου, ποσού ύψους 115.573,26 ευρώ, ήτοι σύνολο φόρου για καταβολή 346.148,64 ευρώ.
Με τον τρόπο αυτό, το συνολικό ποσό των φόρων, προστίμων και προσαυξήσεων ανήλθε σε 1.110.139,81 ευρώ.
Προκειμένου ο έλεγχος να καταλήξει στις διαπιστώσεις του, έλαβε υπόψη:
- Τις απόψεις του ελεγχόμενου και των εγγράφων που προσκόμισε στην αρμόδια Υπηρεσία.
- Τις διαπιστώσεις από τη διασταύρωση των ονομαστικών πρωτογενών καταθέσεων με τα στοιχεία που τέθηκαν στη διάθεση του ελέγχου από τον μερικό επιτόπιο έλεγχο.
- Τα στοιχεία βάσει των αιτημάτων.
- Τα στοιχεία που προέκυψαν από τα πληροφορικά συστήματα της φορολογικής διοίκησης.
Ο ΦΠΑ ανέβασε τον λογαριασμό
Σημειώνεται ότι ο φόρος εισοδήματος και τα πρόστιμα που καταλογίστηκαν (763.991,17 ευρώ) ανέρχεται στο 74,9% του ποσού που βρέθηκε στους τραπεζικούς λογαριασμούς του (1.025.468,34 ευρώ). Όμως, ο επειδή ο ελεγχόμενος είναι επιχειρηματίας και υπάγεται στον ΦΠΑ, του καταλογίστηκε και ΦΠΑ επί του ποσού που βρέθηκε στους τραπεζικούς του λογαριασμούς, καθώς θεωρήθηκε ως «ακαθάριστα έσοδα».
Αυτό σημαίνει ότι αν ο ελεγχόμενος ήταν π.χ. μισθωτός και η ΑΑΔΕ έβρισκε στους τραπεζικούς του λογαριασμούς το ίδιο ποσό ως αδικαιολόγητες καταθέσεις, οι φόροι και τα πρόστιμα θα περιορίζονταν στα 763.991,17 ευρώ, χωρίς ΦΠΑ.
Ο φορολογούμενος προσέφυγε στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, η οποία με την απόφαση 457/2024, απέρριψε τους ισχυρισμούς του και επικύρωσε τα πρόστιμα που επέβαλαν οι ελεγκτές της ΥΕΔΔΕ και το ΕΛΚΕ. Το επόμενο βήμα, πλέον, είναι η προσφυγή στα φορολογικά δικαστήρια ή η αποδοχή της φοροδιαφυγής και η πληρωμή του προστίμου με έκπτωση έως 50%.