Τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η εφαρμογή του νόμου για το ξέπλυμα χρήματος επισημαίνουν εκπρόσωποι των λογιστών δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη διάταξη που επιτρέπει στον πρόεδρο της Αρχής για το ξέπλυμα να δεσμεύει την περιουσία λογιστών όταν ελέγχεται για παράβαση του νόμου ένας πελάτης τους. Αυτά επισημάνθηκαν σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο Λογιστικός Σύλλογος Αθηνών, με συντονίστρια την Σάγια Τσαουσίδου, Πρόεδρο της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και με τη συμμετοχή των εκπροσώπων:
- Μιχάλη Πόλυγγερ, Πρόεδρος Λ.Σ.Α.( Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών) και στέλεχος Ο.Ε.Ε.
- Μαρίνας Πολίτου, Υπεύθυνη Ανάπτυξης ΛΣΑ, Οικονομολόγος, Σύμβουλος Στρατηγικής και Ανάπτυξης, Partner στην PEPPERMIND BUSINESS CONSULTING, Μέλος Ο.Ε.Ε.
- Θωμά Παπαλιάγκα, Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω
- Αντώνη Γκορτζή, Πρόεδρος ΕΒΕΝ
που στελεχώνουν την Επιστημονική Επιτροπή που έχει συστήσει ο Λ.Σ.Α. για την μελέτη του Ν.4557/2018.
Όπως τονίζεται σε σχετική ανακοίνωση, στόχος της ενημέρωσης: η αναγκαιότητα της συνεργασίας όλων των υπόχρεων προσώπων για την τήρηση των μέτρων δέουσας επιμέλειας και των αρμόδιων φορέων για την ομαλή εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας.
«Διότι η εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου από την Ανεξάρτητη Αρχή Καταπολέμησης Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες έχει στην πράξη προκαλέσει πολύ σοβαρά προβλήματα, εξαιτίας της εξουσίας του προέδρου της Αρχής να διατάσσει την ολική δέσμευση όλων των τραπεζικών λογαριασμών των επιχειρήσεων αλλά και των Λογιστών - συνεργατών τους.
Ανεξαρτήτως του ζητήματος που τίθεται ως προς την περιστολή δικονομικών και ουσιαστικών δικαιωμάτων τους, καθώς στερούνται των εγγυήσεων που τους προσφέρει η ποινική διαδικασία της κατάσχεσης, με εντολή του Προέδρου της Αρχής κατάσχεται το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων και τραπεζικών λογαριασμών επαγγελματιών, παρά το γεγονός ότι αποδεικνύεται πως η εν λόγω περιουσία έχει αποκτηθεί από την εργασία τους ή άλλες νόμιμες πηγές.
Η κατάσχεση επιβάλλεται αδιακρίτως στο σύνολο της περιουσίας και του Λογιστή χωρίς να εξετάζεται κατά περίπτωση η προέλευσή της, χωρίς να υπάρχει απόφαση αποδεδειγμένης παράβασης, αλλά με την ύπαρξη «υπόνοιας», με πρόσχημα την πρόληψη και την αποφυγή ξεπλύματος μαύρου χρήματος και φοροδιαφυγής», τονίζεται στην ανακοίνωση.
«Αποτέλεσμα των διαδικασιών αυτών, είναι ο επαγγελματίας να αδυνατεί όχι μόνο να συνεχίσει την άσκηση του επαγγέλματός του, να πληρώσει τις υποχρεώσεις του (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία κ.λπ.) αλλά και να συνεχίσει τη διαβίωσή του ως πολίτης μέχρι το πέρας της ανακριτικής διαδικασίας, η οποία τοποθετείται συνήθως από 24 μήνες και έως 5 έτη.
Επιπρόσθετα, η Πολιτεία, η οποία δεν έχει λάβει μέτρα για τις εκκρεμείς αυτές υποθέσεις, καθιστά τους εμπλεκόμενους στον νόμο και φορολογικούς παραβάτες, καθώς αδυνατούν να καταβάλλουν μέσω τραπεζικών συστημάτων και ηλεκτρονικών μέσων ποσά άνω των 500€, μισθούς εργαζόμενων, μισθώματα κ.λπ.
Έγινε συγκεκριμένη αναφορά σχετικά με την τροπολογία που έχει καταθέσει ο Λογιστικός Σύλλογος Αθηνών στο ΥΠΕΘΟ στις 08/03/2024 για την εξομάλυνση των διατάξεων του Ν. 4557/2018, καθώς και τις πρακτικές λύσεις που προσφέρει στον Κλάδο των Λογιστών – Φοροτεχνικών με εργαλεία για την τήρηση των Μέτρων Δέουσας Επιμέλειας, προκειμένου να υπάρξει πλήρης συμμόρφωση των Λογιστών με τις διατάξεις της νομοθεσίας», επισημαίνει ο Σύλλογος.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του συλλόγου, κρίνεται επιτακτική η ανάγκη για:
- άμεση κατάθεση της Τροπολογίας στη Βουλή των Ελλήνων, η οποία που θα εξασφαλίζει δίκαιη και ισότιμη αντιμετώπιση των υπόχρεων Λογιστών – Φοροτεχνικών,
- άμεση εξέταση όλων των εκκρεμών υποθέσεων και
- ορισμό συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος για την έκδοση τελεσίδικης απόφασης από τον αρμόδιο Εισαγγελέα.