Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank, κ. Φωκίων Καραβίας, τόνισε την επιλογή της Eurobank να στηρίξει την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα εστιάζοντας στην «πράσινη ανάπτυξη» που αποτελεί κεντρικό στόχο για την ΕΕ και τη χώρα, επισημαίνοντας παράλληλα τα πλεονεκτήματα που έχει για την χώρα η πράσινη ενέργεια, σημειώνοντας ωστόσο πως υπάρχουν πολλά βήματα που πρέπει να γίνουν στη διαχείριση των απορριμάτων.
Μιλώντας στην εκδήλωση για την απονομή των Growth Awards 2020 που πραγματοποιήθηκε στο Μέγαρο Μουσικής, ο διευ. σύμβουλος της Eurobank αναφερόμενος στην οικονομική ανάκαμψη της χώρας τόνισε πως «θα είναι, αναγκαστικά, μια μακρά και ανηφορική πορεία» και υπογράμμισε το γεγονός πως «η επιχειρηματικότητα δεν είναι πια μια απαγορευμένη λέξη στην Ελλάδα, ιδιαίτερα για τη νέα γενιά. Αυτό είναι το πιο αισιόδοξο μήνυμα».
Η ενεργειακή στροφή της χώρας αποτέλεσε από τα βασικά σημεία στα οποία επικεντρώθηκε ο διευθ. σύμβουλος της Eurobank υπογραμμίζοντας πως στο Νταβός η κύρια θεματολογία ήταν για το γνωστό τρίπτυχο του ESG με την πράσινη ανάπτυξη να αποτελεί κεντρικό στόχο για την ΕΕ και την Ελλάδα. «Ιδιαίτερα για τη χώρα μας, η ενεργειακή στροφή στο νέο πρότυπο ανάπτυξης αποτελεί ούτως ή άλλως αναγκαιότητα. Ο ρόλος του άνθρακα περιορίζεται, ενώ αναμένεται να αυξηθεί η συμμετοχή στο ενεργειακό μείγμα του φυσικού αερίου και των ανανεώσιμων πηγών. Εδώ η Ελλάδα έχει ισχυρό συγκριτικό πλεονέκτημα, καθώς στο μεν φυσικό αέριο η χώρα μας μπορεί να γίνει περιφερειακός κόμβος διακίνησης, ενώ στις ανανεώσιμες, το παραγωγικό μας δυναμικό ενισχύεται ραγδαία καθώς εξελίσσονται οι αντίστοιχες τεχνολογίες».
Σύμφωνα με τον κ. Καραβία η διαχείριση απορριμμάτων και η ανακύκλωση είναι «ένας κρίσιμος τομέας στον οποίο μπορούν να απορροφηθούν δημόσιες επενδύσεις, αλλά και να κινητοποιηθούν σημαντικά ιδιωτικά κεφάλαια, καθώς πολλά παρόμοια έργα γίνονται μέσω ΣΔΙΤ. Μπορεί επίσης να υποδεχθεί άμεσες ξένες επενδύσεις σε έργα που θα ωριμάσουν σχετικά γρήγορα. Το ενδιαφέρον για επενδύσεις στην Ελλάδα είναι υπαρκτό και διαρκώς εντεινόμενο. Συχνά, όμως, ξένοι επενδυτές, που θέλουν να τοποθετηθούν στη χώρα μας, ρωτούν ποια είναι τα έργα και ποιοι οι τομείς όπου υπάρχει η κατάλληλη προεργασία για να υλοποιηθούν επενδύσεις».
Τόνισε επίσης πως η αειφορία δεν αφορά μόνο την ενέργεια. «Αφορά τη δημιουργία μιας κυκλικής οικονομίας που θα αξιοποιεί στο μέγιστο βαθμό την τεχνολογία για να ελαχιστοποιεί την ανάγκη εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Κεντρική θέση έχει, επομένως, και η ανακύκλωση και η διαχείριση των απορριμμάτων. Στον τομέα αυτό η ελληνική πραγματικότητα είναι εξαιρετικά δυσάρεστη. Είμαστε πολύ πίσω, ακόμη και στα στοιχειώδη. Και μπορεί η υστέρηση να δίνει μεγάλα περιθώρια για βελτίωση, αλλά η αλήθεια είναι πως πρέπει να γίνουν πολλά και γρήγορα για να αποκτήσουμε μια στοιχειώδη επαφή με τις ευρωπαϊκές πρακτικές. Σύμφωνα με την Eurostat, η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία του τομέα διαχείρισης απορριμμάτων και ανακύκλωσης αυξήθηκε κατά 25% μεταξύ 2009 και 2017 στην Ευρωζώνη, αλλά μειώθηκε κατά 35% για την Ελλάδα. Ειδικά, στη διαχείριση των αστικών αποβλήτων τα πράγματα δεν είναι ενθαρρυντικά. Το 2017, από το σύνολο των 5,4 εκατομμυρίων τόνων αστικών αποβλήτων που παράχθηκαν, το 80% κατέληξε σε ΧΥΤΑ, ενώ μόλις το 20% ανακτήθηκε έναντι μέσου όρου 46 % στην ΕΕ».
Επιπλέον υπογράμμισε πως «Έχουμε ακόμη παράνομες χωματερές και πληρώνουμε υψηλά πρόστιμα. Τέτοια απόσταση από την Ευρώπη που στοχεύει την πλήρη ανακύκλωση, μηδενίζει τα πλαστικά και παράγει ενέργεια από τα απορρίμματα δεν μπορεί να συνεχιστεί. Γιατί πέρα από μια εικόνα που δεν μας αξίζει σαν χώρα, η υστέρηση στη διαχείριση απορριμμάτων έχει αρνητικό οικονομικό αντίκτυπο και σε πολλές άλλες δραστηριότητες, ξεκινώντας από τη «βαριά μας βιομηχανία» που είναι ο τουρισμός».