Οφέλη για την...τσέπη τους, διασφάλιση της υγείας του εδάφους που καλλιεργούν ή και βελτίωσής της, αλλά και προστασία του περιβάλλοντος, πετυχαίνουν οι αγρότες εφαρμόζοντας την καλλιεργητική τεχνική «Γεωργία Διατήρησης Εδαφών (ΓΔΕ)», που την έχουν υιοθετήσει εδώ και πολλά χρόνια οι συνάδελφοί τους στο εξωτερικό και είναι γνωστή με την ορολογία «Conservation Agriculture». Αυτά επισημαίνει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κύριος ερευνητής Ζιζανιολογίας στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, του ΕΛΓΟ-Δήμητρα, Θωμάς Γιτσόπουλος.
Όπως εξηγεί, η Γεωργία Διατήρησης Εδαφών αφορά σε μία τεχνική καλλιέργειας και κατεργασίας του εδάφους και στηρίζεται σε τρεις πυλώνες που αφορούν την αποφυγή οργώματος, με σκοπό την ελαχιστοποίηση της διατάραξης του εδάφους, την εφαρμογή αμειψισποράς και τη συνεχή εδαφοκάλυψη.
«Στην ουσία, με την εφαρμογή της ΓΔΕ αποφεύγουμε τη μονοκαλλιέργεια, καλλιεργώντας διαφορετικά είδη (πχ. εναλλάσσουμε πχ. σιτηρά με ψυχανθή), διατηρούμε τα φυτικά υπολείμματα στην επιφάνεια του εδάφους (δεν τα ενσωματώνουμε στο έδαφος) και σπέρνουμε (με ειδικές σπαρτικές μηχανές πάνω στα φυτικά υπολείμματα). Ανάλογα με το πόσο διαταράσσουμε το έδαφος η κατεργασία του εδάφους χαρακτηρίζεται μηδενική (no-tillage ή zero-tillage) αν σπείρουμε πάνω στα φυτικά υπολείμματα δίχως καμία διατάραξη του εδάφους από τη συγκομιδή της προηγούμενης καλλιέργειας, ή μειωμένη κατεργασία (Reduced tillage) αν εφαρμόσουμε μικρής έκτασης κατεργασίας εδάφους μέχρι και πριν από τη σπορά (πχ. δισκοσβάρνα, όχι όμως όργωμα), με σκοπό τη διαχείριση των φυτικών υπολ/των».
Κατά τον κ. Γιτσόπουλου, τα οφέλη που επιτυγχάνονται από την εφαρμογή της ΓΔΕ αφορούν το έδαφος, το περιβάλλον και τον ίδιο τον παραγωγό και την τσέπη του. Συγκεκριμένα, με την εφαρμογή της ΓΔΕ, ο παραγωγός πετυχαίνει εξοικονόμηση εδαφικής υγρασίας, περιορισμό της διάβρωσης, βελτίωση γονιμότητας, αύξηση βιοποικιλότητας, διατήρηση ή αύξηση οργανικής ουσίας και βελτίωση στράγγισης και αερισμού, ενώ σε ό,τι αφορά το περιβάλλον, σημειώνεται «μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, αφού χρησιμοποιούνται λιγότερα αγροτικά μηχανήματα και περιορισμός των επιπτώσεων από ραγδαία καιρικά φαινόμενα, όπως πχ. οι πλημμύρες της Θεσσαλίας», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Για τα οφέλη του παραγωγού, υπογραμμίζει ότι ο καλλιεργητής που εφαρμόζει την ΓΔΕ «'βλέπει' μείωση στην κατανάλωση καυσίμου περιορίζοντας το χρόνο εργασίας του, συρρίκνωση των εισροών σε αγροεφόδια, περιορισμό των αποσβέσεων του γεωργικού εξοπλισμού, έγκαιρη εκτέλεση των εργασιών στο χωράφι και σταθερότερο ή υψηλότερο εισόδημα». Μάλιστα, προσθέτει ότι «τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν για τον παραγωγό που εφαρμόζει την ΓΔΕ, είναι κυρίως εξαιτίας της μεγάλης μείωσης του κόστους παραγωγής και όχι τόσο λόγω της αυξημένης παραγωγής, η οποία και δεν αποκλείεται», όπως διευκρινίζει.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Γιτσόπουλος αναγνωρίζει ότι το όφελος που αφορά την ...τσέπη του παραγωγού: είναι αυτό που μπορεί να λειτουργήσει ως ισχυρό δέλεαρ για να την εφαρμόσει και σημειώνει ότι αυτό επιτυγχάνεται «με περιορισμό των δαπανών και μείωση του χρόνου εργασίας, αλλά και έγκαιρη εφαρμογή της σποράς». Ένας παραγωγός που δεν εφαρμόζει καλλιεργητικές εργασίες για την προετοιμασία της σποροκλίνης, όπως το όργωμα, την ενσωμάτωση των υπολειμμάτων, το σβάρνισμα ή το φρεζάρισμα, αλλά σπέρνει πάνω στα υπολείμματα, «εξοικονομεί καύσιμο και ώρες εργασίες», τονίζει.
Ενδεικτικά αναφέρει, ότι για την προετοιμασία της σποροκλίνης με βαθύ όργωμα και μετέπειτα εργασίες, απαιτείται κατανάλωση καυσίμου >8 λίτρα/στρέμμα με αντίστοιχο χρόνο εργασίας 30 λεπτά/στρ. «Αν εφαρμοστεί μηδενική κατεργασία (no-tillage) η κατανάλωση μπορεί να πέσει στο 1 λίτρο/στρ, με χρόνο εργασίας <6 λεπτά/στρέμμα, ενώ αν εφαρμοστεί μειωμένη κατεργασία (Reduced tillage) τα αντίστοιχα νούμερα μπορεί να είναι 2,5 λτρ καυσίμου/στρέμμα και 12 λεπτά/στρ εργασία». Επιπλέoν δε, ο παραγωγός που θα «ψηφίσει» ΓΔΕ «μπορεί να σπείρει πολλά στρέμματα σε μικρότερο χρονικό διάστημα, αποφεύγοντας τις αντίξοες καιρικές συνθήκες που πιθανώς να καθυστερήσουν τη σπορά».
Παρόλο που τα περιβαλλοντικά και εδαφικά οφέλη από την εφαρμογή της ΓΔΕ, δεν είναι αυτά που θα δώσουν κίνητρο στους παραγωγούς να την υιοθετήσουν, αυτά «θεωρούνται μεγάλης σημασίας από την ΕΕ, αλλά και από τους καταναλωτές». Όπως εξηγεί, οι μειωμένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, η μείωση της διάβρωσης του εδάφους (που ήταν το έναυσμα το 1930 εφαρμογής της ΓΔΕ για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο των καταιγίδων σκόνης-γνωστό ως Dust Bowls) και η αύξηση της γονιμότητας και βιοποικιλότητας του εδάφους «αποτελούν δευτερεύοντα μεν, αλλά υψίστης σημασίας σημαντικά στοιχεία για την εφαρμογή της ΓΔΕ», τονίζει χαρακτηριστικά.
Η τεχνική αυτή πρέπει να βρίσκει εφαρμογή και στους τρεις πυλώνες που προαναφέρθηκαν και δυστυχώς, όπως επισημαίνει ο κ. Γιτσόπουλος. «η μονοκαλλιέργεια δεν μπορεί να αντικατασταθεί για πολλούς λόγους πχ. οικονομικούς (μεγάλη πρόσοδος), εδαφοκλιματικούς (αδυναμία εφαρμογής της ΓΔΕ σε ορισμένους αγρούς), αλλά και κοινωνικο-πολιτιστικούς λόγους (ηλικία αγροτών, άρνηση στην καινοτομία)».
Ο τελευταίος λόγος, έχει να κάνει πολύ και με την άρνηση εγκατάλειψης της εφαρμογής οργώματος, ενώ για την εναλλαγή των καλλιεργειών (αμειψισπορά) σημειώνει ότι πολλές φορές δεν μπορεί να εφαρμοστεί, είτε διότι δεν συμφέρει οικονομικά, είτε διότι το εμπόρευμα δεν μπορεί να διατεθεί εύκολα και γρήγορα στην αγορά.
Πέραν όμως των προαναφερόμενων εμποδίων, σύμφωνα με τον κ. Γιτσόπουλο, τρεις είναι οι βασικοί λόγοι πουν δεν εφαρμόζεται εύκολα η ΓΔΕ. Ο πρώτος, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι η διαχείριση των φυτικών υπολειμμάτων που σχετίζεται άμεσα με την αγορά ειδικής σπαρτικής μηχανής, που συνιστά μια σημαντική επένδυση από πλευράς των παραγωγών. Όπως σημειώνει «η μηχανή αυτή μπορεί να σπείρει πάνω σε φυτικά υπολείμματα και είναι άκρως απαραίτητη για την εφαρμογή της ΓΔΕ».
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο δεν υιοθετείται εύκολα η ΓΔΕ, έχει να κάνει με την την αντιμετώπιση των ζιζανίων (αγριόχορτων), μιας και το όργωμα ή το σκάλισμα/φρεζάρισμα που αντιμετωπίζουν τα ζιζάνια, δεν εφαρμόζονται, ή πολλές φορές υπάρχει περιορισμός στα εγκεκριμένα ζιζανιοκτόνα για κάποιες καλλιέργειες (πχ. ψυχανθή). «Αυτό οδηγεί σε προβλήματα για την αντιμετώπιση των ζιζανίων (παράλληλα με την αποφυγή σκαλισμάτων-μηχανική αντιμετώπιση ζιζανίων)», εξηγεί. Eπίσης, σημαντικός λόγος που δεν εφαρμόζεται στην χώρα μας η ΓΔΕ, είναι σύμφωνα με τον ίδιο η έλλειψη συμβουλευτικής, αλλά και η απουσία παροχής οικονομικών κινήτρων από την πολιτεία.
Στο πλαίσιο ημερίδας που διοργανώθηκε στην 30η επετειακή φετινή Agrotica, τέθηκε επί τάπητος η εφαρμογή της ΓΔΕ στη λεκάνη της Μεσογείου και στη χώρα μας, ενώ παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα του ερευνητικού ευρωπαϊκού έργου CAMA (www.camamed.eu) που υλοποιείται από τον ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ. Στην ημερίδα, έδωσε το «παρών» και ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σταύρος Κελέτσης.
Το έργο CAMA «Συμμετοχικές προσεγγίσεις βασισμένες στην έρευνα για την υιοθέτηση της Γεωργίας Διατήρησης Εδαφών στην περιοχή της Μεσογείου», είναι ένα τριετές έργο, που χρηματοδοτείται από την ΕΕ, στο πλαίσιο PRIMA, και στοχεύει στην κατανόηση και στην υπέρβαση των εμποδίων που δεν ευνοούν την εφαρμογή της ΓΔΕ στη λεκάνη της Μεσογείου. Το έργο CAMA θα καταρτίσει και θα διαδώσει τεχνικές και συστάσεις, θα εκπαιδεύσει και θα βελτιώσει την τεχνογνωσία και τις ικανότητες των ερευνητών και των επαγγελματιών για την προσαρμογή και υιοθέτηση της ΓΔΕ στην περιοχή της Μεσογείου.