Αφού έκανε στη διάρκεια της θητείας του ό,τι χρειαζόταν για να σωθεί το ευρώ, ο Μάριο Ντράγκι αφήνει τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας λέγοντας ανοικτά στην Γερμανία τις μεγάλες αλήθειες που οι περισσότεροι στο Βερολίνο θα προτιμούσαν να μην ακούν.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους, αφού είχε κερδίσει τη «μάχη» στο συμβούλιο της ΕΚΤ για την έγκριση νέου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης με ανοικτή ημερομηνία λήξης, παρά τις αντιδράσεις του Γερμανού κεντρικού τραπεζίτη, Γιενς Βάιντμαν, ο Μάριο Ντράγκι ξεκαθάρισε στη γερμανική πλευρά ότι ήλθε η ώρα να κάνουν ό,τι χρειάζεται τα κράτη με πλεονασματικούς προϋπολογισμούς για να υποστηρίξουν την οικονομία και να αποφευχθεί μια ύφεση.
Ζήτησε, με άλλα λόγια, να σπάσουν οι Γερμανοί το δημοσιονομικό τους «ταμπού» και να διαθέσουν κονδύλια από τον πλεονασματικό προϋπολογισμό τους για τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να τονωθεί η οικονομία, τόνισε ο Ντράγκι, ζητώντας άλλη μια φορά από τους πολιτικούς, κυρίως στο Βερολίνο, να πάρουν τις σωστές αποφάσεις.
Όμως, ο κ. Ντράγκι ξεκαθάρισε, εκφράζοντας όχι την προσωπική του άποψη, αλλά την ομόφωνη θέση των κεντρικών τραπεζιτών του συμβουλίου, ότι, όσο οι κυβερνήσεις δεν παίζουν το ρόλο τους στην υποστήριξη της οικονομίας για την αποφυγή της ύφεσης, η ΕΚΤ θα είναι υποχρεωμένη να λαμβάνει τα δικά της, νομισματικά μέτρα, όσο και αν αυτά προκαλούν αντιδράσεις στην Γερμανία, κυρίως επειδή θίγουν τις αποδόσεις που λαμβάνουν οι καταθέτες.
Σε όσους τυχόν υποστηρίξουν ότι ο Ντράγκι τάσσεται κατά της δημοσιονομικής πειθαρχίας και του Συμφώνουν Σταθερότητας, που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της νομισματικής ένωσης, ο Ιταλός κεντρικός τραπεζίτης απάντησε προκαταβολικά, διαβάζοντας τη σχετική απόφαση του συμβουλίου της ΕΚΤ, ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας θα πρέπει να τηρηθεί, αλλά να προσφέρουν «ενέσεις» στην οικονομία εκείνες οι κυβερνήσεις που έχουν δημοσιονομικά περιθώρια.
Το δομικό πρόβλημα
Εν ολίγοις, ο Ντράγκι θέτει το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων και αναδεικνύει το δομικό πρόβλημα που έχει η νομισματική ένωση της Ευρώπης, το οποίο την καθιστά ευάλωτη στις πιέσεις μιας δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί μετά την κρίση που άρχισε το 2008: η δυσκαμψία που έχει επιβάλει η Γερμανία, όσον αφορά τη χρήση της δημοσιονομικής πολιτικής για την υποστήριξη της ανάπτυξης, μεταφέρει υπερβολικά βάρη στη νομισματική πολιτική, οδηγεί σε στρεβλώσεις και ανισορροπίες και αδυνατίζει επικίνδυνα την άμυνα της οικονομίας της ευρωζώνης σε πιέσεις από το διεθνές περιβάλλον.
Αν κρίνει κανείς από τις δηλώσεις που έκανε την Δευτέρα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, προαναγγέλλοντας ένεση δισεκατομμυρίων στην οικονομία, αν υπάρξει κίνδυνος ύφεσης, θα συμπεράνει ότι ακόμη και στο Βερολίνο οι πολιτικοί αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορεί να παραμένουν ανενεργά τα δημοσιονομικά εργαλεία και να μεταφέρεται όλο το βάρος για τη στήριξη της οικονομίας στη νομισματική πολιτική.
Δυστυχώς, όμως, οι Γερμανοί πολιτικοί, ειδικά του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, έχουν παγιδευθεί από την ίδια τους τη ρητορική υπέρ της δημοσιονομικής πειθαρχίας, καθώς αυτή μετουσιώθηκε πριν μερικά χρόνια στη γνωστή συνταγματική διάταξη περί απαγόρευσης των ελλειμμάτων. Έτσι, είναι πολύ μικρά τα περιθώρια, ως έχουν σήμερα τα πράγματα, για να αξιοποιηθούν κονδύλια του γερμανικού προϋπολογισμού για την τόνωση της ανάπτυξης, όσο κι αν λένε ότι οι κεϊνσιανοί οικονομολόγοι ότι είναι αδιανόητο μια κυβέρνηση που μπορεί να δανεισθεί με αρνητικά ή μηδενικά επιτόκια να μην το κάνει, για να στηρίξει την οικονομία και τη νομισματική ένωση σε μια δύσκολη συγκυρία.
Με τις σημερινές του δηλώσεις, όμως, ο Ντράγκι θέτει απλά, σε τελική ανάλυση, το δίλημμα προς την Γερμανία: αν δεν υποστηρίξει την οικονομία με δημοσιονομικά μέτρα, δηλαδή με μεταφορά κάποιων βαρών στους Γερμανούς φορολογούμενους, τότε θα συνεχίσουν να πληρώνουν το κόστος στήριξης της οικονομίας οι Γερμανοί καταθέτες, στους οποίους πηγαίνει μεγάλο μέρος του «λογαριασμού» των ανορθόδοξων μέτρων νομισματικής πολιτικής.
Οι αποφάσεις που χρειάζεται να ληφθούν από το Βερολίνο δεν είναι απλές, ούτε εύκολες. Όμως, αν δεν ληφθούν το συντομότερο, η ευρωζώνη θα είναι καταδικασμένη να αντιμετωπίζει τις οικονομικές κρίσεις χωρίς τα βασικά εργαλεία πολιτικής. Αργά ή γρήγορα, μια σοβαρή διεθνής οικονομική κρίση μπορεί και πάλι να απειλήσει την ίδια την ύπαρξη του ευρώ...