Σε ανοδική τροχιά αναμένεται να παραμείνει η εγχώρια αγορά καλλυντικών και την διετία 2024-2025, αλλά σε μικρότερο βαθμό συγκριτικά με την προηγούμενη διετία, καθώς ο πληθωρισμός συμπιέζει τις καταναλωτικές δαπάνες. Τα στοιχεία αυτά πιστοποιεί σχετική μελέτη της εταιρείας λύσεων πιστωτικού κινδύνου και επιχειρηματικής πληροφόρησης ICAP CRIF, η οποία εξετάζει τις επιδόσεις των εταιρειών του κλάδου καλλυντικών την τελευταία τριετία.
Η μελέτη αναδεικνύει τις δυσκολίες της περιόδου 2022-23 για τον κλάδο, εξαιτίας σημαντικών προκλήσεων όπως η ενεργειακή κρίση, η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών και η άνοδος του μεταφορικού κόστους, οι οποίες οδήγησαν σε ανατιμήσεις των προϊόντων. Παραταύτα, η εγχώρια παραγωγή καλλυντικών παρουσίασε αύξηση την περίοδο 2021-23, με μέσο ετήσιο ρυθμό 7,7%, μετά την μείωση που υπέστη το 2020 εξαιτίας της πανδημίας, με τα προϊόντα περιποίησης δέρματος (προσώπου και σώματος) να καταλαμβάνουν διαχρονικά το μεγαλύτερο μερίδιο. Κατ’ αναλογία, οι συνολικές πωλήσεις καλλυντικών αυξήθηκαν κατά 6% το 2022 και κατά 8% το 2023, ενώ πιο εντυπωσιακή είναι η αύξηση των εξαγωγών καλλυντικών, με την μελέτη της ICAP να την εκτιμά σε 19% ετησίως από το 2021.
Σε ό,τι αφορά την διετία 2024-25, αναμένεται περαιτέρω άνοδος της αξίας της εγχώριας αγοράς καλλυντικών, με ρυθμό που εκτιμάται μεταξύ 3% και 4%. Η διεύρυνση της αξίας της αγοράς εκτιμάται ότι θα προκύψει κυρίως από το αυξημένο καταναλωτικό ενδιαφέρον για καλλυντικά φυσικής προέλευσης, με δοκιμασμένα σε ζώα, καθώς επίσης και για προϊόντα με βάση το ελαιόλαδο -ιδιαίτερα για καταναλωτές από το εξωτερικό. Ως προς τα κανάλια διανομής, το κανάλι ευρείας διάθεσης εκτιμάται ότι καλύπτει το 48% της συνολικής αξίας της εγχώριας αγοράς καλλυντικών, ενώ ακολουθούν τα φαρμακεία με μερίδιο 26,3%, η επιλεκτική αγορά με 16%, τα κομμωτήρια με 5,5% και οι απευθείας πωλήσεις με 4,1%. Εξαιρετική δυναμική αποκτά τα τελευταία χρόνια το ηλεκτρονικό κανάλι πωλήσεων, με το μερίδιο του να υπολογίζεται σε 14% με 16%, διευρυνόμενο σημαντικά καθώς οι καταναλωτές αναζητούν τις πιο συμφέρουσες προσφορές.
Η μελέτη της ICAP συμπεριλαμβάνει τέλος και την ανάλυση των οικονομικών επιδόσεων ενός αντιπροσωπευτικού δείγματος 29 εταιρειών, συντάσσοντας ομαδοποιημένο ισολογισμό για την πενταετία 2018-2022. Βάσει αυτού, οι πωλήσεις του δείγματος αυξήθηκαν κατά 5,7% το 2022, συγκριτικά με το 2021, ενώ ενισχυμένα κατά 2,6% ήταν τα μικτά κέρδη τους το ίδιο διάστημα. Το σύνολο δε των πωλήσεων των εξεταζόμενων επιχειρήσεων σημείωσε αύξηση σε όλη την διάρκεια της πενταετίας, με εξαίρεση το διάστημα 2019/20 λόγω της πανδημίας.