Η «μεγαλύτερη φυσική καταστροφή στην ιστορία» της Χαβάης: τουλάχιστον 55 άνθρωποι χάθηκαν στις καταστροφικές πυρκαγιές που σχεδόν εξαφάνισαν μια τουριστική πόλη του αρχιπελάγους ενώ ο απολογισμός αναμένεται να αυξηθεί σε αυτή την αμερικανική πολιτεία.
Οι τοπικές αρχές της κομητείας του Μάουι έκαναν λόγο για 55 νεκρούς στις 21.00 την Πέμπτη (τοπική ώρα, 10.00 ώρα Ελλάδας την Παρασκευή), προσθέτοντας ότι οι πυροσβέστες συνεχίζουν να προσπαθούν να θέσουν υπό έλεγχο την πυρκαγιά στην πόλη Λαχέινα.
Χιλιάδες κάτοικοι και τουρίστες έχουν ήδη απομακρυνθεί από τις κατεστραμμένες περιοχές. Ο απολογισμός μπορεί να ξεπεράσει κατά πολύ τα 60 θύματα, σύμφωνα με τον κυβερνήτη της πολιτείας Τζος Γκριν, που είπε ότι στο νησί Μάουι, η ιστορική πόλη της Λαχέινα, παλαιά πρωτεύουσα του βασιλείου της Χαβάης τον 19ο αιώνα, έχει καταστραφεί κατά 80%.
Καθηλωτικές εικόνες φωτογράφου του Γαλλικού Πρακτορείου που κατάφερε να πετάξει πάνω από τη Λαχέινα χθες, Πέμπτη, δείχνουν χιλιάδες κτίρια να έχουν καεί εντελώς δίπλα στον ωκεανό. Καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις δεν άντεξε ούτε ένας τοίχος, σωροί από στάχτη είναι αυτοί που προδίδουν πού βρίσκονταν τα σπίτια αυτά.
«Είναι η μεγαλύτερη φυσική καταστροφή στην ιστορία της Πολιτείας της Χαβάης», δήλωσε χθες ο κυβερνήτης σε δημοσιογράφους. «Το 1960, είχαμε 61 θανάτους όταν ένα τεράστιο κύμα σάρωσε το Μεγάλο Νησί», εξήγησε αναφερόμενος σε μια καταστροφή έναν χρόνο αφότου η Χαβάη έγινε η 50η αμερικανική πολιτεία.
Οι καταστροφικές πυρκαγιές συνέβησαν στο μέσο ενός καλοκαιριού που έχει σημαδευτεί από σειρά ακραίων καιρικών φαινομένων, σε όλο τον πλανήτη.
«Μοιάζει με εμπόλεμη ζώνη εκεί κάτω», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Μπράντον Γουίλσον, τουρίστας που είχε πάει στο νησί για να γιορτάσει την 25η επέτειο γάμου με τη σύζυγό του, περιμένοντας στην ουρά αναμονής για να φύγει από το Μάουι. «Είναι πραγματικά σαν να ήρθε κάποιος και να βομβάρδισε ολόκληρη την πόλη, τα πάντα έχουν καταστραφεί εντελώς, έχουν απανθρακωθεί τελείως», δήλωσε δακρυσμένος.
Οι πυρκαγιές αυτές που τροφοδοτήθηκαν από ισχυρούς ανέμους, που ενισχύθηκαν από τον από την δύναμη του τυφώνα Ντόρα που τώρα περνά από τον Ειρηνικό Ωκεανό, εξαπλώθηκαν τόσο γρήγορα που οι κάτοικοι αιφνιδιάστηκαν: περίπου 100 κάτοικοι έπεσαν στη θάλασσα για να γλιτώσουν από τις φλόγες, σύμφωνα με την ακτοφυλακή.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν κήρυξε την περιοχή σε κατάσταση φυσικής καταστροφής, κάτι που θα επιτρέψει να αποδεσμευθούν σημαντικά ομοσπονδιακά κονδύλια για τη χρηματοδότηση της παροχής βοήθειας, των χώρων φιλοξενίας έκτακτης ανάγκης και των προσπαθειών ανοικοδόμησης.
Αλλά στο νησί, οι κάτοικοι μετρούν τα πτώματα και χάνουν την υπομονή τους. «Προσπαθούμε να σώσουμε ζωές και έχω την εντύπωση ότι δεν λαμβάνουμε την βοήθεια που χρειαζόμαστε», δήλωσε ο Κεκόα Λάνσφορντ, κάτοικος της Λαχέινα. «Βλέπουμε ακόμα πτώματα να επιπλέον στο νερό και πάνω στους κυματοθραύστες», πρόσθεσε. Περίπου 100 άνθρωποι έπεσαν στο νερό για να γλιτώσουν από τις φλόγες, εξήγησε στο CNN η Έιζα Κίρκσεϊ, αξιωματούχος της αμερικανικής ακτοφυλακής.
Χιλιάδες άνθρωποι απομακρύνθηκαν από τις κατεστραμμένες περιοχές προς κέντρα έκτακτης ανάγκης ή το βασικό αεροδρόμιο του Μάουι. «Θα χρειαστεί να προσφέρουμε κατάλυμα σε χιλιάδες ανθρώπους», δήλωσε ο κυβερνήτης, εξηγώντας ότι οι αρχές επικοινωνούν τώρα με τα ξενοδοχεία του αρχιπελάγους και κάνουν έκκληση στη γενναιοδωρία των κατοίκων που μπορούν να φιλοξενήσουν τους εκτοπισμένους στα σπίτια τους. Στους τουρίστες έχει απευθυνθεί έκκληση να εγκαταλείψουν το νησί.
Όπως η Λορέινα Πέτερσον, που βρισκόταν εκεί για τον μήνα του μέλιτος και που πέρασε τρεις ημέρες κλεισμένη στο δωμάτιο του ξενοδοχείου της. Χωρίς ηλεκτρικό και ίντερνετ, «ήμασταν εντελώς αβοήθητοι», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο από το αεροδρόμιο όπου βρισκόταν αναμένοντας την επιβίβασή της. «Ακόμα και στο ξενοδοχείο, δεν γνώριζαν τις συνέβαινε», πρόσθεσε, εκφράζοντας τη λύπη της «για τους ανθρώπους που έχασαν τα σπίτια τους».