Οι Αμερικανοί φορολογούμενοι δεν πρόκειται να χρεωθούν προκειμένου να υπάρξει εγγύηση των καταθέσεων των τραπεζών που κατέρρευσαν, όπως τόνισε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν σε δηλώσεις του.
Παράλληλα σημείωσε ότι ο ίδιος θα ζητήσει να υπάρξει μεγαλύτερη εποπτεία των αμερικανικών τραπεζών, ξεκαθαρίζοντας, όμως ότι το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα είναι ασφαλές. Υπογράμμισε ότι οι διοικήσεις των χρεοκοπημένων τραπεζών θα απολυθούν και θα βρεθούν προ των ευθυνών τους γι’ αυτήν την εξέλιξη.
Οι καταθέτες θα αποζημιωθούν αλλά δεν θα υπάρξει κάποια προστασία για τους επενδυτές, ενώ «οι Αμερικανοί φορολογούμενοι δεν θα επωμιστούν καμία απώλεια, δήλωσε ο Μπάιντεν. Αντίθετα, τα χρήματα θα προέλθουν από τα έσοδα των τραπεζικών τελών προς το Ταμείο Ασφάλισης Καταθέσεων. Υπάρχουν ακόμη ερωτήματα σχετικά με το πώς οι τράπεζες κατέληξαν σε αυτή την κατάσταση και η κυβέρνηση θα επιδιώξει πλήρη απολογισμό του τι συνέβη», σημείωσε.
Υπενθυμίζεται ότι η Fed πήρε γρήγορα το μάθημα από αυτή την τραπεζική κατάρρευση και σπεύδει πλέον, με το νέο της χρηματοδοτικό πρόγραμμα για τις τράπεζες, να προστατεύσει τα πιστωτικά ιδρύματα από τον κίνδυνο που διατρέχουν, εάν επαναληφθεί ένα επεισόδιο τύπου SVB, δηλαδή αν μια τράπεζα υποχρεωθεί να αντλήσει ρευστότητα βεβιασμένα με ρευστοποιήσεις ομολόγων, επειδή δέχεται πίεση από την απόσυρση καταθέσεων.
Πρόκειται για την «αχίλλειο πτέρνα» των τραπεζικών συστημάτων, όχι μόνο στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ευρώπη, καθώς η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, που άρχισε τον περασμένο χρόνο, έχει σωρεύσει στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών μεγάλες αρνητικές υπεραξίες, δεδομένου ότι οι τιμές των ομολόγων υποχωρούν όταν αυξάνονται τα επιτόκια. Στις ΗΠΑ, οι αρχές υπολογίζουν ότι οι συσσωρευμένες αρνητικές υπεραξίες αυτής της κατηγορίας ήταν 620 δισ. δολ., στα τέλη του 2022. Οι χαμηλές τιμές των ομολόγων δυσκολεύουν τις τράπεζες να τα ρευστοποιήσουν σε ώρα ανάγκης, καθώς τέτοιες πωλήσεις αποκρυσταλλώνουν τις ζημιές, όπως συνέβη στην περίπτωση της SVB.