Σε αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, όπως είχαν προεξοφλήσει οι αγορές, προχώρησε η Τράπεζα της Αγγλίας (ΒοΕ), ενώ έδωσε σήμερα για συνέχιση των αυξήσεων αλλά με πιο χαλαρό ρυθμό.
Η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής με ψήφους 7-2 τάχθηκε υπέρ της δεύτερης συνεχόμενης αύξησης του επιτοκίου κατά μισή μονάδα, ανεβάζοντας το βασικό επιτόκιο της τράπεζας στο 4%, αλλά ανέφερε στην ανακοίνωση της απόφασης ότι μικρότερες αυξήσεις της τάξης των 25 μονάδων βάσης μπορεί να είναι στα χαρτιά στις επόμενες συνεδριάσεις. Τα δύο μέλη που διαφώνησαν ψήφισαν να παραμείνουν τα επιτόκια αμετάβλητα.
Σε ό,τι αφορά τη ρητορική της ανακοίνωσης θεωρείται καθοριστικής σημασίας το ότι η ΒοΕ εγκατέλειψε επίσης τη λέξη «δυναμικά» αναφορικά με τις επόμενες αυξήσεις επιτοκίων, ενώ εκτιμά ότι θα υπάρξει μείωση του πληθωρισμού.
«Ο ετήσιος πληθωρισμός βάσει του ΔΤΚ αναμένεται να μειωθεί σε περίπου στο 4% προς το τέλος του τρέχοντος έτους, παράλληλα με μια πολύ πιο ρηχή προβλεπόμενη μείωση της παραγωγής από ό,τι στην πρόβλεψη της έκθεσης του Νοεμβρίου», αναφέρεται στην ανακοίνωση αν και τονίζεται ότι η αγορά εργασίας παραμένει σφιχτή και οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές και τους μισθούς ήταν πιο επίμονες από ό,τι αναμενόταν, γεγονός που υποδηλώνει κινδύνους «μεγαλύτερης εμμονής στον υποκείμενο πληθωρισμό».
Υπενθυμίζεται ότι ο πληθωρισμός του Ηνωμένου Βασιλείου διαμορφώθηκε στο 10,7% τον Δεκέμβριο, ελαφρώς μειωμένος από το υψηλό 41 ετών του προηγούμενου μήνα (11,1%), καθώς η χαλάρωση των τιμών των καυσίμων συνέβαλε στην άμβλυνση των πιέσεων στις τιμές. Ωστόσο, οι υψηλές τιμές των τροφίμων και της ενέργειας εξακολουθούν να πιέζουν τα νοικοκυριά του Ηνωμένου Βασιλείου και να οδηγούν σε εκτεταμένες βιομηχανικές κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα.
Η ΒοΕ αναθεώρησε και τις εκτιμήσεις της για τη βρετανική οικονομία, εκτιμώντας ότι θα συρρικνωθεί ελαφρώς καθ' όλη τη διάρκεια του 2023 και το πρώτο τρίμηνο του 2024, καθώς οι τιμές της ενέργειας παραμένουν υψηλές και τα αυξανόμενα επιτόκια της αγοράς περιορίζουν τις δαπάνες. Το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 0,3% στο α’ τρίμηνο του 2023 και κατά 0,7% έως το α’ τρίμηνο του 2024.