Αμφιλεγόμενος νόμος για τα μέσα ενημέρωσης στην Ουκρανία ο οποίος δίνει ευρείες εξουσίες στο εθνικό συμβούλιο ραδιοτηλεόρασης, αναμένεται να τεθεί άμεσα σε ισχύ, μετά την έγκρισή του χθες Τρίτη από το κοινοβούλιο, με τους δημοσιογράφους να επικρίνουν τις εξαιρετικά ευρείες εξουσίες που δίνονται στο οκταμελές συμβούλιο.
Το οκταμελές συμβούλιο μπορεί πλέον όχι απλώς να προχωρά στην επιβολή προστίμων, αλλά και να εμποδίζει τη λειτουργία διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης για τριάντα ημέρες χωρίς να χρειάζεται δικαστική απόφαση σε περίπτωση που υποτροπιάζουν ως προς την παραβίαση των κανόνων. Για τη μόνιμη απαγόρευση της λειτουργίας μέσων ενημέρωσης εξακολουθεί να είναι απαραίτητη απόφαση δικαστηρίου.
Ωστόσο, τα δικαστήρια δεν θεωρούνται ανεξάρτητα στην Ουκρανία. Τα μισά μέλη του συμβουλίου διορίζονται από τον πρόεδρο· τα άλλα μισά από το ουκρανικό κοινοβούλιο. Η Ουκρανία βρίσκεται στην 106 θέση της κατάταξης 180 κρατών ως προς την ελευθερία του Τύπου της μη κυβερνητικής οργάνωσης Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF).
Με την υιοθέτηση του νόμου για τα μέσα ενημέρωσης «εφαρμόζεται η ρήτρα της προσέγγισης της εθνικής νομοθεσίας για τον οπτικοακουστικό τομέα με την ευρωπαϊκή», ανέφερε χθες το συμβούλιο. Επρόκειτο για μια από τις επτά προϋποθέσεις που τέθηκαν στην Ουκρανία όταν αποφασίστηκε να της χορηγηθεί καθεστώς χώρας υποψήφιας προς ένταξη στην ΕΕ. Ο νόμος εγκρίθηκε με πλειοψηφία δύο τρίτων, αν και οριακά.
Ανάμεσα στους λόγους που προβλήθηκαν για την κατάρτιση του νέου νόμου ήταν η ανάγκη προσαρμογής στις νέες τεχνολογικές δυνατότητες της εποχής του διαδικτύου. Το νέο νομικό πλαίσιο αφορά επίσης την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, αλλά και τα έντυπα μέσα.
Πριν καν αρχίσει η εισβολή του στρατού της Ρωσίας στην Ουκρανία, την 24η Φεβρουαρίου, ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε κλείσει τηλεοπτικά δίκτυα και είχε επιβάλει αποκλεισμό σε ειδησεογραφικούς ιστότοπους που χαρακτήριζε φιλορωσικής κατεύθυνσης, παρακάμπτοντας τη νομική διαδικασία. Μετά το ξέσπασμα του πολέμου, τηλεοπτικά δίκτυα που ελέγχει ο πολιτικός αντίπαλος του κ. Ζελένσκι, ο πρώην πρόεδρος Πέτρο Ποροσένκο, αντιμετώπισαν περιορισμούς.
Ρεκόρ φυλακισμένων δημοσιογράφων το 2022
Την ίδια στιγμή που η Ουκρανία προχωρά σε έναν αμφιλεγόμενο νόμο για την ρύθμιση των ΜΜΕ, ο αριθμός των δημοσιογράφων που κρατούνται στις φυλακές σε παγκόσμια κλίμακα έσπασε ρεκόρ το 2022. Έχουν φθάσει τους 533, με άλλα λόγια ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 45 από το 2021, όταν είχε ήδη καταγραφεί ιστορικό υψηλό, αποκαλύπτει έκθεση που δίνει στη δημοσιότητα σήμερα η μη κυβερνητική οργάνωση Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα (RSF).
Ο αριθμός των δημοσιογράφων που σκοτώθηκαν (57) επίσης αυξήθηκε κατά 18,8%, κυρίως εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, ενώ είχε υποχωρήσει σε «ιστορικά χαμηλά» επίπεδα το 2021 (48) και το 2020 (50). Οι μισοί και πλέον από τους δημοσιογράφους που ήταν φυλακισμένοι σε διεθνή κλίμακα την 1η Δεκεμβρίου βρίσκονται σε πέντε χώρες: στην Κίνα (110), στη Μιανμάρ (62), στο Ιράν (47), στο Βιετνάμ (39) και στη Λευκορωσία (31).
Το Ιράν είναι η μόνη χώρα που δεν συγκαταλεγόταν σε αυτή την πεντάδα πέρυσι, τονίζει η ΜΚΟ, που δημοσιοποιεί αυτόν τον ετήσιο απολογισμό από το 1995. Όμως η Ισλαμική Δημοκρατία φυλάκισε αριθμό επαγγελματιών των ΜΜΕ «άνευ προηγουμένου» εδώ και 20 χρόνια αφότου ξέσπασαν οι μαζικές κινητοποιήσεις τον Σεπτέμβριο. Τριάντα τέσσερις δημοσιογράφοι προστέθηκαν έτσι στους δεκατρείς που βρίσκονταν ήδη πίσω από τα σίδερα προτού εκδηλωθεί το κίνημα αμφισβήτησης του κληρικαλιστικού καθεστώτος.
Τα «δικτατορικά» και τα «αυταρχικά καθεστώτα» μοιάζουν αποφασισμένα και πολύ πιο αποενοχοποιημένα να ρίχνουν στη φυλακή δημοσιογράφους, στηλίτευσε ο Κριστόφ Ντελουάρ, ο γενικός γραμματέας της οργάνωσης υπεράσπισης της ελευθεροτυπίας. Στον ετήσιο απολογισμό της, η RSF υπογραμμίζει επίσης τον άνευ προηγουμένου αριθμό των γυναικών δημοσιογράφων που έχουν ριχτεί στις φυλακές: είναι 78 (έναντι 60 την περασμένη χρονιά). «Οι γυναίκες δημοσιογράφοι αποτελούν πλέον σχεδόν το 15% των κρατουμένων, ενώ δεν αντιπροσώπευαν παρά λιγότερο από το 7% πριν από πέντε χρόνια», υπογραμμίζει η ΜΚΟ.