Τις νέες εκτιμήσεις για την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και τις σημαντικές προκλήσεις που δημιουργούν για τις κεντρικές τράπεζες τα νέα δεδομένα αναλύει το Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank.
Σύμφωνα με το Εβδομαδιαίο Δελτίο της Alpha Bank, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην πρόσφατη έκθεσή του αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη, και αντίστοιχα, αναθεώρησε προς τα πάνω τις προβλέψεις του για τον πληθωρισμό. Ο Pierre-Olivier Gourinchas, Οικονομικός Σύμβουλος και Διευθυντής του Τμήματος Οικονομικών Ερευνών του ΔΝΤ, προειδοποίησε σε συνέντευξή του, ότι υπό συνθήκες επιβράδυνσης του ρυθμού μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, θα δοκιμαστεί η δυνατότητα των κεντρικών τραπεζών σε όλο τον κόσμο, να συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια, στην προσπάθειά τους να αποκαταστήσουν τη σταθερότητα των τιμών.
Μετά από μια ισχυρή ανάκαμψη από το πανδημικό σοκ της παγκόσμιας οικονομίας κατά 6,1% πέρυσι, το 2022 προβλέπεται ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα παραμείνει θετικός, αλλά θα επιβραδυνθεί στο 3,2%, μειωμένος κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες, σε σχέση με την πρόβλεψη του Απριλίου 2022. Το 2023, η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να αποδυναμωθεί περαιτέρω στο 2,9%, λόγω των αντιπληθωριστικών, νομισματικών πολιτικών των κεντρικών τραπεζών.
Παράλληλα, ο παγκόσμιος πληθωρισμός έχει αναθεωρηθεί προς τα πάνω λόγω της εκτόξευσης των τιμών των τροφίμων και της ενέργειας, καθώς και των παρατεταμένων διαταραχών στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και αναμένεται να φθάσει το 8,3% το 2022 και το 5,7%, αντίστοιχα, το 2023.
Η ανάπτυξη στη Ζώνη του Ευρώ (ΖτΕ) αναθεωρήθηκε, επίσης, προς τα κάτω σε σχέση με τις προβλέψεις του Απριλίου, κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες, στο 2,6% το 2022 και 1,2% το 2023. Αυτή η αναθεώρηση ουσιαστικά, αντανακλά τις δευτερογενείς επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία και την αυστηρότερη νομισματική πολιτική από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Παρά ταύτα, την προηγούμενη εβδομάδα ο ρυθμός ανάπτυξης της ΖτΕ στο δεύτερο τρίμηνο του 2022, υπερέβη τις εκτιμήσεις των αναλυτών σημειώνοντας, τελικά, αύξηση κατά 0,7% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 4,0%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021. Η σχετικά καλή αυτή επίδοση -εν μέσω των δυσμενών επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης και του ισχυρότατου πληθωρισμού- αποδίδεται στη θετική συνεισφορά του τουριστικού κλάδου, ο οποίος σημειώνει εξαιρετικές επιδόσεις, κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Πιο συγκεκριμένα, η ικανοποιητική ανάπτυξη οφείλεται, πρωτίστως, στις καλές επιδόσεις της Ισπανίας, της οποίας το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 1,1% σε τριμηνιαία βάση και της Γαλλίας, κατά 0,5%, αντίστοιχα.
Στον αντίποδα, η γερμανική οικονομία παρέμεινε στάσιμη το προηγούμενο τρίμηνο, γεγονός που συνδέεται με τον αρνητικό αντίκτυπο της ενεργειακής κρίσης στον βιομηχανικό τομέα που αποτελεί την ατμομηχανή της οικονομίας της.
ΗΠΑ: Ψαλιδίζονται οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη
Σύμφωνα με την Alpha Bank όσον αφορά τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, το ΔΝΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις του, κατά 1,4 ποσοστιαίες μονάδες το 2022 και 1,3 ποσοστιαίες μονάδες το 2023, αντίστοιχα. Πιο συγκεκριμένα, ο ρυθμός ανάπτυξης εκτιμάται σε 2,3% εφέτος και μόλις σε 1,0% το επόμενο έτος, αντανακλώντας την ασθενέστερη δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης, που εν μέρει οφείλεται στη μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και τον αναμενόμενο αντίκτυπο από τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας.
Στην Κίνα, τα συνεχιζόμενα lockdown, λόγω μηδενικής ανοχής στην πανδημία Covid και η κρίση στην αγορά ακινήτων οδήγησαν το ΔΝΤ στην πτωτική αναθεώρηση κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες το 2022, διαμορφώνοντας την πρόβλεψή του σε 3,3% το 2022, που είναι η χαμηλότερη ανάπτυξη για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, με εξαίρεση φυσικά το 2020, εξαιτίας της πανδημικής κρίσης.
Αξιολογώντας τα παραπάνω στοιχεία, εκτιμάται ότι ο πληθωρισμός που έχει διαμορφωθεί στα σημερινά, υψηλά επίπεδα αποτελεί έναν από τους σοβαρότερους κινδύνους για τη μακροοικονομική σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομίας. Ως εκ τούτου, η επαναφορά του στα επίπεδα που έχουν θέσει ως στόχους οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να είναι η προτεραιότητα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής.
Η αυστηρότερη νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών θα έχει αναπόφευκτα οικονομικό κόστος, ωστόσο, οι κεντρικές τράπεζες που ξεκίνησαν ήδη τη σύσφιξη, θα πρέπει να παραμείνουν σε αυτή την κατεύθυνση, μέχρι να υποχωρήσουν οι πληθωριστικές πιέσεις. Η στοχευμένη δημοσιονομική στήριξη μπορεί να συμβάλει στην άμβλυνση του αντίκτυπου για τις πιο ευάλωτες οικονομικές μονάδες, όπως τα νοικοκυριά.