Οι Ηνωμένες Πολιτείες δαπανούν τα διπλάσια χρήματα, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των αναπτυγμένων χωρών, για τη θεραπεία του καρκίνου όμως χωρίς να βλέπουν καλύτερα αποτελέσματα, σύμφωνα με μια μελέτη που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Τα συμπεράσματα της έρευνας δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of the American Health Association Health Forum (JAMA). «Πιστεύεται γενικά ότι οι ΗΠΑ προσφέρουν τις πιο προηγμένες θεραπείες για τον καρκίνο στον κόσμο», καθώς αναπτύσσουν και εγκρίνουν θεραπείες πιο γρήγορα από άλλες χώρες, εξήγησε ο βασικός συγγραφέας της μελέτης, Ράιαν Τσόου, του Πανεπιστημίου Γέιλ. Για τον λόγο αυτόν η ομάδα του προσπάθησε να διαπιστώσει αν το γεγονός αυτό μεταφράζεται και σε καλύτερα αποτελέσματα για τους ασθενείς.
Μεταξύ 22 χωρών με υψηλά εισοδήματα, οι ερευνητές είδαν ότι οι ΗΠΑ δαπανούν, μακράν, τα μεγαλύτερα ποσά: 200 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως για θεραπείες που συνδέονται με τον καρκίνο, δηλαδή περίπου 600 δολάρια ανά κάτοικο. Το ποσό αυτό είναι διπλάσιο από τα 300 δολάρια ανά κάτοικο που δαπανούν οι υπόλοιπες αναπτυγμένες χώρες.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν όμως ότι αυτές οι επιπρόσθετες δαπάνες δεν συνεπάγονται και καλύτερα ποσοστά επιβίωσης. «Για να το πούμε αλλιώς, οι χώρες που δαπανούν περισσότερα χρήματα για θεραπείες που σχετίζονται με τον καρκίνο δεν πετυχαίνουν απαραιτήτως και καλύτερα αποτελέσματα», συνόψισε ο Τσόου.
Οι ΗΠΑ βρίσκονται λίγο κάτω από τον μέσο όρο, ενώ έξι χώρες (Αυστραλία, Φινλανδία, Ισλανδία, Ιαπωνία, Νότια Κορέα και Ελβετία) έχουν καλύτερα αποτελέσματα με μικρότερες δαπάνες. Από τις χώρες που εξετάστηκαν, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας ενώ η Δανία το υψηλότερο, ακολουθούμενη από τη Γαλλία.
Το κάπνισμα είναι ο σημαντικότερος παράγοντας σε ό,τι αφορά τη θνησιμότητα από καρκίνο, γεγονός που θα έπρεπε να σημαίνει ότι τα αποτελέσματα θα ήταν καλύτερα στις χώρες που, κατά παράδοση, ο αριθμός των καπνιστών είναι χαμηλός, όπως στις ΗΠΑ. Αφού προσάρμοσαν τα δεδομένα για να λάβουν υπόψη τους και το ποσοστό των καπνιστών, οι ερευνητές είδαν ότι εννέα χώρες (Αυστραλία, Φινλανδία, Ισλανδία, Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Λουξεμβούργο, Νορβηγία, Ισπανία και Ελβετία) είχαν καλύτερα ποσοστά επιβίωσης σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, που βρίσκονται ακριβώς στη μέση.
Η εκρηκτική αύξηση του κόστους νοσηλείας στις ΗΠΑ είναι πολυπαραγοντική, εξηγεί η μελέτη. Η φαρμακευτική δαπάνη αποτελεί το 37% του κόστους που καταβάλλουν οι ασφαλιστικές εταιρείες για την αντιμετώπιση του καρκίνου και αυτές οι θεραπείες στοιχίζουν πολύ ακριβότερα στις ΗΠΑ σε σύγκριση με τις άλλες χώρες.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες που διαθέτουν δημόσια συστήματα υγείας, η ασφαλιστική κάλυψη ασθένειας που προσφέρουν οι ΗΠΑ, η Medicaid, δεν έχει τη δυνατότητα να διαπραγματεύεται την τιμή των φαρμάκων. Και η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ, η FDA, δεν λαμβάνει υπόψη της την τιμολόγηση των φαρμάκων όταν αποφασίζει να τα εγκρίνει, σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα τη Βρετανία, όπου η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας πρέπει να ληφθεί υπόψη.
Οι ερευνητές αποδίδουν επίσης ένα μεγάλο μέρος της αύξησης του κόστους νοσηλείας στις «νέου τύπου» θεραπείες, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα, τους αναστολείς κινάσης και ορισμένες μεθόδους ανοσοθεραπείας, μολονότι ορισμένες φορές η αποτελεσματικότητά τους είναι οριακή.
Τέλος, οι αμερικανικές ιατρικές υπηρεσίες συχνά συνεχίζουν τις θεραπείες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα: κατά τους τελευταίους έξι μήνες της ζωής τους οι Αμερικανοί καρκινοπαθείς έχουν διπλάσιες πιθανότητες να εισαχθούν στην εντατική και περισσότερες πιθανότητες να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία, σε σύγκριση με τους καρκινοπαθείς στις υπόλοιπες χώρες.
«Οι ΗΠΑ έχουν να μάθουν πολλά από τα συστήματα άλλων χωρών, αν ήταν διατεθειμένες να αλλάξουν», εκτιμά η Ελίζαμπεθ Μπράντλεϊ, η πρόεδρος του Πανεπιστημίου Βάσαρ, η οποία συμμετείχε στη σύνταξη της μελέτης.