Περισσότεροι από 50 οικονομολόγοι προειδοποίησαν σήμερα ότι τα σχέδια της Βρετανίας για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στον χρηματοοικονομικό τομέα για την περίοδο μετά το Brexit ενέχουν τον κίνδυνο πρόκλησης προβλημάτων, όπως αυτά που οδήγησαν στην παγκόσμια οικονομική κρίση.
Η κυβέρνηση που επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τις «ελευθερίες του Brexit» ανακοίνωσε αυτό το μήνα ότι θα απαιτήσει από τις ρυθμιστικές αρχές να βοηθήσουν ώστε το City του Λονδίνου να παραμείνει ένα παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κέντρο μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ.
Η ομάδα των 58 οικονομολόγων με τη συμμετοχή και του πρώην υπουργού Επιχειρήσεων και τιμημένου με το βραβείο Νόμπελ Βινς Κέιμπλ δήλωσε ότι ο στόχος ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας μπορεί να μετατρέψει τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές σε ένθερμους υποστηρικτές των τραπεζών οδηγώντας στην υιοθέτηση πολιτικών που δεν θα ανταποκρίνονται στην χρηματοοικονομική πραγματικότητα.
Παράλληλα, υπάρχει ο κίνδυνος πλήγματος για την πραγματική οικονομία καθώς ο χρηματοοικονομικός τομέας απορροφάει ένα δυσανάλογο αριθμό ταλέντων, όπως ανέφεραν οι οικονομολόγοι σε μία ανοιχτή επιστολή τους προς τον υπουργό Οικονομικών Ρίσι Σουνάκ.
«Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο χρειάζεται ξεκάθαρους στόχους στους κανονισμούς του που θα προωθούν την παραγωγικότητα σε ένα ευρύ φάσμα της οικονομίας, θα εξυπηρετούν την οικονομική ανάπτυξη και την ακεραιότητα της αγοράς και επίσης, θα προστατεύουν τους καταναλωτές και τους φορολογούμενους, ενώ θα προωθούν την μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής, αλλά και θα αντιμετωπίζουν το ξέπλυμα μαύρου χρήματος για την προστασία της συλλογικής μας ασφάλειας», ανέφερε η ίδια επιστολή.
Παράλληλα, δυσχεραίνουν οι εμπορικές σχέσεις ΕΕ και Βρετανίας καθώς παραμένει αδιάλλακτη η υπ. Εξωτερικών της Μ. Βρετανίας Λιζ Τρας για το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας, καθώς απέρριψε τις ευρωπαϊκές προτάσεις απλοποίησής του, ενώ την περασμένη εβδομάδα δήλωσε ότι «η απάντηση δεν μπορεί να είναι περισσότεροι έλεγχοι, γραφειοκρατία και αναστάτωση. Πάντα η επιλογή μας θα είναι η διαπραγματευτική λύση, αλλά αν δεν βρεθεί, δεν θα διστάσω να λάβω δραστικά μέτρα για την σταθεροποίηση της κατάστασης στη Β. Ιρλανδία».
Επίσης ο πρωθυπουργός του Βελγίου Αλεξάντερ Ντε Κρου έχει διαμηνύσει στον Τζόνσον «να μην ακουμπήσει το πρωτόκολλο», κάτι που επανέλαβε και ο καγκελάριος Όλαφ Σόλτς, δηλώνοντας ότι «βρήκαμε μια καλή λύση στο ζήτημα της Β. Ιρλανδίας και κανείς δεν πρέπει να πράττει μονομερώς σε μια συμφωνία που από κοινού υπογράψαμε».
Οι αυστηροί τόνοι προς τις κινήσεις της Τρας δεν έμειναν όμως μόνο εκτός συνόρων. Επιπλέον πρόβλημα για τα σχέδιά της είναι ότι δεν έχει την απόλυτη συμπαράσταση στο εσωτερικό. Χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών Ρίσι Σούνακ, εξέφρασε τις ανησυχίες του ότι «η διαμάχη με την ΕΕ θα έχει επιπτώσεις στην ήδη επιβαρυμένη οικονομία της χώρας».