Υπέρ της εφαρμογής μία πιο σφιχτής νομισματικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, λόγω της συνεχιζόμενης ανόδου του πληθωρισμού, τάχθηκε ο Κρίστιαν Σιούινγκ, επικεφαλής της Deutsche Bank, υποστηρίζοντας ότι μία τέτοια πολιτική θα δράσει ως «τροχοπέδη» σε τυχόν περαιτέρω ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων.
«Η νομισματική πολιτική πρέπει, όσο είναι νωρίς, να εξετάσει αυτό το ενδεχόμενο», σημείωσε. Ο επικεφαλής της DB, όπως και αρκετοί Γερμανοί τραπεζίτες, έχει ταχθει κατά της πολιτικής αρνητικών επιτοκίων που εφαρμόζει η ΕΚΤ αρκετές φορές, ως μέσο για να στηρίξει την ανάπτυξη, καθώς θεωρεί ότι μέσω αυτής της πολιτικής περιορίζεται σημαντικά το περιθώριο κέρδους των τραπεζικών ομίλων.
Παράλληλα οι Γερμανοί τραπεζίτες σε κάθε ευκαιρία υπογραμμίζουν ότι ο πληθωρισμός στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης τρέχει με ασύλληπτους ρυθμούς, καθώς έφθασε το 4,6% τον Οκτώβριο, σκαρφαλώνοντας στο υψηλότερο επίπεδο 30 ετών. Επιπρόσθετα ο κ. Σιούινγκ υποστηρίξε ότι έαν κάποιος βασιστεί στα στοιχεία που έχει δημοσιοποιήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναφορικά με το χρέος κυβερνήσεων, επιχειρήσεων και νοικοκυριών, το οποίο αυξήθηκε πέρυσι κατά 27 τρισ. δολάρια και έφθασε στα 226 τρισ. δολάρια τότε κατανοεί ότι «δεν είναι βιώσιμο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα και θα πλήξει τις αγορές. Αυτό είναι ένα πρόβλημα».
Την ίδια ώρα, πάντως, μιλώντας στην Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι η τράπεζα παρά το ότι ανησυχεί για τον πληθωρισμό θεωρεί ότι θα υποχωρήσει εντός του επόμενου έτους και ως εκ τούτου δεν έχει πρόθεση να προχωρήσει, προς το παρόν, σε αυξήσεις επιτοκίων.