Η υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Βρετανίας για τις σχέσεις του μετά το Brexit στις 24 Δεκεμβρίου, έγινε, όπως ήταν φυσικό, δεκτή με ανακούφιση αλλά και διάθεση πανηγυρισμών και από τις δύο πλευρές.
Ταυτόχρονα, όμως, θέτει και ορισμένα ερωτηματικά για το μέλλον και κυρίως αυτό που αφορά τη θέση της Μ. Βρετανίας στη διεθνή σκηνή, με τον Economist σε κεντρικό του άρθρο να προσπαθεί να δώσει απαντήσεις σε μία σειρά ιδιαίτερα κρίσιμων θεμάτων για το Λονδίνο και να τονίζει ότι στην πραγματικότητα η Γηραιά Αλβιόνα δεν μπορεί να «ξεχάσει» δια παντός την ΕΕ.
Όπως αναφέρεται στην εν λόγω ανάλυση το ερώτημα «ποια είναι η θέση μας στον κόσμο;» απασχολεί τους Βρετανούς εδώ και αρκετούς αιώνες, καθώς δεν μπορούν να ξεχάσουν ότι στο παρελθόν η χώρα τους υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες.
Ως μέλος της ΕΕ η Βρετανία, όπως είχε υποστηρίξει ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός, Τόνι Μπλερ, η χώρα του θα μπορούσε να γίνει μία «γέφυρα» μεταξύ Βρυξελλών και Ουάσιγκτον. Όμως αυτό αποτελεί, πλέον, παρελθόν. Μία πιθανότητα είναι η Μ. Βρετανία να μετατραπεί σε… Μεγάλη Δανία, δηλαδή μία αξιοπρεπή χώρα του ευρωπαϊκού Βορρά, χωρίς, όμως, ισχυρή παρουσία και δύναμη στη διεθνή πολιτική σκηνή. Μάλιστα, συνεχίζει ο Economist, σε έρευνα που έγινε τον Σεπτέμβριο το 38% των Βρετανών υποστήριξε ότι η χώρας θα πρέπει «να πάψει να προσποιείται ότι είναι μία σημαντική παγκόσμια δύναμη», με το 28% όμως να διαφωνεί με αυτήν την άποψη.
Τα θετικά και αρνητικά του Brexit
Η νυν συντηρητική κυβέρνηση έχει κάνει λόγο για μία «Παγκόσμια Βρετανία» («Global Britain»), υπονοώντας ότι η Ευρώπη δεν είναι η μόνη περιοχή που την ενδιαφέρει. Υπάρχουν αρκετά στοιχεία που μπορούν να στηρίξουν αυτόν τον στόχο. Η Βρετανία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, των G7, των G20, της Κοινοπολιτείας, ενώ διαθέτη μόνιμη θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η χώρα διαθέτει πυρηνικά όπλα και ισχυρό στρατό, καθώς είναι το κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ με τις μεγαλύτερες αμυντικές δαπάνες μετά τις ΗΠΑ. Παράλληλα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο μέσω της παροχής βοήθειας σε αρκετές φτωχές χώρες του κόσμου, ενώ οι επιστήμονές της έλαμψαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με την ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών κατά του κορονοϊού.
Το 2021 η χώρα αναλαμβάνει την προεδρία των G7, ενώ διοργανώνει τη σύνοδο COP26 για το κλίμα. Επιπρόσθετα, όντας πλέον εκτός ΕΕ, έχει τη δυνατότητα καλύτερων ελιγμών και άσκησης αυτόνομης εξωτερικής πολιτικής, κάτι που το απέδειξε είτε με τις κυρώσεις κατά της Λευκορωσίας είτε με τις συμφωνίες που έκλεισε με αρκετές χώρες από την Ιαπωνία έως την Τουρκία.
Χωρίς το βάρος των ατελείωτων Συνόδων Κορυφής και άλλων συνεδριάσεων της ΕΕ, οι Βρετανοί διπλωμάτες θα έχουν, σαφώς, περισσότερο χρόνο να δραστηριοποιηθούν για τα θέματα που ενδιαφέρουν τη χώρα τους, όπως για παράδειγμα η ενίσχυση των σχέσεών της και της παρουσίας της στην περιοχή Ινδίας – Ειρηνικού, ένας «τόπος δράσης» στον οποίο η Βρετανία πάντα ήθελε να έχει κυρίαρχη παρουσία σε όλα τα θέματα από το εμπόριο έως την ασφάλεια.
Ωστόσο, εάν η «Παγκόσμια Βρετανία» θέλει να ανταποκριθεί σε αυτές τις φιλοδοξίες, ο Μπόρις Τζόνσον και οι διάδοχοί του θα πρέπει να αντιμετωπίσουν ορισμένα σημαντικά προβλήματα. Με την πάροδο του χρόνου, η κυριαρχία της Βρετανίας στον κόσμο θα εξαρτηθεί από το πόσο επιτυχημένη θα είναι σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο η πορεία της στο εσωτερικό. Για παράδειγμα η φήμη της δέχθηκε σφοδρό πλήγμα από τον αποτυχημένο τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε το πρώτο κύμα της πανδημίας.
Σε οικονομικό επίπεδο η χώρα δεν έχει και τόσο καλή πορεία και αυτό εκτιμάται ότι θα επιδεινωθεί περαιτέρω λόγω του Brexit. Την ίδια ώρα η έξοδος από την ΕΕ, δημιουργεί εντάσεις στο εσωτερικό καθώς αυξάνονται οι φωνές που ζητούν ανεξαρτησία της Σκωτίας ή επανένωση της Ιρλανδίας. Εάν λοιπόν υπάρξει κατάρρευση εντός των βρετανικών συνόρων, είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι η «υπόληψη» και η δύναμη της χώρας εκτός αυτών θα ακολουθήσει ανάλογη πορεία.
Η Βρετανία πρέπει επίσης να αναπτύξει την πολιτική κουλτούρα για να κάνει δύσκολες επιλογές και να τις υποστηρίξει και ταυτόχρονα να μην «μοιραστεί» σε δεκάδες στόχους, τους οποίους τελικά δεν θα μπορέσει να επιτύχει. Το καλύτερο θα ήταν, πάντα κατά τον Economist, να ακολουθήσει το παράδειγμα της Γαλλίας και να επικεντρωθεί σε συγκεκριμένες περιοχές ανά την υφήλιο στις οποίες, όντως, διαθέτει τη δυνατότητα να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Για παράδειγμα ο στόχος της να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, αν και καλός, μοιάζει δύσκολο να επιτευχθεί, εάν εξετάσει κανείς τα τεράστια βήματα που έχει κάνει μέχρι σήμερα η Γαλλία αλλά και την επιστροφή των ΗΠΑ σε αυτό το πεδίο, μετά και την εκλογή του Τζο Μπάιντεν.
Ορισμένες πρόσφατες κινήσεις, όπως η μείωση της παροχής διεθνούς βοήθειας στο 0,5% του ΑΕΠ από 0,7% που ήταν πριν, αποδεικνύουν ότι η βρετανική κυβέρνηση είναι πρόθυμη να λάβει ορισμένες σκληρές αποφάσεις. Μία ακόμη θετική ένδειξη είναι η προγραμματισμένη αύξηση στις αμυντικές δαπάνες, με έμφαση στην ενίσχυση των τομέων - δυνατότητες στον κυβερνοχώρο και ναυτική δύναμη - με παγκόσμια σημασία.
Ένα άλλο πεδίο είναι οι σχέσεις της χώρας με την Κίνα. Εδώ υπάρχουν δύο αντικρουόμενες πλευρές. Η μία που υποστηρίζει ότι αυτές θα πρέπει να παραμείνουν «αγαστές» και η άλλη που έχει εντελώς διαφορετική άποψη, θέτοντας ζητήματα όπως η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων στην Κίνα αλλά και η «επιθετική» της στάση έναντι του Χονγκ Κονγκ. Όλα δείχνουν ότι η δεύτερη πλευρά κερδίζει σε αυτήν τη μάχη, μετά και τα σκληρά μέτρα της βρετανικής κυβέρνησης ενάντια στον κινεζικό όμιλο Huawei, ο οποίος αποκλείστηκε από την ανάπτυξη δικτύων 5G στη χώρα. Κατά τον Economist αυτή ήταν μία λογική απόφαση από πλευράς Λονδίνου.
Όμως αυτό που πραγματικά θα πρέπει να κατανοήσει η Βρετανία είναι ότι πολύ δύσκολα μπορεί να υπάρξει χωρίς να έχει σχέσεις με την ΕΕ. «Η πρώην πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, ήθελε μία «φιλόδοξη σχέση» με την ΕΕ σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας. Ο κ. Τζόνσον προτιμά να επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στο ΝΑΤΟ και στις σχέσεις της χώρας με Γερμανία και Γαλλία. Καλοί αλλά περιορισμένοι στόχοι. Η Ιστορία έχει αποδείξει ότι η Βρετανία συνδέεται εξ ανάγκης με την Ευρώπη. Τα κοινά συμφέροντα στηρίζουν αυτήν την άποψη. Αν και μπορεί οι φανατικοί του Brexit να το θεωρήσουν περίεργο, πολύ σύντομα θα κατανοήσουν ότι όσο νωρίτερα το πρώην μέλος της ΕΕ ξεπεράσει την «τυφλότητα» με την οποία αντιμετωπίζει την Ευρώπη τόσο πιο σύντομα θα επιτευχθεί ο στόχος της «Παγκόσμιας Βρετανίας» που έχει τεθεί», καταλήγει ο Economist.