Η πανδημία άλλαξε σχεδόν τα πάντα, από την καθημερινότητά μας έως τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι επιχειρήσεις. Ετοιμάζεται, όμως, να φέρει και μία νέα ανατροπή σε οικονομικό επίπεδο, τη μεγάλη επιστροφή της δημοσιονομικής πολιτικής ως βασικού παράγοντα που θα προσπαθήσει όχι μόνο να γιατρέψει τις πληγές αλλά και να δημιουργήσει το κατάλληλο περιβάλλον ώστε το 2021 να είναι όντως ένα έτος οικονομικής ανάκαμψης.
Οι κυβερνήσεις ανά την υφήλιο εφαρμόζουν σειρά μέτρων δημοσιονομικής επέκτασης, με στήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων, αδιαφορώντας για μεγέθη όπως το έλλειμμα και το χρέος, κάτι που έχει καταστεί σαφές και στην Ελλάδα, με χείρα βοηθείας από την απόφαση για άρση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το 2021.
Μέχρι σήμερα οι κρίσεις αποτελούσαν ένα «πεδίο δόξης λαμπρό» για τις Κεντρικές Τράπεζες, όπως συνέβη τόσο στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 όσο και στην κρίση χρέους της ευρωζώνης. Και στην τρέχουσα κρίση οι τράπεζες διαδραματίζουν μέγιστο ρόλο τόσο με την επιτοκιακή τους πολιτική όσο και με τα προγράμματα στήριξης, αλλά οι κρατικές μηχανές είναι αυτές που ετοιμάζονται να αναλάβουν δράση.
Το μεγαλύτερο ερωτηματικό, κάτι που έχει επισημάνει σε αρκετές περιπτώσεις και ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, για τις κυβερνήσεις είναι ποια θα είναι η κατάλληλη χρονική συγκυρία ώστε να υπάρξει άρση των υποστηρικτικών μέτρων και της δημοσιονομικής επέκτασης και επιστροφή σε πιο συνετές και κυρίως λιγότερο δαπανηρές δημοσιονομικές πολιτικές.
Πρόωρη άρση των μέτρων στήριξης μπορεί να οδηγήσει σε βαθύτερη ύφεση ή ακόμη και σε κοινωνική αναταραχή, όπως έχει προειδοποιήσει κυρίως το ΔΝΤ, αλλά ταυτόχρονα διατήρηση των δαπανηρών μέτρων για διάστημα «άνω του επιτρεπτού» μπορεί να επαναφέρει στο προσκήνιο τη δαμόκλειο σπάθη του δημοσιονομικού εκτροχιασμού και μάλιστα σε μία περίοδο που η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μία από τις πιο επιθετικές υφέσεις των τελευταίων δεκαετιών.
Σύμφωνα με εκτίμηση της JPMorgan η άρση των μέτρων στήριξης, τα οποία τροφοδοτούν την ανάκαμψη, μπορεί να οδηγήσει σε αφαίρεση έως και 2,5% του ρυθμού ανάπτυξης του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2021. Αυτή ακριβώς η προοπτική έχει αλλάξει και τον τρόπο που οι μέχρι πρότινος φειδωλές ως προς τη στήριξη των δημοσιονομικών δαπανών κεντρικές τράπεζες έχουν αλλάξει στάση.
Τόσο η Fed όσο και η ΕΚΤ τονίζουν συνεχώς σε εκθέσεις και ανακοινώσεις τους την ανάγκη τα μέτρα στήριξης να μην αρθούν πρόωρα, καθώς και οι ίδιες διαθέτουν, πλέον, περιορισμένο οπλοστάσιο, κυρίως σε ό,τι αφορά τα επιτόκια, τα οποία είναι μηδενικά ή έστω κοντά στο 0%. Ταυτόχρονα μέσω των κρατικών προγραμμάτων στήριξης τα χρήματα κατευθύνονται απευθείας είτε στους εργαζόμενους, είτε στις επιχειρήσεις ενώ οι κεντρικές τράπεζες μπορούν να στηρίξουν μόνο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ευελπιστώντας ότι αυτό θα ανοίξει τις κάνουλες της χρηματοδότησης προς την πραγματική οικονομία.