Ένα φορτίο χρέους πρωτοφανές για περίοδο ειρήνης αφήνει στα κράτη η αναμέτρηση με τον κορονοϊό. Σύμφωνα με τις νεότερες προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το 2020 το χρέος των κρατών θα εκτιναχθεί σχεδόν κατά 20 μονάδες του ΑΕΠ και θα ξεπεράσει το επίπεδο του παγκόσμιου εισοδήματος, φθάνοντας σε ύψος ρεκόρ για τη μεταπολεμική περίοδο, στο 101,5% του ΑΕΠ. Μάλιστα, θα συνεχίσει να αυξάνεται και το 2021, στο 103,2% του ΑΕΠ.
Το Μεγάλο Κλείδωμα (Great Lockdown), όπως περιγράφεται από το Ταμείο η περίοδος της επιβολής περιοριστικών μέτρων για την αναχαίτιση της μετάδοσης του κορονοϊού, θα εξαφανίσει εισόδημα της τάξεως των 12 τρισ. δολ. από την παγκόσμια οικονομία. Σαν να εξαφανίσθηκαν ξαφνικά από τον παγκόσμιο οικονομικό χάρτη έξι εθνικές οικονομίες του μεγέθους της Ιταλίας.
Η «βουτιά» της παγκόσμιας οικονομίας
Μπροστά σε αυτή την πρωτοφανή ύφεση, που έπληξε με συντριπτικό τρόπο ολόκληρο τον πλανήτη, τα κράτη αποτέλεσαν την τελευταία γραμμή άμυνας, προχωρώντας σε επίσης πρωτοφανείς δημοσιονομικές παρεμβάσεις για να μετριάσουν τις συνέπειες της ύφεσης. Σύμφωνα με τους νεότερους υπολογισμούς του Ταμείου, τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν αναγγελθεί ως τώρα από τις κυβερνήσεις, κυρίως των ανεπτυγμένων οικονομιών, φθάνουν τα 10,75 τρισ. δολ., ενώ τον Απρίλιο είχαν εκτιμηθεί σε ποσό άνω των 8 τρισ. δολ.
Όπως σημειώνει το Ταμείο, στην αναθεωρημένη έκθεση Fiscal Monitor, που συνόδευσε την εξαιρετικά δυσμενή αναθεώρηση του World Economic Outlook, το ήμισυ αυτών των μέτρων (5,4 τρισ. δολ.) είναι πρόσθετες δαπάνες και διαφυγόντα έσοδα, που επηρεάζουν άμεσα τους κρατικούς προϋπολογισμούς.
Το υπόλοιπο μισό (5,4 τρισ. δολ.) είναι η στήριξη της ρευστότητας, όπως τα δάνεια, οι εισφορές ιδίων κεφαλαίων και οι εγγυήσεις, μεταξύ άλλων μέσω κρατικών τραπεζών και επιχειρήσεων, οι οποίες βοηθούν στη διατήρηση ταμειακών ροών και περιορίζουν τις πτωχεύσεις. Αυτές οι μορφές στήριξης δεν έχουν άμεση δημοσιονομική επίπτωση, αλλά θα μπορούσαν να διογκώσουν το δημόσιο χρέος και τα ελλείμματα αργότερα, εάν προκληθούν απώλειες, δηλαδή εάν οι επιχειρήσεις που έχουν λάβει τις ενισχύσεις ρευστότητας δεν μπορέσουν να τις επιστρέψουν.
Τις μεγαλύτερες ενισχύσεις στις εθνικές τους οικονομίες έχουν προσφέρει οι χώρες της Ομάδας των 20 (G20), καθώς το κόστος των δημοσιονομικών μέτρων τους έχει φθάσει το 6% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, δηλαδή είναι περίπου διπλάσιο από τους αντίστοιχους υπολογισμούς του Απριλίου (3% του ΑΕΠ). Μάλιστα, όπως σημειώνει το Ταμείο, το κόστος είναι πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο της περιόδου 2008-10, όταν τα κράτη είχαν λάβει μέτρα για την ανάσχεση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, που είχαν αυξήσει το παγκόσμιο έλλειμμα κατά 4,9% το 2009, ενώ το 2020 η αύξηση εκτιμάται θα φθάσει το 10%.
Το αποτέλεσμα των παρεμβάσεων είναι μια διόγκωση του παγκόσμιου δημόσιου χρέους χωρίς προηγούμενο στη μεταπολεμική περίοδο.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο του Ταμείου, το χρέος αναμένεται να φθάσει σε υψηλό όλων των εποχών (μετά τον Πόλεμο), ξεπερνώντας το 101% του ΑΕΠ το 2020, με μια αύξηση κατά 19,5% σε σχέση με το 2019. Στην ευρωζώνη, το χρέος θα εκτιναχθεί φέτος κατά 21,1% του ΑΕΠ, για να ανέλθει στο 105,1%. Το χρέος της Γερμανίας θα παραμείνει πολύ χαμηλότερο από το μέσο όρο (77,2%), ενώ ανησυχητική θα είναι η αύξηση στη Γαλλία (από 98,1% σε 125,7%). Στην Ιταλία θα ξεπεράσει το 166% του ΑΕΠ και στην Ισπανία το 123%.
Εν τω μεταξύ, το μέσο συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να εκτοξευθεί κοντά στο 14% του ΑΕΠ το 2020, δηλαδή 10% πάνω από το προηγούμενο έτος. Στην ευρωζώνη, το έλλειμμα θα φθάσει το 11,7% του ΑΕΠ, για να μειωθεί στο 5,3% το 2021, δηλαδή και τις δύο αυτές χρονιές θα είναι πολύ υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό κανόνα που ορίζει μέγιστο όριο το 3%. Όμως, το παγκόσμιο ρεκόρ με μεγάλη διαφορά από οποιαδήποτε άλλη οικονομία στη δημιουργία ελλειμμάτων για την τόνωση της οικονομίας θα έχουν οι ΗΠΑ, όπου εκτιμάται ότι το έλλειμμα θα εκτιναχθεί φέτος από το 6,8% στο 23,8% του ΑΕΠ.
Σε ορισμένες προηγμένες οικονομίες (Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο) η παροχή στήριξης από τις κυβερνήσεις δημιουργεί δημοσιονομικούς κινδύνους, προειδοποιεί το ΔΝΤ, η σοβαρότητα των οποίων θα εξαρτηθεί από τα βάρη και τις ζημιές που θα μεταφερθούν τελικά στους προϋπολογισμούς των κρατών. Πάντως, το Ταμείο σημειώνει ότι το κόστος δανεισμού αναμένεται να παραμείνει χαμηλό στις προηγμένες οικονομίες.
Η έξοδος από αυτή την περίοδο της έκτακτης παροχής στήριξης στις οικονομίες από τα κράτη δεν θα είναι μια εύκολη άσκηση. Όπως σημειώνει το Ταμείο, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να σταθμίζουν την παροχή στήριξης ανάλογα με την εξέλιξη της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων και να κάνουν προσεκτική και διαφανή διαχείριση των προγραμμάτων παροχής ρευστότητας, ώστε να αποφύγουν μεγάλες επιβαρύνσεις των δημοσίων οικονομικών.