Ένα πλήγμα σε ρωσικό δεξαμενόπλοιο που ανήκει στον λεγόμενο «σκιώδη στόλο» σε διεθνή ύδατα της Μεσογείου, κοντά σε έναν από τους σημαντικότερους θαλάσσιους διαδρόμους παγκοσμίως, αποτελεί προειδοποιητικό σήμα για τη διεθνή ναυσιπλοΐα.
Η επίθεση με μη επανδρωμένα μέσα δεν μεταβάλλει μόνο τα γεωγραφικά δεδομένα του πολέμου, αλλά αμφισβητεί την έννοια των «ασφαλών θαλασσών» και δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα αυξημένης αβεβαιότητας για την εμπορική ναυτιλία.
Ο κίνδυνος λαθών στην ταυτοποίηση, η πιθανότητα περιβαλλοντικών ατυχημάτων, αλλά και η άνοδος του ασφαλιστικού κόστους, καθιστούν το περιστατικό περισσότερο από μεμονωμένο γεγονός. Προμηνύει μια περίοδο κατά την οποία η ελευθερία της ναυσιπλοΐας δοκιμάζεται ξανά.
Σύμφωνα με τον Γιώργο Τσιάκαλο, επικεφαλής πληροφοριών της εταιρείας ναυτικής ασφάλειας και διαχείρισης κινδύνου Diaplous και απόστρατο ανώτατο αξιωματικό του Ελληνικού Στρατού Ξηράς, το χτύπημα αυτό συνιστά ποιοτική κλιμάκωση και αναδεικνύει πραγματικούς κινδύνους για τη διεθνή ναυτιλία.
Το πλήγμα στο ρωσικό δεξαμενόπλοιο QENDIL καταδεικνύει ότι η στοχοποίηση πλοίων εμπορικού τύπου μπορεί να ξεπεράσει τα άμεσα θέατρα επιχειρήσεων. Το περιστατικό, που σημειώθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2025, 85 ναυτικά μίλια νότια της Κρήτης, ανέδειξε τη χρήση χαμηλού κόστους και χαμηλού ίχνους μέσων μεγάλης ακτίνας δράσης, αμφισβητώντας την έννοια των «ασφαλών υδάτων». Για τη ναυτιλία, οι συνέπειες είναι κυρίως έμμεσες: αυξημένη ανάγκη για δυναμική αξιολόγηση κινδύνου ανά δρομολόγιο και αυστηρότερο έλεγχο έκθεσης σε κυρώσεις.
Η επίθεση αυτή δημιουργεί επιχειρησιακό προηγούμενο, μετακινώντας το σημείο αναφοράς από επιθέσεις κοντά σε ενεργά μέτωπα σε στόχους υψηλής πολιτικοοικονομικής αξίας σε απομακρυσμένες θαλάσσιες περιοχές. Η στοχοποίηση πλοίου που συνδέεται με τον «σκιώδη στόλο» εντάσσεται σε στρατηγική πίεσης στη ροή εσόδων και στην παράκαμψη κυρώσεων, αποτελώντας πιο στοχευμένη ενέργεια από τις κλασικές επιθέσεις ευκαιρίας.
Παράλληλα, η διάχυση τεχνολογίας μη επανδρωμένων μέσων αυξάνει τον κίνδυνο λαθών στην ταυτοποίηση και παράπλευρων απωλειών, ενισχύοντας την ανάγκη για έγκαιρη ανταλλαγή πληροφοριών και προσαρμογή των διαδικασιών ασφάλειας.
Κίνδυνοι και Επιπτώσεις για τη Διεθνή Ναυσιπλοΐα
Αν παρόμοιες επιθέσεις κλιμακωθούν, οι κίνδυνοι για τη διεθνή ναυσιπλοΐα γίνονται συστημικοί. Ο πολεμικός κίνδυνος μπορεί να εξαπλωθεί σε περιοχές αυξημένης εμπορικής κίνησης, ενισχύοντας την αβεβαιότητα και αυξάνοντας τον κίνδυνο σοβαρών περιβαλλοντικών ατυχημάτων, ειδικά σε δεξαμενόπλοια με φορτίο.
Όπως σημειώνει ο κ. Τσιάκαλος, υπάρχει ο κίνδυνος τέτοιες επιθέσεις να περάσουν στα χέρια ομάδων ή οργανώσεων που θα δρουν για λογαριασμό τρίτων, κάτι που θα οδηγήσει τη ναυτιλία σε διαρκή κρίση αβεβαιότητας και αυξημένο ρίσκο.
Επιπλέον, αναμένεται αύξηση του ασφαλιστικού και κανονιστικού κόστους, με υψηλότερα ασφάλιστρα πολεμικού κινδύνου και αυστηρότερους όρους κάλυψης, καθώς και επιχειρησιακές επιβαρύνσεις μέσω περισσότερων περιορισμών και καθυστερήσεων στη ναυσιπλοΐα.
Προς το παρόν, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Μεσόγειος εντάσσεται συνολικά στις περιοχές υψηλού θαλάσσιου κινδύνου, ωστόσο το ρίσκο αυξάνεται σε συγκεκριμένες υποπεριοχές, όπως η Λιβύη.
Συνέπειες για Πλοιοκτήτες και Διαχειριστές
Το νέο περιβάλλον ασφάλειας απαιτεί ενισχυμένη προετοιμασία ταξιδιών, προσεκτική διαχείριση προσεγγίσεων σε λιμένες αυξημένου ρίσκου και αποφυγή ευαίσθητων παράκτιων ζωνών. Αυξάνεται επίσης η ανάγκη για αυστηρή συμμόρφωση και due diligence στις ναυλώσεις, ειδικά όταν υπάρχουν συνδέσεις με ρωσικά φορτία.
Η ενεργή διαχείριση της ασφαλιστικής κάλυψης και η συνεχής ενημέρωση της κατάστασης καθίστανται κρίσιμοι παράγοντες για την επιχειρησιακή ασφάλεια.
Μη Επανδρωμένα Μέσα και Νέες Απειλές
Οι επιθέσεις βασίζονται πλέον στη χρήση μη επανδρωμένων μέσων, όπως drones και μη επανδρωμένα σκάφη επιφανείας, τα οποία προσφέρουν χαμηλό ίχνος και κόστος, αλλά και τη δυνατότητα ταυτόχρονης προσέγγισης πολλών στόχων, δυσχεραίνοντας την έγκαιρη αντίδραση.
Η συλλογή πληροφοριών και τα δεδομένα ναυσιπλοΐας παίζουν καθοριστικό ρόλο. Η αξιοποίηση του AIS, των εμπορικών δεδομένων κίνησης πλοίων, των βάσεων δεδομένων ιδιοκτησίας και των δορυφορικών εικόνων επιτρέπουν την ταυτοποίηση προτύπων και την επιλογή στόχων με μεγαλύτερη ακρίβεια.
Για τη ναυτιλία, η έγκαιρη αξιοποίηση των διαθέσιμων πληροφοριών και η συνεργασία με εταιρείες διαχείρισης κινδύνου συμβάλλουν στην πρόληψη και στον περιορισμό των επιπτώσεων.
Η προστασία των εμπορικών πλοίων απαιτεί πολυεπίπεδη προσέγγιση: αποφυγή παρατεταμένης έκθεσης σε επικίνδυνες ζώνες, ενισχυμένη επιτήρηση, χρήση ραντάρ και οπτικών μέσων, σαφή σχέδια ελιγμών και διαχείρισης ταχύτητας.
Το μεγαλύτερο ρίσκο για τη ναυτιλία είναι η «κανονικοποίηση» της ιδέας ότι εμπορικά πλοία μπορούν να γίνονται στόχοι σε ευρύτερα γεωγραφικά πλαίσια, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα ατυχημάτων, λαθών ταυτοποίησης και περιβαλλοντικής ρύπανσης, με σημαντικές επιπτώσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού.
Πηγή: Diaplous Group