Η αμερικανική δικαιοσύνη ανέστειλε εκ νέου, έως τις 7 Νοεμβρίου, την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς στο Πόρτλαντ, δημιουργώντας σημαντικό εμπόδιο στον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, εν μέσω της αντιπαράθεσης με δημοκρατικά ελεγχόμενους δήμους και πολιτείες.
Σύμφωνα με την απόφαση της ομοσπονδιακής δικαστού Κάριν Ίμεργκουτ, απαιτείται περισσότερος χρόνος για την εξέταση της υπόθεσης.
Η παρέμβαση αυτή έρχεται ενώ ο Τραμπ επιδιώκει να στείλει την Εθνοφρουρά στο Πόρτλαντ, με στόχο, όπως αναφέρει, την προστασία της αστυνομίας μετανάστευσης (ICE), η οποία έχει αποτελέσει στόχο βίαιων διαδηλώσεων.
Πολλές προσφυγές έχουν ήδη κατατεθεί κατά της ανάπτυξης της Εθνοφρουράς σε διάφορες αμερικανικές πόλεις που διοικούνται από Δημοκρατικούς.
Ο γενικός εισαγγελέας του Όρεγκον, Νταν Ρέιφιλντ, σχολίασε πως η υπόθεση αφορά «τον σεβασμό των γεγονότων –και όχι τα πολιτικά καπρίτσια του προέδρου– για την εφαρμογή του νόμου».
Η κυβερνήτης του Όρεγκον, Τίνα Κότεκ, χαρακτήρισε την απόφαση «νέα επιβεβαίωση της δημοκρατίας μας και του δικαιώματός μας να κυβερνάμε εμείς» την πολιτεία, καταδικάζοντας παράλληλα την «ανεπιθύμητη, ανώφελη και αντισυνταγματική στρατιωτική παρέμβαση».
Τον Σεπτέμβριο, ο Τραμπ είχε δηλώσει μέσω κοινωνικών δικτύων ότι είναι διατεθειμένος να στείλει «όλα τα απαραίτητα στρατεύματα» για την προστασία του Πόρτλαντ, το οποίο, όπως υποστήριξε, «σπαράσσεται από τον πόλεμο».
Η δικαστής Ίμεργκουτ, στην απόφασή της, υπογράμμισε ότι δεν εντοπίστηκε «καμία αξιόπιστη απόδειξη» πως οι διαδηλώσεις μπροστά από το κτίριο της ICE «είχαν βγει εκτός ελέγχου». Τόνισε επίσης πως οι διαδηλώσεις «μάλλον δεν εγείρουν κίνδυνο εξέγερσης», ενώ τα βίαια επεισόδια χαρακτηρίστηκαν ως «μεμονωμένα και σποραδικά γεγονότα».
Η ίδια επισήμανε πως δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι «αυτά τα βίαια επεισόδια διαπράχθηκαν από μια οργανωμένη ομάδα που επιδόθηκε σε ένοπλες εχθροπραξίες με στόχο την κατάληψη ενός οργάνου διακυβέρνησης με παράνομα ή αντιδημοκρατικά μέσα».
Η τελική απόφαση της Ίμεργκουτ αναμένεται έως την Παρασκευή, ωστόσο εκτιμάται ότι θα υπάρξει έφεση ανεξαρτήτως αποτελέσματος.
Παράλληλα, τα δικαστήρια έχουν ήδη αναστείλει την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς και στο Σικάγο, ύστερα από σχετικό αίτημα του δημάρχου και του κυβερνήτη του Ιλινόι. Ο Τραμπ προσέφυγε στις 17 Οκτωβρίου στο Ανώτατο Δικαστήριο, ζητώντας την έγκρισή του για τη συνέχιση της συγκεκριμένης πολιτικής.