Επιστήμονες στη Βρετανία - μεταξύ των οποίων δύο ελληνικής καταγωγής- επιβεβαίωσαν, μετά από μακρόχρονη παρακολούθηση, τη θεραπεία ενός δεύτερου ανθρώπου από τον ιό HIV του AIDS, του λεγόμενου «ασθενούς του Λονδίνου». Η περίπτωση ύφεσης και πιθανής θεραπείας του είχε γίνει γνωστή στο 2019 και τώρα ήλθε η επιβεβαίωση.
Παράλληλα, έγινε η αποκάλυψη της ταυτότητας του έως τώρα ανώνυμου ασθενούς, με συνέντευξη που παρεχώρησε στους «New York Times». Πρόκειται για τον 40χρονο Αδάμ Καστιλέχο, ο οποίος έζησε με τον ιό HIV από το 2003. Το 2012 είχε διαγνωσθεί με οξεία μυελογενή λευχαιμία και στη συνέχεια έκανε μεταμόσχευση βλαστικών κυττάρων από δότη του οποίου τα βλαστοκύτταρα διέθεταν δύο αντίγραφα μιας συγκεκριμένης σπάνιας μετάλλαξης, που καθιστά τα λευκά αιμοσφαίρια ανθεκτικά στον ιό.
Ο πρώτος ασθενής που είχε δηλωθεί από τους γιατρούς ότι θεραπεύθηκε από τον HIV το 2011, υπήρξε ο Τίμοθι Μπράουν, γνωστός ως «ασθενής του Βερολίνου», ο οποίος είχε κάνει παρόμοια βλαστοκυτταρική θεραπεία. Η μεταμόσχευση των κυττάρων στους δύο ασθενείς όχι μόνο θεράπευσε τον καρκίνο, αλλά και την λοίμωξη από τον HIV.
Η θεραπεία του Μπράουν περιλάμβανε ακτινοθεραπεία όλου του σώματος, δύο γύρους μεταμόσχευσης βλαστικών κυττάρων από δότη φορέα του γονιδίου CCR5Δ32/Δ32 που παρέχει ανθεκτικότητα στον HIV, καθώς και χημειοθεραπεία. Ο Καστιλέχο έκανε μία μόνο μεταμόσχευση και μειωμένης έντασης χημειοθεραπεία, ενώ απέφυγε την ολόσωμη ακτινοθεραπεία.
Χάρη στη μεταμόσχευση ο ιός αδυνατεί πια να πολλαπλασιαστεί στο σώμα του ασθενούς, ενώ η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία στοχεύουν στην εξάλειψη των απομειναριών του HIV. Μετά την επιτυχή μεταμόσχευση, το 99% των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος του δεύτερου ασθενούς αντικαταστάθηκαν από εκείνα του δότη.
Ο Καστιλέχο δήλωσε ότι αποκάλυψε την ταυτότητα του, επειδή θέλει να γίνει «πρεσβευτής της ελπίδας» για τους ασθενείς με τη νόσο. Όμως η θεραπεία με βλαστικά κύτταρα στην οποία υπεβλήθη, είναι σοβαρή και επεμβατική, ενέχοντας κινδύνους.
Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον καθηγητή Ραβίντρα Κουμάρ Γκούπτα του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet HIV», δήλωσαν ότι δεν ανιχνεύονται πλέον ίχνη ενεργού HIV στο αίμα, στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό, στο σπέρμα και σε ιστούς του «ασθενούς του Λονδίνου» 30 μήνες μετά τη διακοπή της αντιικής θεραπείας (ART). Ανιχνεύονται -όπως και στον πρώτο ασθενή- μόνο μερικά απομεινάρια του DNA του HIV-1, τα οποία όμως θεωρούνται «απολιθώματα», που είναι απίθανο να αναπαράγουν τον ιό στο σώμα του Καστιλέχο.
Όπως είπαν, το γεγονός ότι υπάρχει πλέον δεύτερος θεραπευμένος ασθενής, δείχνει πως η θεραπεία από τον ιό δεν ήταν κάτι τυχαίο στον πρώτο ασθενή, αλλά είναι δυνατή και για άλλους ασθενείς, αν και όχι για όλους. «Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι αυτή η θεραπεία είναι υψηλού κινδύνου και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο ως τελευταία καταφυγή για ασθενείς με HIV, οι οποίοι επίσης έχουν αιματολογικές κακοήθειες απειλητικές για τη ζωή τους. Συνεπώς δεν είναι μια θεραπεία που θα μπορούσε να χορηγηθεί ευρέως σε ασθενείς με HIV, οι οποίοι λαμβάνουν με επιτυχία την αντιική θεραπεία τους», δήλωσε ο δρ Γκούπτα.
Στη νέα μελέτη για τον δεύτερο θεραπευμένο ασθενή συμμετείχαν οι ιολόγοι-ανοσολόγοι Δήμητρα Πέππα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και Ελένη Ναστούλη του Νοσοκομείου του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL). Λόγω της πειραματικής μορφής της θεραπείας, ο Καστιλέχο θα παρακολουθείται σε συνεχή αλλά λιγότερο συχνή βάση για τυχόν επανεμφάνιση του ιού HIV.