Με το έλλειμμά της να εκτιμάται ότι το 2024 θα ξεπεράσει το 6% του ΑΕΠ, γεγονός που τη βάζει στο στόχαστρο των ελεγκτικών μηχανισμών της ευρωζώνης, η νέα γαλλική κυβέρνηση, στρέφεται σε αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών.
Πρώτοι στο στόχαστρο του πρωθυπουργού Μισέλ Μπαρνιέ είναι οι πλούσιοι Γάλλοι και οι επιχειρήσεις, με αρκετούς εκ των πρώτων να μην διστάζουν να δηλώσουν δημοσίως ότι θα εγκαταλείψουν τη Γαλλία, προκειμένου να αποφύγουν τη «ληστρική» όπως την χαρακτηρίζουν φορολόγηση.
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2025 περιλαμβάνεται το μέτρο του κατώτατου φορολογικού συντελεστή 20% για όσα φυσικά πρόσωπα έχουν ετήσιο εισόδημα άνω των 250.000 ευρώ και για ζευγάρια που έχουν εισόδημα 500.000 ευρώ. Το μέτρο έχει ορίζοντα εφαρμογής τριών ετών και εκτιμάται ότι θα φέρει στα γαλλικά δημόσια ταμεία το ποσό των δύο δισ. ευρώ, ενώ αφορά περίπου 65.000 νοικοκυριά.
«Οι πλούσιοι στιγματίζονται ολοένα και περισσότερο στη Γαλλία», δήλωσε η Χ. Λεζέντρ, επικεφαλής της δικηγορικής εταιρείας Hogan Lovells με έδρα το Παρίσι και ειδικός σε θέματα φορολογίας και προσθέτει ότι «κάποιοι άνθρωποι θα καταλήξουν να φύγουν. Έχουν βαρεθεί την ανασφάλεια και την αστάθεια, απλά θα φύγουν».
Άλλωστε η Γαλλία φιλοξενεί ορισμένους από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, όπως για παράδειγμα ο Μπερνάρ Αρνό της LVMH, ο οποίος βρίσκεται στην τέταρτη θέση της λίστας δισεκατομμυριούχων του Bloomberg, αλλά και η Φρ. Μπετανκούρ Μέγιερς, κληρονόμος της εταιρείας καλλυντικών L’Oreal. Διαθέτει επίσης μερικές από τις πλουσιότερες οικογένειες, όπως αυτή στην οποία ανήκει η Hermes International, τους κληρονόμους της Chanel και αυτούς του αμυντικού κολοσσού Dassault.
Ερωτηθείς αν ανησυχεί για το ενδεχόμενο να φύγουν οι πλούσιοι από τη Γαλλία, ο υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Μπενιαμίν Χαντάντ σημείωσε, μιλώντας στην τηλεόραση του Bloomberg ότι «ανησυχώ για τον αντίκτυπο που θα έχει το υψηλό χρέος και το έλλειμμα στην κυριαρχία της χώρας μας, στον πλούτο των μελλοντικών γενεών, και νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που συμμερίζονται όλοι οι Γάλλοι, συμπεριλαμβανομένων των πλουσιότερων, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρηματιών».
Μια γαλλική οικογένεια που θα νιώσει ιδιαίτερα τις επιπτώσεις του προϋπολογισμού είναι η ναυτιλιακή δυναστεία Σαάντ με έδρα τη Μασσαλία. Η εταιρεία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που ελέγχει, η CMA CGM - η τρίτη μεγαλύτερη στον κόσμο - θα πληγεί με επιπλέον φόρους ύψους 500 εκατ. ευρώ το επόμενο έτος και 300 εκατ. ευρώ το 2026.
Όμως, όπως τονίζει ο υπ. Οικονομικών, Αντουάν Αρμάντ, «η χώρα μας βρίσκεται σε μια άνευ προηγουμένου κατάσταση και σε μια κομβική στιγμή. Η γαλλική οικονομία αντέχει, αλλά το δημόσιο χρέος μας είναι κολοσσιαίο. Θα ήταν και κυνικό και μοιραίο να μην το δούμε, να το πούμε και να το αναγνωρίσουμε».
Τα σχέδια για την έκτακτη φορολόγηση των 440 πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων της χώρας, οι οποίες έχουν τζίρο άνω του ενός δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, εκτιμάται ότι θα φέρουν έσοδα οκτώ δισ. το 2025 και τέσσερα δισ. το 2026, με τον φορολογικό συντελεστή να αυξάνεται στο 30%. Παράλληλα για τις εταιρείες με ετήσιο τζίρο άνω των τριών δισ. ευρώ, ο φορολογικός συντελεστής αυξάνεται στο 36%. Οι συντελεστές αυτοί θα μειωθούν στο 28% και 30% το 2026.
Το υπέρογκο έλλειμμα
Η κυβέρνηση στοχεύει να μειώσει το έλλειμμα στο 5% του ΑΕΠ το 2025 από 6,1% που προβλέπεται για φέτος και έχει προειδοποιήσει ότι θα διογκωθεί στο 7% αν δεν λάβει μέτρα. Έχει ήδη μεταθέσει τον στόχο για την τήρηση του ορίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 3% κατά δύο χρόνια, μέχρι το 2029.
Ακόμη και με μικρότερο έλλειμμα, η Γαλλία θα πρέπει να πουλήσει ομόλογα ρεκόρ ύψους 300 δισ. ευρώ για να χρηματοδοτηθεί το επόμενο έτος. Το κόστος εξυπηρέτησης του βουνού χρέους της χώρας αναμένεται να διογκωθεί στα 54,9 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών.
Στα μέτρα για να επιτευχθούν οι στόχοι για έλλειμμα και χρέος είναι να υπάρξει μετάθεση της αναπροσαρμογής των συντάξεων έως την 1η Ιουλίου και όχι να γίνει από τις αρχές του επόμενου έτους όπως ήταν προγραμματισμένο. Ο κ. Μπαρνιέ διατήρησε το μέτρο, το οποίο στο σχέδιο προϋπολογισμού προβλέπεται να αποφέρει 3,6 δισ. ευρώ από τα 14,8 δισ. ευρώ των εξοικονομήσεων από την κοινωνική ασφάλιση. Η κυβέρνηση σχεδιάζει επίσης να μειώσει τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων κατά περίπου 2.200 θέσεις.