Πτωτικά, αλλά χωρίς υπερβολές, κινείται η εγχώρια αγορά, ευθυγραμμισμένη με το αρνητικό κλίμα σε διεθνές επίπεδο, που προκλήθηκε τόσο από τον έκτακτο φόρο στις ιταλικές τράπεζες, όσο και από την υποβάθμιση αμερικανικών τραπεζών από τον οίκο Moody’s.
Συνεχίζονται οι μεγάλες πιέσεις για τον ιταλικό δείκτη FTSE MIB, με τις απώλειές του να ξεπερνούν το 2%, ενώ οι τραπεζικές μετοχές κινούνται σε ελεύθερη πτώση με απώλειες που αγγίζουν και το 8%. Πτώση 0,43% για τον πανευρωπαϊκό Stoxx 600, με τον γερμανικό DAX να υποχωρεί 0,93%. Απώλειες και για τα futures της Wall Street, με τον S&P 500 να υποχωρεί 0,48%.
Ο Γενικός Δείκτης στις 13:37 βρίσκεται στο -0,36% και τις 1.315,90 μονάδες, με την αξία των συναλλαγών να διαμορφώνεται στα 26,2 εκατ. ευρώ. Πτώση 0,32% για τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης, με τον δείκτη μέσης κεφαλαιοποίησης να κινείται 0,58% χαμηλότερα.
Στο -0,72% ο τραπεζικός δείκτης, με την Alpha Bank να υποχωρεί 0,53%, τη Eurobank να αποδυναμώνεται μόλις 0,57%, την Εθνική Τράπεζα στο -0,44% και την Τρ. Πειραιώς να κινείται 1,34% χαμηλότερα.
Στην υψηλή κεφαλαιοποίηση οι περισσότερες μετοχές εμφανίζουν μικρές διακυμάνσεις, με αντιστροφή τάσεων για ΟΤΕ και ΟΠΑΠ να υποχωρούν 0,21% και 0,13% αντίστοιχα, ενώ πτώση 1,90% εμφανίζει ο τίτλος της ΔΕΗ. Οριακά κέρδη 0,08% εμφανίζει ο τίτλος της Coca-Cola HBC.
Πέραν της επιβολής έκτακτου φόρου στα έσοδα των τραπεζών από την ιταλική κυβέρνηση, αρνητική επίδραση στον κλάδο σε πανευρωπαϊκό επίπεδο έχει και η υποβάθμιση 10 μικρών και μεσαίων τραπεζών των ΗΠΑ από τη Moody's και η ένταξη υπό παρακολούθηση για πιθανή υποβάθμιση ακόμη έξι μεγαλύτερων ομίλων.
Το μεγαλύτερο πάντως σοκ προήλθε από την ιταλική κυβέρνηση, καθώς η απόφασή της δεν ήταν αναμενόμενη από τις αγορές και πιθανώς δημιουργεί «προηγούμενο» και για άλλες χώρες της ευρωζώνης να προχωρήσουν σε ανάλογες κινήσεις υπό τη δικαιολογία ότι η αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ «φουσκώνει» τα έσοδα από τόκους των τραπεζών.
Σε εγχώριο επίπεδο ο πληθωρισμός συνέχισε την ίδια «τακτική» και τον Ιούλιο, με τον βασικό δείκτη να ενισχύεται ελαφρώς στο 2,5%, ενώ παρέμεινε η διψήφια άνοδος για τις τιμές βασικών ειδών και κυρίως των τροφίμων, ενώ συνεχίστηκε και η πτώση των τιμών ενέργειας.