Η ανακοίνωση της οικογένειας Ρότσιλντ ότι θα προχωρήσει σε «έξοδο» της ομότιτλης, ιστορικής επενδυτικής τράπεζας από το Χρηματιστήριο του Παρισιού, δημιούργησε αρκετή αναστάτωση, ενώ η διοίκησή της υποστηρίζει, ουσιαστικά, ότι δεν έχει… ανάγκη τα χρήματα των επενδυτών.
Η Rothschild & Co έχει αναπτυχθεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες πέρα από την καθαρή συμβουλευτική για συγχωνεύσεις και εξαγορές και έχει επεκταθεί στη διαχείριση περιουσίας, την ιδιωτική συμμετοχή και τη χρηματοδότηση χρέους, ενώ αυτή η ανάπτυξη σημαίνει ότι η οικογένεια δεν χρειάζεται τόσο μεγάλη πρόσβαση σε κεφάλαια από τις δημόσιες αγορές μετοχών, ανέφερε σε ανακοίνωσή της η Concordia στην οποία ανήκει.
«Επιπλέον, κάθε μία από τις επιχειρήσεις αξιολογείται καλύτερα με βάση τις μακροπρόθεσμες επιδόσεις της και όχι τις βραχυπρόθεσμες. Αυτό καθιστά την ιδιωτική ιδιοκτησία του ομίλου πιο κατάλληλη από μια δημόσια εισαγωγή», αναφέρεται στην ανακοίνωση της Concordia, ενώ παράλληλα υπάρχουν και αρκετές κατηγορίες ενάντια των επενδυτών ότι δεν έχουν κατανοήσει τη δύναμη αλλά και την πραγματική αξία της.
Σύμφωνα με το τρέχον σχέδιο εξαγοράς η Concordia, είναι έτοιμη να καταθέσει προσφορά για τις μετοχές της επενδυτικής τράπεζας στα 48 ευρώ η κάθε μία. Η τιμή αντιπροσωπεύει premium 19% σε σύγκριση με την τιμή κλεισίματος της μετοχής της Rothschild & Co την περασμένη Παρασκευή στα 40,25 ευρώ και 34% premium σε σχέση με τη σταθμισμένη κατά όγκο μέση τιμή της μετοχής των τελευταίων τεσσάρων μηνών.
Το σχέδιο θα υποβληθεί στους μετόχους στις 25 Μαΐου, ανέφερε η επενδυτική τράπεζα, προσθέτοντας ότι θα καταβληθεί έκτακτο μέρισμα 8 ευρώ ανά μετοχή εάν εγκριθεί η προσφορά εξαγοράς. Η οικογένεια Ρότσιλντ κατείχε σχεδόν το 55% των μετοχών της τράπεζας και το 69% των ασκούμενων δικαιωμάτων ψήφου στα τέλη του περασμένου έτους, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της τράπεζας.
Όπως, δε, σημειώνει ο Κρις Χιούζ, αρθογράφος του Bloomberg, μία από τις αιτίες για την αποχώρηση από την αγορά είναι και το γεγονός ότι οι επενδυτές δεν «έτρεξαν» να αγοράσουν τη μετοχή της εταιρείας.
Η Rothschild έχει καλές λειτουργικές επιδόσεις, αλλά αυτό δεν αντικατοπτρίζεται στην τιμή της μετοχής. Η μετοχή διαπραγματευόταν σε 7,5 φορές τα κέρδη του επόμενου 12μήνου πριν από την προσφορά εξαγοράς της ιδιωτικής περιουσίας που εμφανίστηκε τη Δευτέρα. Οι αντίστοιχες εταιρείες στις ΗΠΑ διαπραγματεύονται 16 φορές. Η Rothschild διαπραγματεύεται με premium 10% επί της λογιστικής αξίας, και πάλι κάτω από τον αμερικανικό κλάδο. Η κεφαλαιοποίηση ήταν μόλις 3 δισ. ευρώ (3,2 δισ. δολάρια) στο κλείσιμο της περασμένης Παρασκευής.
Σύμφωνα με τον Χιούζ, μια λύση θα ήταν η συγχώνευση με μια άλλη επενδυτική εταιρεία - μπουτίκ που θα έφερνε μεγαλύτερη κλίμακα και διαφοροποίηση. Μια τέτοια συμφωνία, ωστόσο, θα μπορούσε επίσης να αποδυναμώσει τη σημαίνουσα θέση της οικογένειας Ρότσιλντ και να δημιουργήσει ένα πιο συμβατικό μετοχολόγιο. Αυτό είναι το πρόβλημα: Η απώλεια του οικογενειακού ελέγχου είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο η αύξηση του όγκου μέσω συγχώνευσης δεν αποτελεί επιλογή.
Την ίδια ώρα, πάντως, η όλη διαδικασία δεν είναι ούτε πολύ εύκολη και σίγουρα καθόλου φθηνή. Βάσει των κανονισμών στην αγορά της Γαλλίας πρέπει να πληρώνει το ανώτερο προσωπικό εν μέρει σε μετοχές. Θα χρειαστεί να αναπαραγάγει αυτά τα προγράμματα με κάποιο είδος αμοιβών με εικονικές μετοχές, οι οποίες είναι πιο δύσκολο να αποτιμηθούν από τις συμβατικές αμοιβές που βασίζονται σε μετοχές.
Αλλά το κύριο εμπόδιο για να περάσει το σχέδιο της Concordia θα είναι οι μέτοχοι μειοψηφίας. Η προσφορά έγινε όταν η μετοχή της Rothschild και ο δείκτης CAC-40 του Παρισιού δεν απείχαν πολύ από τα υψηλά όλων των εποχών. Επιπλέον, η οικογένεια έχει ήδη τον έλεγχο, γεγονός που θέτει το ερώτημα εάν τελικά τη συμφέρει πραγματικά να πληρώσει τόσο υψηλό premium για να αποχωρήσει από το χρηματιστήριο.
Αυτοί που ουσιαστικά θα βγουν χαμένοι, αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η οικογένεια Ρότσιλντ έχει το περιθώριο να «χάσει» χρήματα, δεν είναι άλλοι από τους μετόχους μειοψηφίας, οι οποίοι δεν έχουν δύναμη να μπλοκάρουν την όλη διαδικασία και θεωρείται ως απόλυτα απίθανο να βρεθεί κάποιος αντίπαλος αγοραστής.