Σταθερός… θαυμαστής των ελληνικών τραπεζών παραμένει η JP Morgan, μετά και την επίσκεψή της στην Αθήνα και σειρά συναντήσεων που είχε με τις διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών ομίλων.
Ο αμερικανικός όμιλος τονίζει ότι από τις επαφές που είχε επιβεβαιώθηκαν οι θετικές προοπτικές για τις ελληνικές τράπεζες, με το 2023 να είναι ένα έτος κατά το οποίο θα συνεχίσουν να έχουν ανοδική κερδοφορία, βελτίωση του δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων (ROTE), αλλά και περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
«Επιστρέφουμε με τη θετική μας άποψη για τις ελληνικές τράπεζες εντός του μεσοπρόθεσμου ορίζοντα: με σχετικά ευνοϊκά μακροοικονομικά στοιχεία, καθαρότερους ισολογισμούς, καλή ανάπτυξη, υψηλή επιτοκιακή μόχλευση, υψηλή ενοποίηση της αγοράς, καθώς και δυνατότητες επιστροφής κεφαλαίου. Συστήνουμε overweight και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Υπήρξε γενική αναγνώριση ότι οι επερχόμενες εκλογές ενέχουν κινδύνους αβεβαιότητας βραχυπρόθεσμα, αλλά αισθανθήκαμε ότι οι τοπικοί συμμετέχοντες βλέπουν μάλλον περιορισμένο κίνδυνο μακροπρόθεσμης διαταραχής», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση της JP Morgan.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, με τους ο οποίους συναντήθηκαν τα στελέχη της τράπεζας, ήταν πρόθυμοι να τονίσουν ότι η οικονομική ανάπτυξη έχει σταθερά ξεπεράσει τις προσδοκίες τα τελευταία τρία χρόνια- η ανεργία έχει μειωθεί στο 11,4%, τη χαμηλότερη μέτρηση από το 2010 και μια πτώση περίπου έξι ποσοστιαίων μονάδων από το 2019- και η αποκατάσταση των δημόσιων οικονομικών συνεχίστηκε, με την πιο επιθετική ίσως δημοσιονομική εξυγίανση μετά την πανδημία μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ, και το χρέος προς το ΑΕΠ πλησιάζει το 170%, εν μέρει υποβοηθούμενο από τη δυναμική του πληθωρισμού.
Το 2023 φαίνεται πιο δύσκολο, αλλά υπήρξε ευρεία συναίνεση για θετική οικονομική ανάπτυξη με εκτιμήσεις για το ΑΕΠ στο εύρος 1,5%-1,8%, που υποστηρίζεται από ένα ισχυρό αποτέλεσμα μεταφοράς από το 2022, την ανθεκτική αγορά εργασίας, την επιτάχυνση των επενδύσεων, καθώς και την ανθεκτική επέκταση των τραπεζικών πιστώσεων.
Η εκλογική διαδικασία δημιουργεί κάποιες αβεβαιότητες, ενώ προστίθεται ότι και σε επαφές που είχαν τα στελέχη της με μέλη της αντιπολίτευσης αποκόμισαν την εντύπωση ότι βασικός προσανατολισμός όλων είναι οι αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας.
«Ένας βασικός κίνδυνος για τις μετοχές φέτος, κατά την άποψή μας, είναι οι επερχόμενες εκλογές και οι αβεβαιότητες που τις περιβάλλουν. Τα μέλη της αντιπολίτευσης που συναντήσαμε τόνισαν μεταξύ άλλων ότι προτεραιότητα είναι η αντιμετώπιση των ανισοτήτων καθώς και η βελτίωση της διακυβέρνησης και η διαφάνεια, συνεχίζοντας παράλληλα την ατζέντα που είναι προσανατολισμένη στην ανάπτυξη», αναφέρουν οι αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας.
Εκτιμά ότι θα υπάρξει αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων, αν και με αργό ρυθμό, ενώ σημειώνει ότι Eurobank και Εθνική Τράπεζα θα είναι οι πρώτες τράπεζες που θα προχωρήσουν σε διανομή μερίσματος για το 2022, ενώ θα ακολουθήσουν οι Alpha Bank και Τρ. Πειραιώς, πάντα υπό την προϋπόθεση ότι θα λάβουν την έγκριση των αρμόδιων ρυθμιστικών αρχών. «Οι τράπεζες εξακολουθούν να μην βλέπουν σημάδια επιδείνωσης στα δανειακά τους βιβλία, συμπεριλαμβανομένων των πιο εύθραυστων δανείων που έχουν εκχωρηθεί, επομένως τα πρώτα μηνύματα παραμένουν ενθαρρυντικά μέχρι στιγμής. Παρ' όλα αυτά, το κόστος κινδύνου θα παραμείνει πιθανότατα αυξημένο το 2023. Ένας διαχειριστής μη εξυπηρετούμενων δανείων που συναντήσαμε τόνισε ότι η οργανική συμπεριφορά πληρωμών έχει βελτιωθεί, ενώ οι μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένου του νέου πλαισίου για την προσωπική πτώχευση, έχουν αρχίσει να μειώνουν το διαρθρωτικό κόστος είσπραξης».
Αναμένει ακόμη επιτάχυνση της απορρόφησης κονδυλίων από το Ταμείο Ανάπτυξης, καθώς αναφέρει ότι «συνολικά, θεωρούμε ότι η πρόοδος είναι ενθαρρυντική και, με τις εκταμιεύσεις να επιταχύνονται το 2ο εξάμηνο του 23, αναμένουμε να δούμε πιο ορατή συμβολή στην πιστωτική επέκταση των τραπεζών αργότερα μέσα στο έτος».