Αρκετά προβληματισμένοι είναι οι επενδυτές για την ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων, καθώς για το 2023 αναμένεται ρεκόρ προσφοράς, όπως δείχνουν τα αντίστοιχα προγράμματα δανεισμού των κρατών – μελών της ευρωζώνης, αλλά και απουσία ενός βασικού αγοραστή, που δεν είναι άλλος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Όπως αναφέρει σε ανάλυσή του το Bloomberg, βάσει των στοιχείων της Barlcays για το 2023 αναμένονται εκδόσεις κρατικών ομολόγων στην Ευρώπη ύψους σχεδόν 500 δισ. ευρώ. Όμως εκτιμάται ότι αυτή η μεγάλη προσφορά θα δημιουργήσει σημαντική μεταβλητότητα στην αγορά, ενώ έχουν, ήδη, καταγραφεί ορισμένες ενδείξεις ότι οι συνθήκες ρευστότητας έχουν επιδεινωθεί.
«Θα υπάρξει μια μεγάλη δοκιμασία της ρευστότητας της αγοράς», δήλωσε σε συνέντευξή του ο Τομ Πίκετ,, επικεφαλής του τμήματος διαπραγμάτευσης επιτοκίων για την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική στην JPMorgan Chase και προσέθεσε «η τάση για το α’ εξάμηνο του έτους καθορίζεται συχνά από το πώς η αγορά απορροφά την προσφορά στην αρχή του».
Το βάθος της αγοράς, ακόμη και για το κρατικό χρέος με υψηλή ρευστότητα, όπως τα γερμανικά ομόλογα και τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα, κυμαίνεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα τους τελευταίους έξι μήνες, σύμφωνα με τους στρατηγικούς αναλυτές της JPMorgan. Η ρευστότητα των ομολόγων επιδεινώνεται εδώ και χρόνια, αφού οι κανονισμοί που ακολούθησαν τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση περιόρισαν τη δυνατότητα των τραπεζών να κάνουν αγορές. Αυτό επιδεινώνει τις διακυμάνσεις που προκαλούνται από τις ταχείες αυξήσεις των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών για τον περιορισμό του πληθωρισμού.
Το έτος ξεκίνησε με ένα απότομο ράλι, οδηγώντας τις αποδόσεις στη μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων δύο μηνών, λόγω των στοιχημάτων ότι ο πληθωρισμός επιβραδύνεται. Οι πρώτες κοινοπρακτικές πωλήσεις κρατικών ομολόγων του έτους, από τη Σλοβενία και την Αυστρία, δεν έδειξαν σημάδια αδυναμίας, με τη ζήτηση να ξεπερνά τα προσφερόμενα ομόλογα κατά 6-7 φορές. Παρόλα αυτά, η διαφαινόμενη «πλημμύρα χρέους» -με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία να είναι οι επόμενες- σημαίνει ότι η αγορά θα μπορούσε να είναι ευάλωτη σε μια αντιστροφή.
Αν και οι επενδυτές μπορεί να δίνουν λίγη προσοχή στις ανησυχίες για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα αυτή τη στιγμή, η αγορά της ευρωζώνης είναι εκτεθειμένη σε διαταραχές, δεδομένου του κινδύνου κατακερματισμού μεταξύ των διαφόρων εκδοτών, δήλωσε ο Ραλφ Πράσερ, επικεφαλής της παγκόσμιας στρατηγικής επιτοκίων στην Bank of America.
Για τους επενδυτές, το βασικό ερώτημα είναι ποιος θα αντικαταστήσει την ΕΚΤ - με επαναγορές αξίας 270 δισεκατομμυρίων ευρώ πέρυσι - ως σημαντικό αγοραστή, δήλωσε η Πρίγια Μίρσα, επικεφαλής στρατηγικής επιτοκίων της TD Securities, η οποία βλέπει υπερδιπλασιασμό της καθαρής προσφοράς φέτος. Τα ιαπωνικά κεφάλαια θα ενδιαφερθούν πιθανότατα λιγότερο αφού η Τράπεζα της Ιαπωνίας ακολουθεί πιο σφιχτή νομισματική πολιτική.
Παράλληλα η ζήτηση από τα συνταξιοδοτικά ταμεία μπορεί να υποχωρήσει λόγω των βελτιωμένων συνθηκών χρηματοδότησης και των προγραμματισμένων μεταρρυθμίσεων. Από τον Ιούλιο, τα ολλανδικά συνταξιοδοτικά ταμεία θα έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν μετάβαση σε νέες συμβάσεις που βασίζονται σε καθορισμένες εισφορές. Αυτό θα είναι μια αργή διαδικασία, αλλά θα μειώσει τις υποχρεώσεις των συνταξιοδοτικών ταμείων και, ως εκ τούτου, την ανάγκη αγοράς ομολόγων για αντιστάθμιση.