Σε πιο ήρεμα νερά έχουν μπει πλέον τα ελληνικά ομόλογα, καθώς η αγορά προσαρμόζεται στις αναμενόμενες ανακοινώσεις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για το νέο εργαλείο παρέμβασης, με στόχο να αποτραπούν ακραίες πιέσεις στα ομόλογα των ασθενέστερων οικονομιών του Νότου της ευρωζώνης, με πρώτη βεβαίως την Ιταλία, που θεωρείται ο πιο αδύναμος κρίκος στον επόμενο γύρο αύξησης των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα.
Από τα μέσα Ιουνίου, όταν είχε κορυφωθεί η τελευταία αναταραχή στις αγορές και η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου είχε εκτιναχθεί πάνω από το 4,7%, πλέον έχει υποχωρήσει πέριξ του 3,5%, ενώ και η διαφορά απόδοσης (spread) από το αντίστοιχο γερμανικό ομόλογο έχει μειωθεί από το 2,9% στο 2,2%. Οι εξελίξεις αυτές, όπως τονίζουν στελέχη της αγοράς, δείχνουν ότι οι επενδυτές έχουν αρχίσει να πείθονται πως η ΕΚΤ θα παρέμβει αποτελεσματικά και αυτή τη φορά για να αποτρέψει τον λεγόμενο κατακερματισμό της αγοράς ομολόγων, δηλαδή την υπερβολική αύξηση του κόστους δανεισμού στις πιο ασθενείς οικονομίες.
Η «αποθέρμανση» της απόδοσης του 10ετούς ομολόγου
Οι κεντρικές τραπεζίτες θα έχουν μία τελευταία συνάντηση την Τετάρτη, όπου δεν θα ληφθούν αποφάσεις για θέματα νομισματικής πολιτικής, πριν την κρίσιμη συνεδρίαση του συμβουλίου στις 21 Ιουλίου, όπου, εκτός απροόπτου, μαζί με την ανακοίνωση μιας αύξησης των επιτοκίων κατά 0,25%, θα λάβουν και τις αποφάσεις τους για το νέο εργαλείο στήριξης των ασθενέστερων οικονομιών, το οποίο κρίθηκε, τον περασμένο μήνα, ότι είναι αναγκαίο να ενεργοποιηθεί για να αποφευχθεί ο κατακερματισμός της αγοράς.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν γίνει γνωστές ως τώρα και λειτουργούν καθησυχαστικά για τις αγορές ομολόγων, το σχέδιο στήριξης από την ΕΚΤ θα έχει δύο στάδια, αρχικά με κάποιες επιπλέον αγορές ομολόγων και, ακολούθως, με την ενεργοποίηση του νέου εργαλείου στήριξης. Ειδικότερα,
- Η ΕΚΤ αναμένεται ότι θα αξιοποιήσει με ευελιξία τα έσοδα που θα έχει από πληρωμές τοκοχρεολυσίων για τα ομόλογα ύψους 1,7 τρισ. ευρώ, τα οποία είχε αγοράσει μέσω του έκτακτου προγράμματος για την πανδημία (PEPP). Σύμφωνα με το Bloomberg, αυτά τα έσοδα είναι περίπου 17 δισ. ευρώ τον μήνα και τα 12 δισ. προέρχονται από ομόλογα ισχυρότερων οικονομιών. Τα περισσότερα από αυτά τα έσοδα θα χρησιμοποιηθούν για αγορές τίτλων ασθενέστερων οικονομιών. Σύμφωνα με πληροφορίες που μετέδωσε το Reuters, η ΕΚΤ έχει χωρίσει τις οικονομίες της ευρωζώνης σε «δωρητές» -μεταξύ των οποίων Γερμανία, Γαλλία και Ολλανδία-, «λήπτες» βοήθειας (Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία) και «ουδέτερες». Ένα κριτήριο για τη διαμόρφωση των παρεμβάσεων θα είναι η ένταση της πίεσης που μπορεί να δέχεται μια χώρα, ενώ η Ελλάδα θα έχει μεγαλύτερη συμμετοχή στον καταμερισμό της στήριξης, επειδή το χρέος της δεν εκπλήρωνε τους όρους για να συμμετέχει η χώρα στο τακτικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, άρα είχε υποστηριχθεί λιγότερο. Η επανεπένδυση εσόδων του PEPP θα διαρκέσουν έως το 2024, χωρίς να αποκλείεται παράταση.
- Πέραν αυτής της «πυροσβεστικής» παρέμβασης, η ΕΚΤ σχεδιάζει το εργαλείο που θα προσφέρει μόνιμη στήριξη στις ασθενείς οικονομίες και η αγορά πιέζει για να ανακοινώσει τις αποφάσεις της μέσα στον Ιούλιο, ώστε να μην υπάρξει μια παράταση αβεβαιότητας. Προς το παρόν, οι σημαντικές τεχνικές λεπτομέρειες του νέου προγράμματος αγοράς ομολόγων ασθενών οικονομιών δεν έχουν οριστικοποιηθεί. Γενική αρχή είναι ότι τα ομόλογα θα αγοράζονται όταν οι αποδόσεις θεωρείται ότι έχουν αυξηθεί κατά τρόπο που δεν δικαιολογείται από τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη, δηλαδή όταν αυξάνονται χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη επιδείνωση των δημοσιονομικών και οικονομικών στοιχείων κάθε χώρας. Είναι πολύ σημαντικό ότι οι χώρες που θα λάβουν στήριξη θα πρέπει να συμφωνήσουν με την ΕΚΤ ότι θα ακολουθούν οικονομική πολιτική σύμφωνη με τις κατευθύνσεις της Κομισιόν, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου και με τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, άρα θα υπάρχει ένα είδος επιτήρησης, που δεν θα θυμίζει πάντως εποχές μνημονίων. Σύμφωνα με το Bloomberg, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ θέλουν το νέο πρόγραμμα να μην έχει ποσοτικούς περιορισμούς στις αγορές τίτλων, όπως είχε το πρόγραμμα που εφαρμόσθηκε ανεπιτυχώς στα πρώτα στάδια της ελληνικής κρίσης, ώστε να είναι αξιόπιστο για την αγορά και να έχει τη μέγιστη δυνατή αποτελεσματικότητα, στέλνοντας το μήνυμα ότι η ΕΚΤ θα κάνει «ό,τι χρειασθεί» για να διασφαλίσει την ενότητα της ευρωζώνης.