Η προαναγγελία του προέδρου της Fed Τζερόμ Πάουελ για αύξηση των επιτοκίων κατά 0,5% που θα εξεταστεί στην επερχόμενη συνάντηση της κεντρικής τράπεζας τον Μάιο έφερε ρευστοποιήσεις στη Wall Street με τον τεχνολογικό κλάδο να καταγράφει τις μεγαλύτερες απώλειες.
Ο δείκτης Dow Jones έκλεισε με πτώση 1,05% στις 34.792 μονάδες, και ο S&P 500 σημείωσε απώλειες 1,44% στις 4.395 μονάδες, ενώ ο τεχνολογικός Nasdaq υποχώρησε κατά 2,07% στις 13.174 μονάδες.
Αν και στην αρχή η αγορά έδειχνε να κινείται ανοδικά ώστε να καλύψει το χαμένο έδαφος της χθεσινής συνεδρίασης, η επιφυλακτικότητα στη συνέχεια κυριάρχησε, καθώς οι αποδόσεις των ομολόγων είχαν αντιστρέψει το κλίμα, με τους επενδυτές να αναμένουν τις δηλώσεις του προέδρου της Fed.
Όπως αναφέρει το Bloomberg, ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ τόνισε ότι υπάρχει η πιθανότητα για εμπροσθοβαρή αύξηση επιτοκίων, σημειώνοντας ότι μια πιθανή αύξηση 50 μονάδων βάσης (0,5%) στο βασικό επιτόκιο της Fed θα εξεταστεί στη συνεδρίαση του Μαΐου.
Στην εκδήλωση του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον όπου συμμετείχε μεταξύ άλλων και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, ο κ. Πάουελ ανέφερε πως «θα έλεγα ότι οι 50 μονάδες βάσης θα βρεθούν στο τραπέζι της συνεδρίασης του Μαΐου». Πρόσθεσε επίσης πως «είμαστε πραγματικά αποφασισμένοι να χρησιμοποιήσουμε όλα τα διαθέσιμα εργαλεία για να οδηγήσουμε τον πληθωρισμό πίσω στο 2%», υπενθυμίζοντας το συγκεκριμένο ποσοστό - στόχο της Fed.
Το Bloomberg επισημαίνει ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες διεθνώς αντιμετωπίζουν τα υψηλότερα επίπεδα πληθωρισμού από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 μετά την πανδημία του κορονοϊού, με την κατάσταση να οξύνεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα νέα lockdown στην Κίνα.
Οι αξιωματούχοι της Fed είναι πιθανό επίσης στη συνεδρίαση του Μαΐου να ανάψουν το «πράσινο φως» προκειμένου η Τράπεζα να αρχίσει να μειώνει τον ισολογισμό της, με μηνιαίο όριο τα 95 δισ. δολάρια σε ομόλογα και ενυπόθηκα χρεόγραφα.
Οι δηλώσεις Πάουελ είχαν σαν αποτέλεσμα να ανέβει η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου των ΗΠΑ στο 3% πιέζοντας ακόμα περισσότερο τις τεχνολογικές μετοχές.
Πιέσεις τις οποίες δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν οι κολοσσοί της τεχνολογίας, με τη μετοχή της Meta να υποχωρεί κατά 6,16%, ενώ η Alphabet υποχώρησε 2,5%, η Amazon κατέγραψε απώλειες 3,7% και η Microsoft και Apple είχαν πτώση 1,94% και 0,48% αντίστοιχα.
Η μετοχή της Netflix συνέχισε την καθοδική της πορεία, έπειτα από την χθεσινή βουτιά του 35%, υποχωρώντας σήμερα κατά 3,5% έπειτα από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, όπου για πρώτη φορά μετά από 11 χρόνια κατέγραψε μείωση των συνδρομητών.
Αντιθέτως η Tesla ενισχύθηκε 3,2% μετά την δημοσίευση των αποτελεσμάτων της που ξεπέρασαν τις προβλέψεις των αναλυτών, καθώς οι αυξανόμενες τιμές την βοήθησαν να ξεπεράσει τον σκόπελο των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας και της ανόδου του κόστους παραγωγής. Η μετοχή της εταιρείας έφτασε ενδοσυνεδριακά να ενισχύεται ακόμα και 7% για να υποχωρήσει μετά τις δηλώσεις Πάουελ.
Η μετοχή του τηλεπικοινωνιακού γίγαντα AT&T σημείωσε επίσης κέρδη της τάξης του 4% μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του που ξεπέρασαν τις προβλέψεις των αναλυτών.
Παράλληλα το ολοένα και πιο θετικό κλίμα ότι επιστρέφει δυναμικά ο τουρισμός έδωσε ώθηση και στις μετοχές των αεροπορικών εταιρειών με τον κλαδικό δείκτη να ενισχύεται σημαντικά και να βρίσκεται στα υψηλότερα επίπεδα από το Νοέμβριο. Η United Airlines ενισχύθηκε κατά 9,3% και η American Airlines σημείωσε κέρδη 3,8% καθώς προέβλεψαν πως θα επιστρέψουν στα κέρδη σε αυτό τρίμηνο εξαιτίας της μεγάλης αύξησης της ζήτησης για ταξίδια.
Ο ενεργειακός κλάδος ωστόσο κατέγραψε ισχυρές απώλειες με την μετοχή της Baker Hughes να υποχωρεί κατά 6,85%, η APA σημείωσε πτώση 4,5% και η Devon Energy κατέγραψε πτώση 5,36%.
Επίσης θετικά ήταν τα στοιχεία για την αγορά εργασίας στις ΗΠΑ, καθώς ο αριθμός των νέων επιδομάτων ανεργίας παρέμεινε και αυτή την εβδομάδα σε χαμηλά ετών αντανακλώντας την ισχυρή περίοδο στην οποία βρίσκεται.
Ειδικότερα, την εβδομάδα που ολοκληρώθηκε στις 16 Απριλίου κατέθεσαν αίτηση για λήψη επιδόματος ανεργίας 184.000 Αμερικανοί, αριθμός μειωμένος οριακά κατά 2.000 από την εβδομάδα που είχε προηγηθεί και ελαφρώς υψηλότερα από την εκτίμηση των αναλυτών στο Reuters για 180.000.