Η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με μια δύσκολη επιλογή όσον αφορά πιθανές κυρώσεις στο ρωσικό φυσικό αέριο σε περίπτωση κλιμάκωσης της σύγκρουσης Ρωσίας - Ουκρανίας, όπως σημειώνει σε ανάλυσή του ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης Scope Ratings, καθώς έχει μεγάλη εξάρτηση από το φυσικό αέριο της Ρωσίας, ενώ έχει πέσει σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα (μόλις 37%) η πληρότητα των μονάδων αποθήκευσης φυσικού αερίου.
Βάσει των επίσημων στοιχείων η ρωσική Gazprom παρείχε περίπου 146 δισ. κυβικά μέτρα (bcm) φυσικού αερίου στην ΕΕ το 2021, επίπεδο το οποίο αντιπροσωπεύει το 35% του φυσικού αερίου που καταναλώνει η ΕΕ ετησίως. Η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω εάν και όταν τεθεί σε λειτουργία ο αγωγός Nord Stream 2, ο οποίος, ούτως ή άλλως, έχει μετατραπεί σε ένα πολιτικό όπλο από πλευράς Ρωσίας.
Εξαρτημένη από το ρωσικό φυσικό αέριο η ΕΕ
«Ταυτόχρονα, η προγραμματισμένη ένταξη του φυσικού αερίου στην ταξινόμηση της ΕΕ αντανακλά τον ρόλο του ως κρίσιμου μεταβατικού καυσίμου στη στροφή της ΕΕ προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Συνεπώς, η εξάρτηση της ΕΕ από το εισαγόμενο αέριο είναι πιθανό να αυξηθεί περαιτέρω μεσοπρόθεσμα, καθώς η χρήση άνθρακα και πυρηνικής ενέργειας, σε ορισμένες χώρες, σταδιακά καταργείται και η εγχώρια παραγωγή φυσικού αερίου συνεχίζει να μειώνεται», σημειώνει σε έκθεση του οίκου αξιολόγησης, ο αναλυτής του Έικο Σίβερτ.
Η τρέχουσα γεωπολιτική δυναμική υπογραμμίζει την ανάγκη για μια στενά συντονισμένη ενεργειακή στρατηγική σε επίπεδο ΕΕ για τη βελτίωση της μακροπρόθεσμης ενεργειακής ασφάλειας και βιωσιμότητας. «Η ιεράρχηση και η επιτάχυνση τέτοιων προσπαθειών θα σήμαινε επίσης στη Ρωσία ότι μια κλιμάκωση της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης θα έβλαπτε τελικά παρά θα ενίσχυε την ευρωπαϊκή ζήτηση για τις εξαγωγές ενέργειας της Ρωσίας. Αυτά παραμένουν ο ακρογωνιαίος λίθος της ρωσικής οικονομίας με τις εξαγωγές προϊόντων πετρελαίου και φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά να παράγουν πάνω από 90 δισεκατομμύρια ευρώ τον τελευταίο χρόνο», επισημαίνει από την πλευρά του ο Λέβον Καμεργιάν.
Σημαντική μείωση των αποθεμάτων φυσικού αερίου
Βραχυπρόθεσμα, η ΕΕ θα μπορούσε πιθανότατα να αντέξει μια μεγάλης κλίμακας διακοπή του εφοδιασμού με ρωσικό φυσικό αέριο μέχρι το καλοκαίρι, μέσω ενός συνδυασμού υψηλότερων εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), όπως από τις ΗΠΑ και το Κατάρ, με τη χρήση μαξιλαριού φυσικό αέριο στις αποθήκες και περικοπές ζήτησης.
Ωστόσο, μια παρατεταμένη διακοπή των προμηθειών ρωσικού φυσικού αερίου, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, θα μπορούσε να εξαντλήσει γρήγορα τα τρέχοντα αποθέματα φυσικού αερίου σε ορισμένες χώρες. Σε ένα τέτοιο σενάριο, ο αντίκτυπος θα ποικίλλει σε ολόκληρη την ΕΕ, ανάλογα με το επίπεδο έκθεσης στο ρωσικό αέριο και το ενεργειακό μείγμα.
Χώρες όπως η Γερμανία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία έχουν υψηλό ποσοστό φυσικού αερίου στο μείγμα ενέργειας που καταναλώνουν και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Αντίθετα, η Γαλλία και η Ισπανία, δύο από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς LNG στην ΕΕ, εξαρτώνται πολύ λιγότερο από τις προμήθειες φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Τέτοιες ευπάθειες επιδεινώνονται από τα επί του παρόντος χαμηλά επίπεδα αποθήκευσης αερίου στην ΕΕ. Η συνολική ευρωπαϊκή αποθήκευση φυσικού αερίου μειώθηκε στο 37,7% της χωρητικότητας στις 31 Ιανουαρίου 2022, σε σύγκριση με 51,7% την ίδια περίοδο πέρυσι.
«Κρίνοντας από αυτό, η Γερμανία, η Αυστρία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία φαίνονται πιο ευάλωτες σε ένα τόσο σοβαρό σενάριο. Ο αντίκτυπος, ωστόσο, θα μπορούσε να μετριαστεί σε κάποιο βαθμό ανάλογα με το πόσο καλά η διασυνδεδεμένη αγορά ενέργειας της ΕΕ είναι σε θέση να αναδιανέμει τις προμήθειες μεταξύ των χωρών. Μακροπρόθεσμα, η επισήμανση της πυρηνικής ενέργειας ως «πράσινης» πηγής ενέργειας σύμφωνα με την ταξινόμηση της ΕΕ θα μπορούσε να βελτιώσει την ενεργειακή ανεξαρτησία της ΕΕ και να μειώσει τους κινδύνους μετάβασης», σημειώνει ακόμη ο Σίβερντ.