Όπως ο αντίκτυπος της πανδημίας στην παροχή μερισμάτων ήταν σφοδρός εξαιτίας της σοβαρής ύφεσης που έπληξε την παγκόσμια οικονομία, αντίστοιχη μοιάζει να είναι και η ανάκαμψή τους, βάσει στοιχείων από την έρευνα του χρηματοπιστωτικού ομίλου Janus Henderson.
Εκτιμά ότι η αξία των μερισμάτων το 2021 θα φθάσει στο ποσό των 1,39 τρισ. δολαρίων, προχωρώντας σε αναβάθμιση κατά 2,2% σε σύγκριση με το τι είχε εκτιμήσει τον Μάιο, ενώ εάν επιβεβαιωθεί αυτό θα σημάνει ετήσια αύξηση 10,7%, με τα συνολικά μερίσματα να βρίσκονται μόλις 3% χαμηλότερα σε σύγκριση με το 2019, δηλαδή πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Μάλιστα τα μερίσματα κατά τη διάρκεια του β’ τριμήνου ενισχύθηκαν 26% στα 471,7 εκατ. ευρώ, ευρισκόμενα κατά 6,8% χαμηλότερα σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019.
Η αξία των μερισμάτων από το 2009 έως και σήμερα
Την ίδια ώρα τα νοικοκυριά έχουν αποταμιεύσεις ρεκόρ και εκτιμάται ότι σημαντικό της μέρος θα διοχετευθεί σε καταναλωτικές δαπάνες, γεγονός που θα στηρίξει περαιτέρω την εταιρική κερδοφορία. Ταυτόχρονα το χρηματοπιστωτικό σύστημα παραμένει ισχυρό, με τις περισσότερες τράπεζες να διαθέτουν πλεόνασμα κεφαλαίου χάρη στην τεράστια ρευστότητα που διοχετεύουν στο σύστημα οι Κεντρικές Τράπεζες.
Ανάλογη ρευστότητα με αυτήν των νοικοκυριών διαθέτουν και οι επιχειρήσεις. Ο πρόσφατος δείκτης εταιρικού χρέους της Janus Henderson έδειξε ότι οι εταιρείες κατέχουν 5,2 τρισ. δολαρίων σε μετρητά στους ισολογισμούς τους, ποσό το οποίο είναι ιστορικό υψηλό. Μεγάλο μέρος του πλεονάσματος μετρητών θα αφιερωθεί σε επενδύσεις, εξαγορές μικρότερων ομίλων αλλά και επαναγορά μετοχών, ενώ ένα αρκετά σημαντικό κομμάτι αυτής της πίτας θα δοθεί και στους μετόχους.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο τραπεζικός τομέας είναι αυτός που έχει να αντιμετωπίσει κάποια προβλήματα, όχι λόγω έλλειψης ρευστότητας, αλλά εξαιτίας των περιοριστικών όρων που έχουν επιβληθεί από τις αρμόδιες αρχές, με την ΕΚΤ να έχει θέσει συγκεκριμένα όρια. Αντίθετα σε Βρετανία και ΗΠΑ οι περιορισμοί έχουν αρθεί και έτσι τα τραπεζικά ιδρύματα εκτιμάται ότι θα συμβάλουν τα μέγιστα στην αύξηση του συνόλου των μερισμάτων.
Οι αναλυτές της Janus Henderson προβλέπουν ότι θα υπάρξει σταδιακή εξομάλυνση των προγραμμάτων παροχής μερισμάτων στις αρχές του επόμενου έτους και πλήρης εξομάλυνση στις αρχές του 2023, έτος κατά το οποίο θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι η πανδημία θα αποτελεί, οριστικά, παρελθόν.
Μεταξύ των κορυφαίων εταιρειών της υφηλίου ο μεγαλύτερος «πληρωτής» μερισμάτων εκτιμάται ότι θα είναι για εφέτος η Samsung, η οποία θα επιστρέψει στους μετόχους της κεφάλαια 12,2 δισ. δολαρίων, ενώ την πρώτη 5αδα του 2021 συμπληρώνουν οι Nestle, Rio Tinto, Sberbank και Sanofi.
Οι εταιρείες που παρέχουν τα μεγαλύτερα μερίσματα
Η γεωγραφική κατανομή
Κατά το β’ τρίμηνο η καταβολή μερισμάτων αυξήθηκε 60,9% στη Βρετανία και 66,4% στην Ευρώπη, ενώ αντίθετα περικοπές υπήρξαν από εταιρείες των αναδυόμενων αγορών και κυρίως αυτών που επηρεάστηκαν πιο αργά σε σύγκριση με άλλες χώρες από την πανδημία.
Τα μερίσματα σε ΗΠΑ και Καναδά έφθασαν σε επίπεδα ρεκόρ, τα οποία, όμως, δεν επηρεάστηκαν και τόσο από την ανάκαμψη της πανδημίας, καθώς η πολιτική μερισμάτων δεν είχε ανακοπεί ούτε κατά τη διάρκεια του 2020. Στην περιοχή Ασίας – Ειρηνικού εκτός Ιαπωνίας η αύξηση ήταν 45%, με τη Samsung να αποτελεί τον βασικό χρηματοδότη, ενώ στην Ιαπωνία διαμορφώθηκε στο 11,9%.
Στις αναδυόμενες αγορές, ωστόσο, τα μερίσματα μειώθηκαν κατά 3,2% ετησίως, ενώ μόλις το 56% των εταιρειών αναδυόμενων αγορών αύξησαν ή κράτησαν σταθερά τα μερίσματα το β’ τρίμηνο.
Ο πιο γενναιόδωροι κλάδοι
Οι μεταλλευτικές εταιρείες παρουσίασαν την ταχύτερη ανάπτυξη λόγω της ανόδου των τιμών των πρώτων υλών, ενώ ανάλογες τάσεις καταγράφηκαν τόσο στις βιομηχανίες όσο και στις εταιρείες παροχής καταναλωτικών αγαθών. Οι λεγόμενοι αμυντικοί τομείς, όπως οι τηλεπικοινωνίες, τα τρόφιμα και τα προϊόντα οικιακής χρήσης, διατήρησαν τους χαρακτηριστικούς σταθερούς μονοψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης τους.
«Όσον αφορά τους τομείς με τις υψηλότερες αποδόσεις, οι προοπτικές των μερισμάτων των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον τομέα πρώτων υλών είναι οι πιο βελτιωμένες από πέρυσι», δήλωσε ο Μπεν Λοφτχάουζ, κορυφαίος αναλυτής της Janus Henderson, ενώ προσέθεσε ότι «οι τομείς των ταξιδιών και του ελεύθερου χρόνου ήταν αυτή που δέχθηκαν το ισχυρότερο πλήγμα λόγω της πανδημίας και αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε προσαρμογή της λειτουργίας τους προκειμένου να επιβιώσουν. Οι τομείς αυτοί είναι απίθανο να προχωρήσουν σε παροχή μερισμάτων πριν να υπάρξει πλήρης και απόλυτη αποκατάσταση των δραστηριοτήτων τους».