Επανήλθε η όρεξη των επενδυτών στη Νέα Υόρκη για ανάληψη κινδύνου, οδηγώντας σε κέρδη για δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση τους βασικούς δείκτες, ενώ ισχυρή ήταν η ανάκαμψη και του Bitcoin, που ξεπέρασε τα 32.000 δολ., ενώ είχε υποχωρήσει νωρίτερα κάτω και από τα 30.000 δολ.
Ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones σημείωσε άνοδο 286,01 μονάδων ή 0,83%, στις 34.798 μονάδες, ο S&P 500 σημείωσε άνοδο 35,63 μονάδων ή 0,82%, στις 4.358,69 μονάδες και ο Nasdaq πρόσθεσε 133,08 μονάδες ή 0,92%, κλείνοντας στις 14.631,95 μονάδες. Και οι τρεις δείκτες βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη του 1% από τα ιστορικά υψηλά τους.
Τα ισχυρά εταιρικά κέρδη και η ανανεωμένη αισιοδοξία για την οικονομική ανάκαμψη των ΗΠΑ ήταν οι παράγοντες που βελτίωσαν το επενδυτικό κλίμα. Αναλυτές σημειώνουν ότι η αγορά παλινδρομεί ανάμεσα στην αισιοδοξία που προκαλούν τα ικανοποιητικά αποτελέσματα των εταιρειών και η ανάκαμψη της οικονομίας και στις ανησυχίες για ενδεχόμενη επιβράδυνση λόγω της παραλλαγής Δέλτα του κορονοϊού.
Προς το παρόν, στη ζυγαριά βαραίνουν περισσότερα τα ισχυρά κέρδη των εταιρειών, ενώ επικρατεί η εκτίμηση ότι το νέο κύμα της πανδημίας που προκαλείται από την παραλλαγή Δέλτα μπορεί να ξεπερασθεί.
Η ανάκαμψη των ταξιδιών βοήθησε να αυξηθούν τα έσοδα της United Airlines, ενισχύοντας τη μετοχή της κατά 3,8%. Ο δείκτης των αεροπορικών εταιρειών σημείωσε άνοδο 3,3%, ενώ ο δείκτης για Ξενοδοχεία, Εστιατόρια και Αναψυχή σημείωσε άνοδο 2,9%.
Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, οι μετοχές αυτές σημείωσαν πτώση, λόγω νέων φόβων ότι τα ταξίδια θα επιβραδυνθούν και οι συναφείς βιομηχανίες θα υποφέρουν, ωστόσο οι φόβοι αυτοί έχουν εξασθενήσει, καθώς δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι άνθρωποι αλλάζουν τα σχέδιά τους για ταξίδια.
Οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων συνέχισαν την άνοδό τους από τα χαμηλά πέντε μηνών μετά από μια δημοπρασία 20ετών ομολόγων με ασθενή ζήτηση. Η άνοδος αυτή ωφέλησε τις τραπεζικές μετοχές.
Εν τω μεταξύ, οι διαμάχες στην Ουάσινγκτον για την ψήφιση ενός δικομματικού πακέτου υποδομών ύψους 1,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων συνεχίζονται, καθώς οι Δημοκρατικοί της Γερουσίας κινήθηκαν προς μια προγραμματισμένη διαδικαστική ψηφοφορία, παρά τις εκκλήσεις των Ρεπουμπλικάνων για καθυστέρηση.
Από τους 11 κύριους τομείς του S&P 500, οι μετοχές ενέργειας ήταν οι μεγάλοι νικητές, σημειώνοντας άλμα 3,5% με τη βοήθεια της αύξησης των τιμών του αργού.
Καθώς προχωρά η δημοσίευση αποτελεσμάτων του β' τριμήνου, 73 από τις εταιρείες του S&P 500 έχουν προχωρήσει σε ανακοινώσεις και το 88% αυτών έχουν ξεπεράσει τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Μεταξύ των μετοχών με τη μεγαλύτερη άνοδο, η Chipotle Mexican Grill έκανε άλμα 11,5%, όταν η αλυσίδα εστιατορίων μπουρίτο ξεπέρασε τις εκτιμήσεις κερδών και προέβλεψε ισχυρή αύξηση των πωλήσεων το τρέχον τρίμηνο. Η μετοχή είχε το μεγαλύτερο ποσοστιαίο κέρδος του S&P 500.
Η Coca-Cola σημείωσε άνοδο 1,3% μετά την αύξηση της ετήσιας πρόβλεψής της για την κερδοφορία. Ο όμιλος Interpuplic σημείωσε άλμα 11,3% μετά την ανακοίνωση θετικών αποτελεσμάτων. Η φαρμακοβιομηχανία Johnson & Johnson προέβλεψε πωλήσεις 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το εμβόλιο COVID μιας χρήσης φέτος και αύξησε τις εκτιμήσεις των πωλήσεών της. Έκλεισε με μικρή άνοδο 0,6%.
Από την πλευρά των μετοχών με τη μεγαλύτερη πτώση, η Netflix αργά την Τρίτη ανέφερε επιβράδυνση της αύξησης των συνδρομητών, στέλνοντας τις μετοχές της 3,3%, χαμηλότερα, το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό απωλειών στον S&P 500.
Η ανακοίνωση κερδών δευτέρου τριμήνου της Harley-Davidson έδειξε ότι το σχέδιο ανάκαμψης φαίνεται να σημειώνει πρόοδο, αλλά η εταιρεία μείωσε την καθοδήγηση για τα λειτουργικά έσοδα λόγω των δασμών από την Ευρώπη, τη δεύτερη μεγαλύτερη αγορά της. Η μετοχή της σημείωσε πτώση 7,2%.
Η Texas Instruments σημείωσε πτώση άνω του 3% στις συναλλαγές μετά το κλείσιμο της συνεδρίασης, καθώς δημοσίευσε αποτελέσματα που δεν ικανοποίησαν τους επενδυτές.
Τέλος, το Bitcoin κέρδισε σήμερα περισσότερο από 8%, ξεπερνώντας και πάλι τα 32.000 δολ., μετά τις δηλώσεις υποστήριξης που έκαναν ο Έλον Μασκ (Tesla), ο Τζακ Ντόρσι (Twitter) και η διαχειρίστρια κεφαλαίων, Κάθι Γουντ. Νωρίτερα το μεγαλύτερο κρυπτονόμισμα είχε υποχωρήσει κάτω από τα 30.000 δολ., προκαλώντας φόβους για εκδήλωση σημαντικών πωλήσεων, οι οποίοι δεν επιβεβαιώθηκαν.