Σε επίπεδα ρεκόρ έκλεισαν οι τρεις βασικοί δείκτες στη Νέα Υόρκη, ενώ οι επενδυτές προσβλέπουν στα τριμηνιαία κέρδη των μεγάλων τραπεζών, που ανακοινώνονται τις επόμενες ημέρες, ως καταλύτη για περαιτέρω ανοδική πορεία.
Ο S&P 500 σημείωσε άνοδο 0,4% και έκλεισε σε νέο ρεκόρ στις 4.384,63. Ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones σημείωσε άνοδο 0,4%, ή 126 μονάδες για να κλείσει λίγο πάνω από τις 35.000 μονάδες, ενώ ο Nasdaq κέρδισε 0,2% και έκλεισε επίσης σε νέο ρεκόρ, στις 14.733,24 μονάδες.
Πολλές μεγάλες τράπεζες της Wall Street πρόκειται να αρχίσουν τις τριμηνιαίες ανακοινώσεις αποτελεσμάτων αυτή την εβδομάδα. Αύριο, θα γίνουν οι σχετικές ανακοινώσεις από τις JPMorgan Chase και Goldman Sachs. Το δεύτερο τρίμηνο δεν ήταν ιδιαίτερα καλό για τις τράπεζες, λόγω χαμηλών επιτοκίων και υποτονικής ζήτησης νέων δανείων, αλλά οι μετοχές τους αναμένεται να υποστηριχθούν από ανακοινώσεις για επαναγορά ιδίων μετοχών. Αν, κόντρα στις προβλέψεις, οι τράπεζες αναφέρουν αύξηση των δανείων προς τις καταθέσεις, αυτό θα λειτουργήσει θετικά για τις μετοχές, εκτιμούν αναλυτές.
Στην τεχνολογία, οι βιομηχανίες ημιαγωγών βοήθησαν να διατηρηθεί ο ευρύτερος τομέας σε θετικό πρόσημο, παρά την αδυναμία μερικών από τις μετοχές μεγάλων εταιρειών. Η NVIDIA Corporation, η Lam Research Corp και η ASML Holding ήταν μεταξύ των κορυφαίων σε άνοδο, με την τελευταία να ενισχύεται περισσότερο από 2%. Η Microsoft και η Amazon.com υποχώρησαν, ενώ η Facebook και η Alphabet (μητρική της Google) σημείωσαν μικρή άνοδο.
Στις ειδήσεις από το πεδίο των εμβολίων, η Johnson & Johnson δέχθηκε πιέσεις μετά τις αναφορές, σύμφωνα με τις οποίες η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων σχεδιάζει να προειδοποιήσει ότι το εμβόλιο Covid-19 του φαρμακευτικού γίγαντα συνδέεται με χαμηλό κίνδυνο νευρολογικής διαταραχής.
Στο οικονομικό μέτωπο, αυτή την εβδομάδα το κορυφαίο γεγονός θα είναι η δημοσίευση στοιχείων για τον πληθωρισμό, αύριο Τρίτη, ενώ πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, Τζερόμ Πάουελ πρόκειται να καταθέσει ενώπιον του Κογκρέσου την Τετάρτη.
Ορισμένοι αναλυτές προειδοποιούν ότι θα υπάρξει αύξηση της μεταβλητότητας βραχυπρόθεσμα, καθώς αναμένονται πολλές ειδήσεις από την οικονομία και σχετικά με την κερδοφορία των εταιρειών, από τις οποίες ενδέχεται υπάρξουν και δυσάρεστες εκπλήξεις, που θα δημιουργήσουν αμφιβολίες για το αν δικαιολογούνται οι εξαιρετικά υψηλές αποτιμήσεις των μετοχών.