Την αποτίμηση των μέτρων για τις τράπεζες, που εξήγγειλε χθες από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, και αναμένεται να εξειδικεύσει σήμερα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, θα κάνουν από σήμερα οι επενδυτές στο Χρηματιστήριο Αθηνών, ύστερα από αρκετές ημέρες αβεβαιότητας, που προκάλεσαν «μούδιασμα» στις τιμές των τραπεζικών μετοχών.
Οι τελευταίες δύο εβδομάδες είχαν αρκετές εναλλαγές εκτιμήσεων και κλίματος για τις τραπεζικές μετοχές. Οι «διαρροές» περί εξεταζόμενου έκτακτου φόρου, που αρχικά δεν διαψεύσθηκαν με κατηγορητικό τρόπο από την κυβέρνηση, προκάλεσαν ανησυχία στην αγορά. Ακολούθησε η κατηγορηματική διάψευση αυτών των σεναρίων από τον πρωθυπουργό, στις 2 Δεκεμβρίου, που έφερε ένα ράλι ανακούφισης των τραπεζικών μετοχών, με τον κλαδικό δείκτη να κερδίζει 11,45% ως την Παρασκευή, 6 Δεκεμβρίου.
Αμέσως μετά, όμως, το «δεύτερο κύμα» σεναριολογίας για την παρέμβαση της κυβέρνησης, μεταξύ άλλων και στις προμήθειες βασικών συναλλαγών, δημιούργησε επιφυλακτικότητα στους επενδυτές, που περίμεναν τις τελικές ανακοινώσεις από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, πριν κάνουν τις επόμενες κινήσεις τους. Την περασμένη εβδομάδα, οι ανοδικοί ρυθμοί μετριάσθηκαν και ο κλαδικός δείκτης των τραπεζών κέρδισε 1,37%. Όπως εκτίμησε, πάντως, την Παρασκευή ο αναλυτής της Beta, Μάνος Χατζηδάκης, «η Αγορά δείχνει να έχει ενσωματώσει την όποια επίδραση από την νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης για τις προμήθειες των τραπεζών».
Μπορεί οι χθεσινοβραδινές ανακοινώσεις του πρωθυπουργού από το βήμα της Βουλής να μην προκάλεσαν σοκ, αφού κινήθηκαν σε γενικές γραμμές εντός του πλαισίου που είχε διαμορφώσει η κυβέρνηση τις προηγούμενες ημέρες, όμως φάνηκαν να διαφοροποιούνται προς το αυστηρότερο σε ορισμένα βασικά σημεία.
Το κυριότερο παράδειγμα αφορά το θέμα των προμηθειών σε καθημερινές συναλλαγές και τη μείωσή τους με νομοθετική παρέμβαση, στα πρότυπα της αντίστοιχης παρέμβασης που προηγήθηκε για τις συναλλαγές έως 10 ευρώ με POS στη μικρή λιανική.
Το «ψαλίδι» στις προμήθειες
Ενώ είχαν προηγηθεί «διαρροές» περί μείωσης προμηθειών αυτής της κατηγορίας στο μισό, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανήγγειλε χθες την πλήρη κατάργηση των προμηθειών για πληρωμές λογαριασμών (που «παίζουν» σε ποσά χαμηλότερα του 1 ευρώ, ανάλογα με την τράπεζα) και τη μείωση σε 0,5 ευρώ των προμηθειών για τα εμβάσματα μέχρι 5.000 ευρώ, ενώ σε αυτές τις συναλλαγές οι προμήθειες μπορεί να φθάνουν και τα 15 ευρώ ανά συναλλαγή.
Σύμφωνα με ορισμένους αρχικούς υπολογισμούς, το κόστος για τις τράπεζες από αυτές τις μειώσεις προμηθειών θα είναι της τάξεως των 100 εκατ. ευρώ. Επιπλέον, θα έχουν απώλειες από τα προσδοκώμενα έσοδα από τη νέα τους στρατηγική για μηνιαίες χρεώσεις, με τις οποίες οι πελάτες μπορούν να εκτελούν χωρίς κόστος πολλές καθημερινές συναλλαγές. Δεδομένου ότι εξαλείφονται πλέον οι προμήθειες για πληρωμές λογαριασμών και μειώνονται δραστικά για τα εμβάσματα, πολλοί πελάτες δεν θα έχουν λόγο να επιλέξουν τα «πακέτα» τραπεζών για πολλές συναλλαγές με μηνιαία χρέωση.
Διπλάσιος ΕΝΦΙΑ
Το άλλο μέτρο που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός και θα έχει επαναλαμβανόμενη επίδραση στα τραπεζικά αποτελέσματα είναι ο διπλασιασμός του ΕΝΦΙΑ στα ακίνητα που διαχειρίζονται οι τράπεζες και οι servicers, «ώστε να γνωρίζουν ότι θα έχουν πρόσθετο κόστος αν τα ακίνητα αυτά δεν βγουν στην αγορά», όπως είπε ο πρωθυπουργός. Ο αυξημένος ΕΝΦΙΑ θα επιβληθεί σε περισσότερα από 20.000 ακίνητα των τραπεζών με εκτιμώμενη αξία περίπου 8 δισ. ευρώ.
Οι τράπεζες θα έχουν πλέον ένα αρκετά ισχυρό αντικίνητρο στη διακράτηση αυτών των ακινήτων, όμως και πάλι θα πρέπει να σταθμίσουν πόσο γρήγορα θα τα διαθέσουν στην αγορά, για να μην προκαλέσουν απότομη πτώση των τιμών. Επιπλέον, η ταχύτητα διάθεσης αυτών των ακινήτων, κυρίως κατοικιών, δεν εξαρτάται μόνο από τις τράπεζες, αλλά και από τα διοικητικά και γραφειοκρατικά εμπόδια, κυρίως σε ό,τι αφορά την τακτοποίηση πολεοδομικών παραβάσεων.
Καμία παρέμβαση στα επιτόκια
Όπως αναμενόταν, ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι δεν θα γίνει -και δεν μπορεί να γίνει- παρέμβαση για τα επιτόκια δανεισμού, ενώ απάντησε στις αιτιάσεις του ΠΑΣΟΚ περί νομοθετικής εφαρμογής της απόφασης του Αρείου Πάγου, που υποχρεώνει τις τράπεζες να μειώνουν τα επιτόκιά τους όταν μειώνονται τα ευρωπαϊκά επιτόκια.
Απευθυνόμενος στον Νίκο Ανδρουλάκη, τόνισε ότι «η μείωση των επιτοκίων -νομίζω το γνωρίζετε- απαγορεύεται, αν θέλατε να την κάνετε με νόμο όπως είχατε εισηγηθεί, ως ευθεία παρέμβαση στη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Από την άλλη, θα έπρεπε να γνωρίζετε ότι, με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, αυτό το οποίο λέγατε, όταν πέφτει το Euribor να αναπροσαρμόζονται τα επιτόκια προς τα κάτω, γίνεται ήδη. Δεν περίμενε η Τράπεζα της Ελλάδος καμία απόφαση του Αρείου Πάγου. Αυτό είναι κάτι το οποίο συμβαίνει ήδη στην πράξη και η Τράπεζα της Ελλάδος είναι επιφορτισμένη με την ευθύνη να επιτηρεί ότι πραγματικά εφαρμόζεται αυτή η Πράξη».
Τα σχολεία και ο Φορέας Ακινήτων
Στα κόστη του χθεσινού «πακέτου» για τις τράπεζες προστίθενται και άλλες δύο κατηγορίες δαπανών, στις οποίες θα υποβληθούν:
- Θα χρηματοδοτήσουν με 100 εκατ. ευρώ το πρόγραμμα «Μαριέττα Γιαννάκου» για την ανακαίνιση σχολικών κτηρίων, που είχε εξαγγείλει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, σημειώνοντας τότε ότι θα είχε προϋπολογισμό 250 εκατ. ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, αλλά ήταν στόχος «το ποσό αυτό να αυξηθεί σημαντικά, μέσω ενός καλέσματος το οποίο θα κάνουμε για σημαντικές ιδιωτικές χορηγίες».
- Θα καλύψουν το κεφάλαιο του Φορέα Απόκτησης και Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων με 100 εκατ. ευρώ. Ο Φορέας θα αποκτά σπίτια ευάλωτων δανειοληπτών και θα τους τα μισθώνει, με το κράτος να καταβάλλει μεγάλο μέρος του ενοικίου με μορφή στεγαστικού επιδόματος. Πρόκειται για ένα βάρος που μέχρι στιγμής δεν είχαν βρεθεί ιδιώτες επενδυτές πρόθυμοι να αναλάβουν, καθώς θα υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να μην πληρώνονται κανονικά τα μισθώματα από τους ευάλωτους δανειολήπτες και ο Φορέας θα έχει το βάρος της έξωσής τους. Τώρα, η κυβέρνηση μεταθέτει αυτό το βάρος στις τράπεζες.
Ανταγωνισμός από μη τραπεζικές εταιρείες
Ένα πρόσθετο μέτρο που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, με στόχο την τόνωση του ανταγωνισμού, είναι η άρση εμποδίων σε μη τραπεζικούς οργανισμούς για την είσοδό τους στην παροχή δανείων.
Όπως τόνισε, «έχουμε συζητήσει με το οικονομικό επιτελείο και με την Τράπεζα της Ελλάδος να παύσουν παλαιότεροι περιορισμοί στη λειτουργία των εταιρειών παροχής πιστώσεων. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Ότι μεγάλες εταιρείες, με οικονομική επιφάνεια, θα μπορούν να μπαίνουν στην αγορά των χρηματοδοτήσεων -ειδικά των μικρών χρηματοδοτήσεων-, και έχουν διάθεση να το κάνουν, έτσι ώστε να πιέσουν και τις τράπεζες να είναι πιο ανταγωνιστικές στα επιτόκια τα οποία προσφέρουν. Αυτό θα φέρει πιο ευνοϊκούς όρους ειδικά στα μικρά επιχειρηματικά δάνεια, γιατί μας απασχολεί πολύ η πρόσβαση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στον τραπεζικό δανεισμό».
Ο τελικός λογαριασμός
Πόσο, τελικά, επιβαρύνονται οι τράπεζες και ποια η διαφορά ανάμεσα στον έκτακτο φόρο που πρότεινε το ΠΑΣΟΚ και στα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός; Αθροίζοντας τα ποσά από τις τέσσερις κατηγορίες επιβαρύνσεων για τις τράπεζες (προμήθειες, ΕΝΦΙΑ, σχολεία, Φορέας Ακινήτων) το συνολικό κόστος ξεπερνά τα 300 εκατ. ευρώ -βέβαια, ορισμένα από αυτά τα μέτρα έχουν επαναλαμβανόμενη επίδραση και άλλα εφάπαξ.
Ο πρωθυπουργός υπολόγισε ότι ο έκτακτος φόρος που πρότεινε το ΠΑΣΟΚ θα έφερνε έσοδα της τάξεως των 250 εκατ. ευρώ και τόνισε ότι με το «πακέτο» της κυβέρνησης αντλούνται «περισσότερα από αυτά τα οποία θα παίρνατε».
Μένει να φανεί από σήμερα αν και οι αναλυτές των επενδυτικών οίκων και των χρηματιστηριακών εταιρειών θα συμφωνήσουν ότι το «πακέτο Μητσοτάκη» είναι πιο επαχθές για τις τράπεζες από το «πακέτο Ανδρουλάκη». Η προσοχή τους, πάντως, δεν αναμένεται να συγκεντρωθεί τόσο στις έκτακτες/εφάπαξ επιβαρύνσεις, όπως η συμμετοχή στις ανακαινίσεις των σχολείων και στον Φορέα Ακινήτων, αλλά κυρίως στο επαναλαμβανόμενο κόστος που θα έχει για τις τράπεζες ο νέος νόμος για τη μείωση των προμηθειών.