Ντόμινο ρευστοποιήσεων σε μετοχές, ομόλογα και πολλά ευρωπαϊκά assets, οδηγώντας τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια στη χειρότερη εβδομάδα του 2024, έφερε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της περασμένης Κυριακής, ένα αποτέλεσμα που αποδοκίμασε τους εκφραστές της επίσημης ευρωπαϊκής πολιτικής και έδωσε αυξημένη δύναμη στην άκρα δεξιά.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών έφερε πολιτική κρίση στη Γαλλία, τη δεύτερη οικονομία της Ευρώπης που οδηγείται σε εκλογές στα τέλη του μήνα, υπό το φόβο της επικράτησης ακροδεξιών δυνάμεων που αντιτίθενται σε καθιερωμένες και εγκαθιδρυμένες οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές σε όλη την Ε.Ε. Ο πρόεδρος Μακρόν προκήρυξε εκλογές με στόχο να συσπειρώσει τις προοδευτικές και κεντρώες δυνάμεις, λαμβάνοντας ένα εξαιρετικά μεγάλο ρίσκο, όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Πρόσφατα υποβαθμίστηκε η οικονομία της Γαλλίας από τον οίκο Standard & Poor´s, ο οποίος επικαλούμενος τις δημοσιονομικές δυσκολίες της χώρας, υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας από ΑΑ σε ΑΑ- εκφράζοντας μάλιστα και κάποιους ενδοιασμούς για τον κατακερματισμό του πολιτικού τοπίου στο Παρίσι.
Όλα τα γαλλικά assets βρέθηκαν υπό τρομερή πίεση, εν μέσω φημών και σεναρίων για την επόμενη ημέρα μετά τις προσεχείς εκλογές, ενώ ακόμη και αν διαψεύστηκαν ορισμένα από αυτά, η πίεση εντάθηκε χθες Παρασκευή.
Οι χθεσινές δηλώσεις του Γάλλου υπουργού Οικονομικών, Μπρινό Λεμέρ, ο οποίος επισήμανε ότι «το γαλλικό spread έχει πιάσει υψηλό 17 ετών και η παρούσα κατάσταση θα μπορούσε να εξελιχθεί σε οικονομική κρίση για τη χώρα», με τη διαφαινόμενη νίκη της ακροδεξιάς στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές που προκήρυξε ο Μακρόν, έφεραν ντόμινο σε όλες τις αγορές και εκτόξευσαν τις αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων.,
Ο CAC 40 του Παρισιού, μετά τη μεγάλη πτώση σε ποσοστό 1,99% της Πέμπτης, χθες υποχώρησε εκ νέου κατά 2,66% πέφτοντας στις 7.5003,27 μονάδες, ενδεικτικό του κλίματος που επικράτησε. Δεν είναι τυχαίο ότι η μετοχή του τραπεζικού κολοσσού BNP Paribas, της μεγαλύτερης τράπεζας της Ευρώπης, υποχώρησε περισσότερο από 12% αυτή την εβδομάδα, κάτι καθόλου συνηθισμένο.
Ευρύτερα ο τραπεζικός κλάδος πανευρωπαϊκά δέχτηκε τις μεγαλύτερες πιέσεις με τον EuroStoxx Banks να πραγματοποιεί τη χειρότερη εβδομάδα του τρέχοντος έτους και κορυφαίες μετοχές όπως Credit Agricole, UniCredit, Deutsche Bank κ.α. να καταγράφουν μεγάλες απώλειες. Μεγάλες απώλειες κατέγραψαν και οι τραπεζικές μετοχές στο ελληνικό χρηματιστήριο χάνοντας χθες άνω του 4%.
Ο δείκτης του γερμανικού χρηματιστηρίου DAX που την Πέμπτη είχε υποχωρήσει κατά 1,96%, χθες έχασε εκ νέου 1,44% πέφτοντας στο όριο των 18.000 μονάδων, με κλείσιμο στις 18.002,02 μονάδες.
Μεγάλη πτώση κατέγραψε και ο δείκτης του ιταλικού χρηματιστηρίου FTSE MIB ο οποίος έχασε 944,64 μονάδες ή ποσοστό 2,81% κατρακυλώντας στις 32.665,21 μονάδες. Η Ιταλία δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα πολιτικής ή κυβερνητικής σταθερότητας, αλλά έχει πάντα αδύναμη οικονομική θέση. Μικρότερη πτώση 0,21% είχε ο βρετανικός FTSE 100, o ισπανικός ΙΒΕΧ 35 υποχώρησε κατα 0,67%, ενώ ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 είχε απώλειες 0,97% στις 511,05 μονάδες.
Συνδυαστικά με το ντόμινο που έφεραν οι ευρωεκλογές, οι αγορές αυτή την εβδομάδα επηρεάστηκαν σημαντικά από τον «πάγο» που έβαλε η Fed για νέες μειώσεις επιτοκίων μέσα στο 2024, όπου φαίνεται να διαψεύδονται οι προσδοκίες για πάνω από μία περαιτέρω μείωση, ενώ πολύ αρνητικά για τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίας λειτούργησε η διαφαινόμενη επιβολή δασμών στα κινεζικά αυτοκίνητα.
Σε κάθε περίπτωση η Ευρώπη μετά τις ευρωεκλογές μπαίνει σε μια δύσκολη περίοδο, παρότι τα τρία βασικά κόμματα διατηρούν την πλειοψηφία τους στο Ευρωκοινοβούλιο. Το ενδεχόμενο ανάδειξης μιας κυβέρνησης με επικεφαλής το ακροδεξιό κόμμα της Λεπέν στη Γαλλία και οι πιέσεις για αλλαγή βασικών πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο οδηγούν σε μια περίοδο έντονης αβεβαιότητας.
Μεγάλες πιέσεις και στο ελληνικό χρηματιστήριο
Μολονότι η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα πολιτικής και κυβερνητικής σταθερότητας, καθώς η κυβέρνηση χαίρει μεγάλης πλειοψηφίας στη Βουλή και οι εκλογές είναι σε τρία χρόνια, διάστημα πολύ μεγάλο για την προώθηση μεταρρυθμίσεων και αλλαγών, εντούτοις οι πιέσεις στο ελληνικό χρηματιστήριο ήταν πολύ μεγάλες.
Οι εγχώριες πολιτικές εξελίξεις δεν φαίνεται να βοήθησαν την αγορά η οποία ακόμα και μετά την ανακοίνωση του ανασχηματισμού, όχι μόνο δεν έδειξε σημάδια αντίδρασης, αλλά κινήθηκε χαμηλότερα. Αν και το μεγαλύτερο κομμάτι της χθεσινής πτώσης στο Χ.Α. οφείλεται στο πολύ άσχημο διεθνές κλίμα, ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης δεν επιτρέπει να δοθεί προς το παρόν κάποια απάντηση στο ερώτημα των επενδυτών, αν η κυβέρνηση θα συνεχίσει με γοργούς ρυθμούς την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού της προγράμματος μετά το δυσμενές αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Η επόμενη εβδομάδα θα είναι δείξει πολλά για το momentum της αγοράς, δεδομένου ότι ήδη υπάρχει σημαντική πτώση από τα υψηλά των 1.502 μονάδων της 20ης Μαΐου. Μένει να φανεί λοιπόν αν μετά τη μεγάλη πτώση αυτού του πενθημέρου θα βγάλει η αγορά μια αντίδραση αυτοσυντήρησης, ώστε να μην χάσει τις 1.400 μονάδες.
Η εικόνα της χθεσινής συνεδρίασης ήταν εξαιρετικά κακή, καθώς ο Γενικός Δείκτης έκλεισε στο χαμηλό ημέρας, ενώ καμιά μετοχή του Large Cap δεν έκλεισε θετικά, ενδεικτικό του κλίματος που επικράτησε.
Ο Γενικός Δείκτης έκλεισε στις 1.406,91 μονάδες με απώλειες 2,19%, πολύ κοντά στο χαμηλό ημέρας που ήταν στις 1.406,39 μονάδες (-2,23%). Ο Mid Cap έκλεισε στις 2.252,25 μονάδες με πτώση 1,58% ενώ έφτασε να χάνει έως 2,51%, με τον τραπεζικό δείκτη να καταποντίζεται σε ποσοστό -3,47% πέφτοντας στις 1.240,86 μονάδες, ενώ έφτασε έως το χαμηλό των 1.234,18 μονάδων (-3,99%).
Μάλιστα η χθεσινή πτώση ήρθε με κλιμάκωση του τζίρου που ανήλθε στα 141,42 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου τα μισά, ήτοι 71,6 εκατ. ευρώ, έγιναν στις τράπεζες. Σε εβδομαδιαίο επίπεδο ο Γ.Δ. υποχώρησε κατά 3,53%, ο FTSE 25 υποχώρησε κατά 3,65%, ο Mid Cap έκλεισε στο -3,19%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης έκλεισε στην κορυφή των απωλειών με -4,26%.
Έτσι, από την αρχή του χρόνου οι αποδόσεις μειώθηκαν, με τον Γ.Δ. πλέον να κερδίζει 8,80%, ο FTSE 25 είναι στο +9,24%, ο Mid Cap έχει δει τα κέρδη του να εξαερώνονται καθώς είναι μόλις στο +0,06%, ενώ ο τραπεζικός δείκτης κρατάει κέρδη 16,88%. Οι μέσες συναλλαγές της εβδομάδας που παρήλθε ήταν 105,5 εκατ. ευρώ, ενώ το 2024 ο μέσος τζίρος είναι στα 142,3 εκατ. ευρώ, ενισχυμένος κατά 28,9% έναντι του 2023.
Δυσμενή τεχνικά δεδομένα
Σε ό,τι αφορά την τεχνική εικόνα, αυτή έχει επιδεινωθεί, καθώς όπως σημειώνει ο υπεύθυνος ανάλυσης της Beta Χρηματιστηριακή Μάνος Χατζηδάκης «ο Γ.Δ. δεν κατάφερε να διατηρήσει την διαφυγή που επιχείρησε από το στενό εύρος που ορίζουν οι δύο κινητοί μέσοι των 50 και 30 ημερών με αποτέλεσμα να καταγράψει νεότερο χαμηλό από τις αρχές Ιουνίου (1.424 μονάδες) λύνοντας τον τοπικό σχηματισμό συσσώρευσης καθοδικά. Μετά από αυτή την εξέλιξη, φαίνεται ότι δύσκολα ο Γενικός Δείκτης θα αποφύγει την υποχώρηση προς τη στήριξη που βρίσκεται στις 1.395 – 1.399 μονάδες, κλείνοντας και το ανοδικό χάσμα που εκκρεμεί από τις 19 Μαΐου.
Με το λύσιμο της συσσώρευσης η ετυμηγορία των βραχυπρόθεσμων τεχνικών δεικτών είναι καθαρά πτωτική, ενώ το δυνητικό περιθώριο όπως φαίνεται από τους ταλαντωτές μπορεί να επεκταθεί σε δεύτερο χρόνο και προς τις 1.350 μονάδες. Θα αναμέναμε περαιτέρω διολίσθηση της αγοράς δεδομένης της έντασης των ρευστοποιήσεων της Παρασκευής και σταθεροποίηση της πέριξ των επιπέδων των 1.400 μονάδων πριν την πρώτη ουσιαστική ανοδική αντίδραση. Η ένταση των συναλλαγών θα δώσει περαιτέρω πληροφορίες για το χαρακτήρα της αντίδρασης καθώς και τον ορίζοντα εκτόνωσης της».