Σε εξέλιξη βρίσκεται η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Στην διήμερη συνεδρίαση θα υποβληθούν οι υποψηφιότητες για την ηγεσία του κόμματος και θα αποφασιστεί το χρονοδιάγραμμα και ο οδικός χάρτης για την εκλογή αρχηγού. Υπενθυμίζεται ότι ήδη έχουν ανακοινώσει δημοσίως τις υποψηφιότητές τους η Έφη Αχτσιόγλου και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Υποψηφιότητα κατέθεσαν τελικά σήμερα και οι Στέφανος Τζουμάκας και Νίκος Παππάς.
Στην εισήγησή του με την οποία υπέβαλλε και την υποψηφιότητά του ο κ. Τζουμάκας αναφέρεται στις πρόσφατες εξελίξεις: «Η χώρα μας αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, συνεχιζόμενη υποβόσκουσα κρίση στην οικονομία, παραγωγική αναιμία, άδικη και διανομή του παραγόμενου πλούτου, ανεξάρτητα από τις διαχειριστικές επιλογές που προβάλλει η κυβέρνηση ως δήθεν λύσεις».
Σε αυτά συνεχίζει ο κ. Τζουμάκας προστίθεται «η ερήμην της βουλής και του ελληνικού λαού προσχώρηση στην λογική των συμβιβασμών που χαρακτηρίζει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς στο Αιγαίο και το Κυπριακό, παραβιάζοντας πάγιες εθνικές θέσεις καθ’ υπόδειξη εξωτερικών παραγόντων». Στο πλαίσιο αυτό υπογραμμίζει, «το κόμμα μας χρειάζεται ιδεολογική και πολιτική ανασύνταξη, οργανωτική διεύρυνση και νέο σχέδιο δράσης με θέσεις και πρωτοβουλίες που θα κινητοποιούν την κοινωνία σε δημιουργική αγωνιστική στάση και σε επιδίωξη λύσεων».
Όσο για το κόμμα σημείωσε:
- «Χρειαζόμαστε ανοικτό Πολιτικό κόμμα και επίσης Λαϊκό και Πολιτικό Κόμμα.
- Συνδικαλιστικές παρατάξεις στους χώρους που δρουν οι πολίτες και οι νέοι.
- Καταστατικές αλλαγές καθώς και θεσμοθέτηση θέσης αντιπροέδρου στο κόμμα».
Να σημειωθεί ότι ο Παύλος Πολάκης, ενώ ανέβηκε στο βήμα της Κεντρικής Επιτροπής γιατί είχε γραφεί στον κατάλογο των υποψηφίων για την προεδρία στη συνέχεια έθεσε όρους και προϋποθέσεις προκειμένου να μετέχει σε αυτή τη διαδικασία. Συγκεκριμένα όπως τόνισε στην ομιλία του «με βάση τα όσα ανέφερα:
Για μένα παρουσιάζεται ως μονόδρομος η σύγκληση ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές, στο οποίο θα εκτεθούν όλες οι απόψεις και θα ληφθούν οι συλλογικές αποφάσεις για το μέλλον του κόμματος. Εννοείται ότι το Συνέδριο θα εκλέξει νέα Κ.Ε., νέα Π.Γ και νέο Γραμματέα και θα δρομολογήσει τη διαδικασία για την εκλογή νέου Προέδρου από τη βάση. Δεν είναι δυνατό να κάνουμε το αντίστροφο, δηλαδή πρώτα να εκλέξουμε το πρόσωπο που θα ηγηθεί του κόμματος και μετά να αποφασίσουμε το πολιτικό πλαίσιο που αυτός ή αυτή θα κληθεί να εφαρμόσει και να υπηρετήσει.
Εάν ακολουθηθεί αυτή η διαδικασία και βέβαια υπάρξει απόφαση του συνεδρίου που να περιλαμβάνει τους άξονες τους οποίους ανέπτυξα παραπάνω, τότε ναι είναι ανοιχτό για εμένα να θέσω υποψηφιότητα για Πρόεδρος του κόμματος. Ζητώ συγγνώμη από αμέτρητα στελέχη, μέλη και φίλους του ΣΥΡΙΖΑ που καθ΄ όλο το τελευταίο διάστημα με παρακινούσαν να θέσω υποψηφιότητα, ανεξαρτήτως διαδικασίας και σε κάθε περίπτωση. Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν έχω μάθει να πορεύομαι αντίθετα από τη συνείδηση και τις απόψεις μου και για αυτό δεν μπορώ να είμαι υποψήφιος σε μια fast track διαδικασία, η οποία δεν πιστεύω ότι θα βοηθήσει τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ».
Η συνεδρίαση που χαρακτηρίζεται «ιστορική» θα είναι κλειστή για τα Μέσα Ενημέρωσης και αναμένεται να γίνει και μία πρώτη συζήτηση για το εκλογικό αποτέλεσμα. Παράλληλα αναμένεται να συζητηθούν οι εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και να εξουσιοδοτηθεί η Πολιτική Γραμματεία για τους περαιτέρω χειρισμούς και τις συγκεκριμένες υποψηφιότητες για της περιφέρειες και τους δήμους. Στην συνεδρίαση δεν παραβρίσκεται ο απερχόμενος πρόεδρος του κόμματος, Αλέξης Τσίπρας.
Να διεξαχθεί άμεσα η διαδικασία εκλογής προέδρου, στις αρχές Σεπτεμβρίου, ώστε το κόμμα να είναι έτοιμο, υπό τη νέα ηγεσία, να δώσει τις επόμενες κρίσιμες μάχες, ζήτησε κατά την εισήγηση της στην Κεντρική Επιτροπή η Ράνια Σβίγκου. Η γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ υπογράμμισε πως «φοβάται» ότι μια μακρά διαδικασία για την εκλογή προέδρου εγκυμονεί κινδύνους για την αποτελεσματικότητα του κόμματος την επόμενη περίοδο, για την ικανότητά του να ανταποκριθεί στο ρόλο του ως αξιωματική αντιπολίτευση - που όπως σημείωσε, είναι βέβαια και το κύριο ζητούμενο.
«Θέλουμε η διαδικασία αυτή της εκλογής προέδρου να είναι ένα μεγάλο πολιτικό γεγονός. Που θα αφορά όχι μόνο τα στελέχη του Κόμματος, τη βάση του κόμματος, τα χιλιάδες μέλη μας, αλλά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Που θα προσελκύσει, θα κινητοποιήσει, θα συσπειρώσει, θα εμπνεύσει τους αριστερούς και τους προοδευτικούς πολίτες», ανέφερε η Ράνια Σβίγκου. Ως προς το δεύτερο μεγάλο θέμα συζήτησης αυτής της Κεντρικής Επιτροπής, που είναι οι αυτοδιοικητικές εκλογές, η γραμματέας σημείωσε πως:
- Πρώτον, οι αυτοδιοικητικές εκλογές, γίνονται υπό τη σκιά ενός ιδιαίτερα αρνητικού εκλογικού αποτελέσματος στις βουλευτικές εκλογές, αρνητικού για το σύνολο των προοδευτικών δυνάμεων και αυτό έχει τις επιπτώσεις του συνολικά στο πολιτικό περιβάλλον. Παρά τον αυτόνομο χαρακτήρα των αυτοδιοικητικών διεργασιών.
- Δεύτερον, είναι ότι ο αρχικός σχεδιασμός πρέπει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Ο στόχος της ενίσχυσης των προοδευτικών αυτοδιοικητικών δυνάμεων παραμένει ίδιος, χρειάζονται όμως διαφορετικές κινήσεις και ανάγνωση της νέας συγκυρίας ώστε αυτός να επιτευχθεί.
Τέλος, ζήτησε από τα στελέχη πρώτης γράμμης να μπουν στην πρώτη γραμμή της μάχης. «Δεν έχουμε κανένα περιθώριο, καμία πολυτέλεια να μη δώσουμε αυτή τη μάχη με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Αυτή είναι η ευθύνη μας και ως τέτοια πρέπει να την αντιληφθούμε όλοι και όλες».
Την πρότασή της για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην κατεύθυνση ενός «νέου σύγχρονου αριστερού κόμματος που μπορεί να είναι ο κορμός, το κέντρο και ο βασικός εκφραστής του δημοκρατικού και προοδευτικού κόσμου», ανέπτυξε η Έφη Αχτσιόγλου καταθέτοντας επισήμως την υποψηφιότητά της για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. «Χρειαζόμαστε έναν νέο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Έναν ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μεθοδικό, αποτελεσματικό, σύγχρονο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αναφέρθηκε στο αποτέλεσμα των εκλογών λέγοντας ότι «συνιστά μια τομή, όχι μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αλλά και για την ελληνική κοινωνία» ενώ υπογράμμισε ότι «οι αντιθέσεις που οξύνονται διαρκώς και στην παρούσα φάση ενισχύουν το δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος». Υπογράμμισε την ανάγκη πολιτικής αντεπίθεσης που σαν προυπόθεση έχει «να κατανοήσουμε τα αίτια της πολιτικής μας ήττας» και πρόσθεσε: «η κατανόηση της σημερινής μας συνθήκης οφείλει να συμβαδίσει με την ανασυγκρότηση του κόμματος».
Η κ. Αχτσιόγλου υποστήριξε ότι είναι απλουστευτικό και λανθασμένο το ερώτημα για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κινηθεί προς τα αριστερά ή προς το Κέντρο. Αφού σημείωσε ότι «τα πολιτικά μου διαπιστευτήρια τα έδωσα εκεί που έπρεπε, στον κόσμο της εργασίας» ανέπτυξε την θέση της υπό μορφή ερωτημάτων: «Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας; Με στόχο την αύξηση των μισθών στο μερίδιο του ΑΕΠ, τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης; Είναι αριστερό ή κεντρώο σήμερα να προτάξουμε την ανθρωπιστική διαχείριση του μεταναστευτικού και του προσφυγικού, να υπερασπιζόμαστε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου; Είναι αριστερή ή κεντρώα πολιτική σήμερα να υπερασπιστούμε τον δημόσιο χαρακτήρα των υποδομών, το κοινωνικό κράτος, το δημόσιο πανεπιστήμιο, τα κοινά αγαθά;
Eίναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που θέτει στο επίκεντρο το θέμα της αναδιανομής, δεν μιλά γενικά και αόριστα για τις ανισότητες, αλλά προτάσσει συγκεκριμένες πολιτικές, ενάντια στη νόμιμη φοροαποφυγή ή την φοροδιαφυγή του ακραίου πλούτου και των κερδών; Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που διεκδικεί την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ώστε να μην ανοίξει ένας νέος κύκλος λιτότητας στην Ευρώπη;
Είναι τελικά αριστερό ή κεντρώο να υπερασπιστούμε μια ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, όπως αυτή που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, και οδήγησε σε μια από τις κορυφαίες παρακαταθήκες του Αλέξη Τσίπρα, στη Συμφωνία των Πρεσπών;». Απαντώντας υπογράμμισε ότι «είναι αυτές τις αρχές και αυτούς τους πολιτικούς στόχους που θέλουμε να υπηρετήσουμε».
Αναφέρθηκε στη οικονομία λέγοντας «να επεξεργαστούμε και να μιλήσουμε συγκεκριμένα για το πώς θα διαμορφώσουμε ένα αναπτυξιακό μοντέλο και παραγωγικά καινοτόμο, ένα μοντέλο συμπεριληπτικής ανάπτυξης, να μιλήσουμε για μια προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση, για το επενδυτικό περιβάλλον, και την ανάγκη βαθέων τομών και μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση αλλά και στην ταχύτητα της απονομής της δικαιοσύνης, για στήριξη με συγκεκριμένες πολιτικές συνεργατικών εγχειρημάτων ΜμΕ που μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στην οικονομία της γνώσης και της καινοτομίας».
Για την εργασία είπε ότι «Είναι φανερό ότι οι θέσεις μας δεν μπορούν να περιορίζονται στην αποκατάσταση θεσμών του παρελθόντος. Πρέπει να μιλήσουμε για τις σύγχρονες ανάγκες με προωθητικό τρόπο». Ειδική αναφορά έκανε στις σχέσεις με την Τουρκία εξαπολύοντας ταυτόχρονα επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη:
«Σε ό,τι αφορά τη σχέση μας με την Τουρκία, αποδείχθηκε τα προηγούμενα χρόνια ότι μόνο οι εξοπλισμοί και οι αμυντικές συμφωνίες δεν αρκούν για να αποκτήσει το αίσθημα ασφάλειας ο Έλληνας πολίτης. Επιπλέον αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά μετά τις Πρέσπες ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν διστάζει να επιτεθεί στους πολιτικούς του αντιπάλους με όρους πατριδοκαπηλίας, για να μας παρουσιάσει ως "εθνική εξαίρεση".
Αυτές είναι οι λογικές που συνέβαλλαν και στην άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Η επανεκκίνηση του διαλόγου με την Τουρκία σε συνέχεια της δυναμικής που δημιουργήθηκε μετά τους σεισμούς είναι θετική εξέλιξη. Αλλά χρειαζόμαστε έναν συγκροτημένο διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου.
Που δεν θα περιορίζεται σε απλή ανταλλαγή επισκέψεων αλλά θα βασίζεται στην ανάπτυξη Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Που θα έχει σαφείς κόκκινες γραμμές, σαφή προοπτική την προσφυγή στη Χάγη για υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και θα εντάσσει τα ελληνοτουρκικά στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Αναμένουμε άμεσα ενημέρωση και ξεκάθαρες απαντήσεις από την κυβέρνηση για την συνάντηση με τον κ. Ερντογάν διότι οι δηλώσεις Μητσοτάκη δημιούργησαν σοβαρά ερωτηματικά».
Κλείνοντας η κ. Αχτσιόγλου εξέφρασε την πεποίθησή της ότι «η ηγεμονία της ΝΔ μπορεί να αντιστραφεί. Ο οικονομικός κύκλος λιτότητας που ανοίγει δεν αφήνει πολλά περιθώρια σε μια νεοφιλελεύθερη πολιτική να τις διατηρήσει. Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιον θα βρει η Νέα Δημοκρατία απέναντι της. Ένα αδύναμο, εσωστρεφή και χωρίς κυβερνητική προοπτική ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ; Ή έναν ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ προγραμματικά, πολιτικά, και οργανωτικά έτοιμο;».