«Δεν αντιλαμβανόμαστε τις διεθνείς σχέσεις της χώρας μας σαν ένα "ανατολίτικο παζάρι", εντός του οποίου εξισώνονται παράνομες συμφωνίες και πρακτικές με νόμιμα δικαιώματα», αναφέρει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας που υπογράμμισε ότι η Ελλάδα αναζητά να υπάρξει λύση στο ελληνοτουρκικό ζήτημα πάνω στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου.
Ειδικότερα, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Political», ο κ. Δένδιας τόνισε πως «επιδιώκουμε την επίτευξη ειρηνικής λύσης, στη βάση πάντα του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, για τη μοναδική διαφορά που έχουμε με την Τουρκία», και προσθέτει: «Μίας λύσης που θα έχει ισχυρά θεμέλια και θα συνεισφέρει στην ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή. Μία τέτοια προσπάθεια και υπό αυτές τις προϋποθέσεις, είμαι πεπεισμένος ότι θα έχει τη στήριξη του συνόλου σχεδόν των ελληνικών πολιτικών δυνάμεων».
Αλλά, όπως επισημαίνει, «το "ταγκό" θέλει δύο. Το αν αυτό θα καταστεί εφικτό εξαρτάται από την βούληση και της άλλης πλευράς. Εξυπακούεται ότι δεν είμαστε αιθεροβάμονες σχετικά με τη μεταβολή των πάγιων θέσεων της Τουρκίας». Ωστόσο, αναφέρει πως «η διαμόρφωση ενός διαφορετικού κλίματος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μπορεί να μας ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας για την αξιοποίηση αυτού του κλίματος».
Όπως σημειώνει, ο ίδιος ούτε ήταν ούτε είναι «οπαδός του κατευνασμού» και προσθέτει: «Πρέπει, όμως, να αντιδρούμε με σοβαρότητα. Και σοβαρότητα σημαίνει να υπηρετείς τις θέσεις σου με στρατηγική, με συνέπεια, με αυτοπεποίθηση, με επιχειρήματα, οικοδομώντας συμμαχίες, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται. Όχι να παρασύρεσαι σε κακόηχες φωνασκίες». Αναφορικά με τις διερευνητικές επαφές, επισημαίνει ότι η διαδικασία που δημιουργήθηκε «εξυπηρετούσε τη λογική του Ελσίνκι, που κατ' αρχάς είχε ως καταληκτική ημερομηνία το 2004».
«Ύστερα από 21 χρόνια, πραγματοποιήθηκαν 64 γύροι διερευνητικών επαφών, χωρίς να υπάρχει αποτέλεσμα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο έχω καταλήξει σε συγκεκριμένες σκέψεις για το πώς θα μπορούσαν να διεξαχθούν οι επόμενοι γύροι, τις οποίες και θα γνωστοποιήσω στον πρωθυπουργό και στον επόμενο υπουργό Εξωτερικών, όταν έρθει η στιγμή αυτή», υπογραμμίζει.
Ερωτηθείς για τη θητεία του στο υπουργείο Εξωτερικών, ο κ. Δένδιας σημειώνει ότι του «επέτρεψε την εκπόνηση και εφαρμογή ενός συνεκτικού σχεδίου με ευρύ γεωγραφικό ορίζοντα και με στόχο τη διαρκή επέκταση και εμβάθυνση των συμμαχιών και συνεργασιών μας και την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων.
Η εξωτερική πολιτική μίας χώρας είναι μία δυναμική διαδικασία που εξελίσσεται σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον και επεκτείνεται σε νέα πεδία. Οικονομία, πολιτισμός, περιβάλλον αναδεικνύουν νέες δυνατότητες αμοιβαίως επωφελούς συνεργασίας. Οφείλω να επισημάνω βεβαίως, ότι μονιμότητα δεν υφίσταται σε υπουργικούς ρόλους».
Όσον αφορά το τι θα συμβούλευε τον επόμενο υπουργό Εξωτερικών, ο κ. Δένδιας επισημαίνει ότι θα παρέδιδε ένα σημείωμα, στο οποίο θα περιελάμβανε «τις αρχές τις οποίες τηρήσαμε κατά την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής και τις οποίες θα ήταν χρήσιμο να συνεχίσουμε να τηρούμε. Αρχές όπως προσήλωση στο Διεθνές Δίκαιο και στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, ο σεβασμός της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών, η προάσπιση της ειρήνης, της δημοκρατίας, του κράτους Δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.ά.».
Θα πρότεινε επίσης, προσθέτει, συγκεκριμένους τρόπους για το πώς μπορεί να γίνει πιο αποτελεσματικός ο διάλογος με την Τουρκία, για την επίλυση της μίας διαφοράς που έχουμε, σχετικά με την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας.
Ακόμη, θα υπενθύμιζε ότι συγκροτήθηκε ένα πολυεπίπεδο δίκτυο σχέσεων το οποίο θα πρέπει να διατηρηθεί, παράλληλα προς την παρουσία μας στην Ευρώπη, «όπως η στρατηγική σχέση συνεργασίας μας με τις ΗΠΑ, η ενεργός παρουσία μας σε διεθνείς και περιφερειακούς Οργανισμούς, η επέκταση της συνεργασία μας με τα Δυτικά Βαλκάνια, με την περιοχή της Μέσης Ανατολής, του Κόλπου, της Βόρειας και της υποσαχάριας Αφρικής, με χώρες της Ασίας, της Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής με την Αυστραλία».
«Πετύχαμε τη διεύρυνση των οριζόντων της εξωτερικής πολιτικής μας και την εμβάθυνση των συμμαχιών μας και των σχέσεων στρατηγικής συνεργασίας της χώρας μας σε ολόκληρο τον κόσμο. Το αποτέλεσμα ήταν η επίτευξη σειράς συμφωνιών, η δημιουργία σχημάτων συνεργασίας και ακόμη και η επέκταση του χώρου εθνικής κυριαρχίας μας. Θεωρώ ότι όλα αυτά είναι μία πολύτιμη παρακαταθήκη για την εξωτερική πολιτική της χώρας μας», καταλήγει.