Στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης βρέθηκε το ιδιωτικό χρέος, με αφορμή τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, παρουσιάζοντας τροπολογία για την ενίσχυση της προστασίας δανειοληπτών και τη βελτίωση του πλαισίου διαχείρισης οφειλών.
Βασικοί άξονες της πρότασης αφορούν τη στήριξη των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο, την αναβάθμιση του εξωδικαστικού μηχανισμού, την ενίσχυση της διαφάνειας στις τραπεζικές συναλλαγές, καθώς και την προστασία των δικαιωμάτων των οφειλετών έναντι servicers και funds. Η βουλευτής και υπεύθυνη Κ.Τ.Ε. Οικονομίας, Τραπεζών και Ιδιωτικού Χρέους, Μιλένα Αποστολάκη, ανέλυσε το περιεχόμενο της τροπολογίας, επισημαίνοντας ότι εντάσσεται σε ένα συνολικό σχέδιο αντιμετώπισης του ιδιωτικού χρέους, ενόψει της σχετικής νομοθετικής πρωτοβουλίας του Υπουργείου Οικονομικών.
Ειδικότερα, τόνισε τέσσερις βασικούς πυλώνες της κοινοβουλευτικής παρέμβασης του ΠΑΣΟΚ:
Πρώτον, προβλέπεται προστασία των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο, με στόχο τη δίκαιη κατανομή του συναλλαγματικού κινδύνου και τον καθορισμό ισοτιμίας που θα λειτουργεί ως πραγματική παρέμβαση υπέρ των οφειλετών.
Δεύτερον, προτείνεται η αναβάθμιση του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, με υποχρεωτική συμμετοχή των πιστωτών και αιτιολογημένη απόρριψη των προτάσεων των οφειλετών, ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η αξιοπιστία της διαδικασίας.
Τρίτον, εισάγεται η υποχρέωση των εταιρειών διαχείρισης να διατηρούν ή να συνεργάζονται με τραπεζικά καταστήματα, ώστε οι δανειολήπτες να έχουν άμεση πρόσβαση σε υπαλλήλους για ενημέρωση σχετικά με τις οφειλές και τους τόκους τους. Τέταρτον, τονίζεται η ανάγκη για διασφάλιση της διαφάνειας στις τραπεζικές συναλλαγές.
Οι τράπεζες υποχρεούνται να αιτιολογούν χρεώσεις και προμήθειες, να διαχωρίζουν το λειτουργικό κόστος από τις αμοιβές υπηρεσιών, αλλά και να ελέγχουν το νόμιμο και εύλογο ύψος των χρεώσεων. Η κ. Αποστολάκη χαρακτήρισε το ιδιωτικό χρέος ως «δίδυμο αδελφό της ακρίβειας», τονίζοντας πως περιορίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και απειλεί τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.
Υπογράμμισε πως η πρόταση του ΠΑΣΟΚ παρέχει ουσιαστική στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που βρίσκονται αντιμέτωπα με αυθαιρεσίες τραπεζών, funds και servicers. Ο Δημήτρης Σπυράκος, Γραμματέας Τομέα Ιδιωτικού Χρέους & Προστασίας Καταναλωτών, αναφέρθηκε στο σύνολο των παρεμβάσεων του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής για το ιδιωτικό χρέος. Εστίασε στην προστασία της πρώτης κατοικίας, τη δυνατότητα ρύθμισης σε 120 δόσεις, το δικαίωμα προαίρεσης στους δανειολήπτες, την αναμόρφωση του πτωχευτικού δικαίου, την προστασία της αγροτικής περιουσίας και τις ειδικές ρυθμίσεις για ευάλωτες κατηγορίες.
Ο κ. Σπυράκος τόνισε ότι η κυβέρνηση δεν έχει ενσωματώσει τις σχετικές προτάσεις του ΠΑΣΟΚ, ενώ η κατατεθείσα τροπολογία αναδεικνύει τα υφιστάμενα κενά στην προστασία των δανειοληπτών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε, τα αποτελέσματα του εξωδικαστικού μηχανισμού είναι περιορισμένα, καθώς λιγότερο από το 15% των αιτήσεων ολοκληρώνονται επιτυχώς. Από το 2019, από τα 92 δισ. ευρώ «κόκκινων» δανείων, έχουν ρυθμιστεί λιγότερα από 5 δισ. ευρώ, ενώ πολλά δάνεια επιστρέφουν σε καθυστέρηση λίγους μήνες μετά τη ρύθμιση. Για το ΠΑΣΟΚ, ο εξωδικαστικός μηχανισμός αποτελεί μόνο ένα από τα εργαλεία που πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά με άλλες θεσμικές παρεμβάσεις.
Ανάγκη θεσμικής παρέμβασης για "κόκκινα" δάνεια
Ο αναπληρωτής Γραμματέας Δημήτρης Αναστασόπουλος υπογράμμισε τη σημασία της κρατικής παρέμβασης για τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους, με σαφή κριτήρια και νομοθετικό πλαίσιο που θα διασφαλίζει ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας για τους οφειλέτες.
Τόνισε ότι οι ξένες εταιρείες διαχείρισης «κόκκινων» δανείων συχνά παραβλέπουν βασικούς κανόνες προστασίας και ανέδειξε την ανάγκη για καθιέρωση κώδικα δεοντολογίας. Όπως επεσήμανε, οι οφειλέτες δεν έχουν επαρκή πρόσβαση σε φυσικά καταστήματα για διαπραγμάτευση, γεγονός που οδηγεί σε αδιαφάνεια και ανεπαρκή καταγραφή των διαδικασιών.
Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ προβλέπει ότι οι εταιρείες διαχείρισης οφειλών πρέπει να λειτουργούν με τα ίδια κριτήρια προστασίας και κοινωνικής ευαισθησίας με τις τράπεζες, διατηρώντας τουλάχιστον ένα φυσικό κατάστημα ανά περιφέρεια ή μέσω συνεργασιών με τραπεζικά ιδρύματα. Επιπλέον, επισημάνθηκε η αυξανόμενη δυσκολία εξυπηρέτησης των πολιτών ακόμη και στα τραπεζικά υποκαταστήματα, λόγω της μείωσης του αριθμού τους για τη μείωση του λειτουργικού κόστους, γεγονός που εντείνει τα προβλήματα πρόσβασης και ενημέρωσης των οφειλετών.