Η απόφαση της Τουρκίας να αναπτύξει πέντε πολεμικά πλοία στην θαλάσσια περιοχή όπου πραγματοποιούσε έρευνα το ιταλικό πλοίο levoli Relume για την πόντιση υποβρυχίων καλωδίων κοντά στην Κάσο, ήρθε να ταράξει τα νερά στις σχέσεις Αθήνας - Άγκυρας, μετά από τουλάχιστον 16 μήνες ηρεμίας στο Αιγαίο, αλλά και να δοκιμάσει σε πραγματικό χρόνο τους μηχανισμούς συνεννόησης και αποτροπής θερμών επεισοδίων που έχουν εγκαινιάσει οι δύο χώρες.
Είναι ενδεικτικό ότι άμεσα ενεργοποιήθηκαν οι διπλωματικοί δίαυλοι επικοινωνίας προκειμένου να αποφευχθεί μία κρίση στα νερά του Αιγαίου και το ζήτημα να μη λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις, με το σκηνικό να παραπέμπει σε επεισόδια παρελθόντων ετών, με την Άγκυρα να έχει αναπτύξει πλοία λίγο έξω από τα ελληνικά χωρικά ύδατα και την Αθήνα να ανταπαντά με τον ίδιο τρόπο, διαμηνύοντας πως θέματα κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι εκτός συζήτησης.
Αυτό που χρειάστηκε να ενεργοποιηθεί αρκετές φορές όσο εξελισσόταν το περιστατικό, ήταν η περίφημη «κόκκινη γραμμή» που έχει στηθεί από τις δύο χώρες, ώστε σε ανάλογες καταστάσεις έντασης να λειτουργεί μια απευθείας γραμμή επικοινωνίας προκειμένου να επιλύονται οι κρίσεις πριν πάρουν διαστάσεις.
Επρόκειτο ουσιαστικά για ευθεία αμφισβήτηση των ελληνικών χωρικών υδάτων από την πλευρά της Τουρκίας, η οποία με την αποστολή μονάδων του τουρκικού στόλου νοτίων της Κάσου και της Καρπάθου αμφισβήτησε το δικαίωμα της χώρας μας για έρευνες στα όρια της αιγιαλίτιδας ζώνης των έξι ναυτικών μιλίων μεταξύ των δύο νησιών.
Είχε προηγηθεί ελληνική Navtex που είχε εκδώσει ο σταθμός του Ηρακλείου και αφορούσε περιοχή των ελληνικών χωρικών υδάτων, στην οποία το πλοίο Ievoli Relume θα διενεργούσε έρευνες για την ηλεκτρική διασύνδεση GSI μεταξύ της Κρήτης και της Κύπρου.
Η ανάπτυξη, ωστόσο, των τουρκικών πολεμικών πλοίων, δηλώνοντας επί του πεδίου ότι πέραν των έξι μιλίων από το νησί η υφαλοκρηπίδα είναι τουρκική και δεν μπορεί να διεξαχθούν έρευνες, προκάλεσε την άμεση αντίδραση της Αθήνας, με το Πολεμικό Ναυτικό να τίθεται άμεσα σε εγρήγορση και να αποστέλλει στην περιοχή τη φρεγάτα «Νικηφόρος Φωκάς» και σκάφος του λιμενικού, προκειμένου να συνδράμουν την κανονιοφόρο Αήττητος, που δρούσε στην περιοχή.
Η συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν
Διπλωματικές πληγές εξηγούσαν ότι η Κάσος και η Κάρπαθος καλύπτονται εξ ολοκλήρου από τη Συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) που υπογράφηκε τον Αύγουστο του 2020 μεταξύ Αθηνών και Καΐρου, μιας ΑΟΖ η οποία τέμνει το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, στο οποίο οι Τούρκοι επιχειρούν σε κάθε ευκαιρία να δώσουν ουσιαστική υπόσταση.
Η γενικότερη εκτίμηση που επικρατεί μεταξύ των επιτελών του Μεγάρου Μαξίμου είναι πως τα όσα συνέβησαν στην περιοχή της Κάσου δεν θα επηρεάσουν τις προσπάθειες προσέγγισης και διαλόγου Ελλάδας και Τουρκίας, ενόψει και της προγραμματισμένης νέας συνάντησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη.
Τις προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης περιέγραψε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος λέγοντας ξεκάθαρα ότι η Αθήνα επιδιώκει τη διατήρηση του κλίματος διαλόγου, σημειώνοντας ωστόσο ότι «διάλογος δεν σημαίνει συμφωνία και δεν σημαίνει αφέλεια».
Ο Παύλος Μαρινάκης ήταν σαφής στις αναφορές του ότι στο τραπέζι, δεν μπαίνουν ζητήματα εσωτερικής πολιτικής, εσωτερικής κυριαρχίας, ζητήματα κυριαρχικών δικαιωμάτων, πολιτική όπως είναι οι εκμεταλλεύσεις στα ελληνικά χωρικά ύδατα, υπενθυμίζοντας ότι στο πλαίσιο του διαλόγου και της θετικής ατζέντας, παραμένει η μία και βασική διαφορά που φορά στον καθορισμό ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας.